Ο Καβαλιώτης Μοχάμεντ Αλι, ο ιδρυτής της τελευταίας δυναστείας της Αιγύπτου, με την περιορισμένη μόρφωση και τον πολυτάραχο βίο, έλεγε εμφατικά: «Τα καλύτερα βιβλία που έχω διαβάσει είναι τα πρόσωπα των ανθρώπων». Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αφηγηθείς την ιστορία ενός τόπου, αλλά τα πορτρέτα είναι ίσως ο πιο εύγλωττος, ο πιο διεισδυτικός. Αυτός είναι και ο νοηματικός άξονας της έκθεσης που εγκαινιάζεται αύριο το βράδυ στο περίφημο Palazzo della Cancelleria του Βατικανού, με τίτλο «Κοινωνία Προσώπων – Η απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής. Από τη μεταβυζαντινή τέχνη στη σύγχρονη ελληνική ζωγραφική». Πρόκειται για ένα αφιέρωμα που διοργάνωσε με πολλή επάρκεια και μεράκι η πρεσβεία της Ελλάδας στην Αγία Εδρα σε συνεργασία με την Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου.
Η κοινή πρωτοβουλία αποσκοπεί στον εορτασμό δύο επετείων, από τη μια των 40 χρόνων από την ανταλλαγή πρέσβεων μεταξύ της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Αγίας Εδρας, που έγινε το 1980, και από την άλλη των 200 χρόνων από τον Αγώνα. Η έκθεση είναι σαν εφήμερη πινακοθήκη μορφών του ελλαδικού χώρου, που αντικατοπτρίζει με μεγάλη ακρίβεια τις πολιτισμικές μεταβολές αλλά και την επιρροή από διάφορα καλλιτεχνικά ρεύματα του εξωτερικού τα οποία αφομοιώθηκαν από τους Ελληνες καλλιτέχνες. Θα αναρωτηθεί κανείς πόσο πλήρης μπορεί να είναι αυτή η «μαρτυρία» όταν η προσωπογραφία για μια μεγάλη περίοδο αφορούσε πρωτίστως τους αστούς. Κι όμως, τα έργα του Γύζη, του Λύτρα και του Ιακωβίδη φανερώνουν μια άλλη αντίληψη του κόσμου από εκείνα του Μόραλη, του Τσαρούχη, του Γιώργου Ρόρρη, πλαταίνοντας σταδιακά τον ορίζοντα της θέασης όσο μετακινούμαστε προς τη σύγχρονη εποχή. Συνολικά 66 εκθέματα σχηματίζουν αυτή την αφήγηση, που εκπέμπει συγκίνηση και αυθεντικότητα.
Επιμελήτρια της έκθεσης είναι η Ολγα Μεντζαφού, επίτιμη διευθύντρια Συλλογών και Μουσειολογικού Προγραμματισμού της Εθνικής Πινακοθήκης, με συνεργάτιδά της την ιστορικό τέχνης Μαρία Μιγάδη. Και οι δύο έχουν δώσει μεγάλη έμφαση στη μετάβαση από την αυστηρότητα της θρησκευτικής θεώρησης της ανθρώπινης μορφής στην ελευθερία του πειραματισμού από το 1830 και μετά, όταν πλέον ιδρύθηκε το σύγχρονο ελληνικό κράτος. Ταυτόχρονα συμπεριλήφθηκαν και πολλά έργα των δεκαετιών του 1920 και 1930, όταν γίνεται μια στροφή προς τη βυζαντινή τέχνη και ιδιαίτερα στα φαγιούμ.
Η έκθεση συγκεντρώνει ένα corpus έργων από τις συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης, δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα καθώς και ιδιώτες συλλέκτες. Εχει επίσης ένα πλήθος σημαντικών δωρητών που συνέβαλαν στην πραγματοποίησή της με πολλούς τρόπους. Είναι πάντως σημαντικό ότι η Ελλάδα άδραξε επιτέλους την ευκαιρία της διπλής επετείου για να κάνει πολιτιστική διπλωματία και να δείξει στο εξωτερικό τούς εξαιρετικούς καλλιτέχνες μας, ταλαντούχους και άξιους να προβάλλουν την παλαιότερη αλλά και τη ζώσα εικαστική παραγωγή. Οσο για τον μουσειογραφικό σχεδιασμό της έκθεσης –δεν είναι εύκολο να ενθέσεις έργα σε ένα αναγεννησιακό ανάκτορο που έχει τη δική του βαρύτητα για τον επισκέπτη–, η Σόνια και η Ειρήνη Χαραλαμπίδου βρήκαν τις κατάλληλες λύσεις.
Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει.Για να σχολιάσετε, συμπληρώστε τα στοιχεία σας (όνομα, επώνυμο) στο λογαριασμό σας.Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ». Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.