ΔΕΕ: Οχι πιστώσεις χωρίς ανεξάρτητα δικαστήρια

ΔΕΕ: Οχι πιστώσεις χωρίς ανεξάρτητα δικαστήρια

Την περασμένη Τετάρτη, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε  μιαν ιστορική απόφαση: έκρινε ότι τα κράτη-μέλη της Ενωσης, αν δεν σέβονται την αρχή του κράτους δικαίου και δεν αναγνωρίζουν στην πράξη  την ανεξαρτησία των δικαστηρίων, δεν θα μπορούν να εισπράττουν τις πιστώσεις που δικαιούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης.

5' 34" χρόνος ανάγνωσης

Την περασμένη Τετάρτη, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΔΕΕ) εξέδωσε μιαν ιστορική απόφαση: έκρινε ότι τα κράτη-μέλη της Ενωσης, αν δεν σέβονται  την αρχή του κράτους δικαίου και δεν αναγνωρίζουν στην πράξη την ανεξαρτησία των δικαστηρίων, δεν θα μπορούν να εισπράττουν τις πιστώσεις που δικαιούνται από το Ταμείο Ανάκαμψης. Δεδομένου ότι δεν πρόκειται για μικροποσά, αλλά για τα χωρίς προηγούμενο κονδύλια που τους αναλογούν από το γιγαντιαίο πρόγραμμα ενισχύσεων που αποφασίστηκε το 2020, η δικαστική αυτή απόφαση δεν θα περάσει απαρατήρητη.

Στο ΔΕΕ είχαν προσφύγει η Ουγγαρία και η Πολωνία, ζητώντας να ακυρωθεί ένας κανονισμός του Δεκεμβρίου του 2020, ο οποίος, για πρώτη  φορά στην ιστορία της Ενωσης, είχε θέσει όρο για την εκταμίευση των σχετικών κονδυλίων τον σεβασμό του κράτους δικαίου. Οπως όριζε, ειδικότερα, θα πρέπει να διαπιστώνεται κάθε φορά ότι στο συγκεκριμένο κράτος-μέλος δεν παραβιάζονται οι αρχές του κράτους δικαίου κατά τρόπο που να επηρεάζει ή να απειλεί σοβαρά «τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση του προϋπολογισμού της Ενωσης ή την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της». Πρόκειται, όπως ονομάστηκε, για το «γενικό καθεστώς αιρεσιμότητας».

Εχοντας καταδικαστεί  στο παρελθόν από το ΔΕΕ για παραβίαση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης, δηλαδή της σπουδαιότερης εγγύησης του κράτους δικαίου, η Ουγγαρία και η Πολωνία ζητούσαν την ακύρωση του εν λόγω κανονισμού για τρεις  λόγους: πρώτον, για δήθεν έλλειψη νομίμου ερείσματος στις Συνθήκες· δεύτερον, για καταστρατήγηση του άρθρου 7 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΣΕΕ), το οποίο, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, είναι το μόνο που επιτρέπει την επιβολή κυρώσεων λόγω «σαφούς κινδύνου» παραβίασης και του κράτους δικαίου· και τρίτον, για παραβίαση της αρχής της ασφάλειας δικαίου, αφού, πάντοτε κατά τους ισχυρισμούς των προσφευγόντων, η έννοια του κράτους δικαίου είναι τάχα αόριστη και επιδεκτική αντιφατικών ερμηνειών.

Η υπόθεση συζητήθηκε στη μείζονα ολομέλεια του ΔΕΕ στις 11 και 12 Οκτωβρίου 2021. Μπροστά στους είκοσι πέντε Ευρωπαίους δικαστές, αντιπαρατέθηκαν από τη μια οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων της Βουδαπέστης και της Βαρσοβίας και, από την άλλη, εκτός από τους  τρεις ευρωπαϊκούς θεσμούς (Συμβούλιο, Κοινοβούλιο και Επιτροπή), δέκα κράτη-μέλη της Ε.Ε., στα οποία –δυστυχώς– δεν συμπεριλαμβανόταν η Ελλάδα. Το σκεπτικό με το οποίο το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή μπορεί να συνοψιστεί ως εξής:

Ερεισμα για την έκδοση του προσβληθέντος κανονισμού ήταν το άρθρο 322 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ε.Ε. (ΣΛΕΕ), το οποίο επιβάλλει τη θέσπιση των αναγκαίων κανόνων, όχι μόνο για την κατάρτιση και την εκτέλεση του ενωσιακού προϋπολογισμού, αλλά και για τον έλεγχο που πρέπει να ασκείται στους δημοσιονομικούς φορείς, τους διατάκτες και τους υπολόγους. Αυτό, βέβαια, οι  προσφεύγοντες δεν το αμφισβητούσαν. Εκείνο που αντίθετα αρνούνταν ότι μπορεί να συμβεί  είναι η σύνδεση στην οποία προέβαινε ο επίδικος κανονισμός ανάμεσα στον ενωσιακό προϋπολογισμό και το κράτος δικαίου. Τι σχέση μπορούσε να έχει  το ένα με το άλλο; ρωτούσαν.

Στο σημείο ακριβώς αυτό το Δικαστήριο απάντησε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο: οι κανόνες που διέπουν την κατάρτιση και την εκτέλεση του ενωσιακού προϋπολογισμού παραβιάζονται και όταν τα όργανα που είναι επιφορτισμένα με τον έλεγχο της τήρησής τους από τα κράτη-μέλη  και εν τέλει από τα αρμόδια δικαστήρια δεν περιβάλλονται με τις αναγκαίες εγγυήσεις, ώστε να μπορούν να ασκήσουν τα καθήκοντά τους ανεξάρτητα και ανεπηρέαστα. Οταν, με άλλα λόγια, στη συγκεκριμένη χώρα δεν είναι σεβαστή η αρχή του κράτους δικαίου.

Το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου επιβεβαίωσε πανηγυρικά ότι στοιχείο της ίδιας της φυσιογνωμίας της Ενωσης, της ίδιας της «ταυτότητάς» της, είναι το κράτος δικαίου.

Μα αυτό δεν το προβλέπουν ούτως ή άλλως από παλιά οι Συνθήκες και, συγκεκριμένα το άρθρο 2 της ΣΕΕ που ορίζει ότι η Ε.Ε. «βασίζεται στις αξίες του σεβασμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, καθώς και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», προσθέτοντας μάλιστα ότι οι αξίες αυτές είναι «κοινές στα κράτη-μέλη»; Εδώ ακριβώς εντοπίζεται η μεγάλη συμβολή της σχολιαζόμενης απόφασης: στη σκέψη 232, η οποία, κατά τη γνώμη μου, θα αναγνωριστεί πολύ σύντομα ως ιστορικής σημασίας, το ΔΕΕ  αποφάνθηκε ότι το άρθρο 2 της ΣΕΕ δεν είναι απλώς μια πολιτική εξαγγελία ούτε μια διακήρυξη προθέσεων: απαριθμεί  «αξίες οι οποίες συνιστούν αναπόσπαστο μέρος της ίδιας της ταυτότητας της Ευρωπαϊκής Ενωσης ως κοινής έννομης τάξης, αξίες οι οποίες στοιχειοθετούν συγκεκριμένες αρχές που περιλαμβάνουν νομικά δεσμευτικές υποχρεώσεις για τα κράτη-μέλη». Δεν πρόκειται, με άλλες λέξεις, «για κούφια λόγια να αγαπιόμαστε», όπως υπονοούν αυταρχικοί ηγέτες τύπου Ορμπαν, Καζίνσκι και άλλων, ούτε για απλές παραινέσεις χωρίς συνέπειες, όπως πιστευόταν παλαιότερα, αλλά για καθήκοντα, η παραβίαση των οποίων συνεπάγεται βαριές κυρώσεις.

Το επιχείρημα ότι τάχα ο επίδικος κανονισμός καταστρατηγεί το άρθρο 7 της ΣΕΕ το Δικαστήριο το ξεπέρασε μάλλον εύκολα: η αναστολή της χορήγησης των πιστώσεων του Ταμείου Ανάκαμψης και τα άλλα μέτρα που προβλέπει ο επίδικος κανονισμός για τους παραβάτες των δημοσιονομικών κανόνων της Ενωσης, δεν αποτελούν κυρώσεις για προσβολή του κράτους δικαίου, αλλά «αποβλέπουν στη διασφάλιση των έννομων συμφερόντων των τελικών αποδεκτών  και των δικαιούχων» των χορηγούμενων πιστώσεων. Ετσι, τα προβλεπόμενα μέτρα μπορούν να επιβληθούν με τις συνήθεις πλειοψηφίες και όχι με τις αυξημένες του άρθρου 7 (οι οποίες, σημειωτέον, είναι τόσο υψηλές ώστε να μην έχει καταστεί δυνατή ποτέ έως σήμερα η επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων).

Ακόμη κατηγορηματικότερη  ήταν η απάντηση που έδωσε το Δικαστήριο στην τρίτη μείζονα ένσταση των προσφευγόντων, τη δήθεν παραβίαση της αρχής της ασφάλειας  δικαίου. Επικαλούμενο τη νομολογία του, καθώς και τις αποφάσεις διεθνών οργανισμών, όπως μεταξύ άλλων και της Επιτροπής της Βενετίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το κράτος δικαίου είναι για την Ε.Ε. μια ξεκάθαρη έννοια, την οποία οφείλουν να σέβονται και τα κράτη μέλη της, όχι μόνο για να ενταχθούν σε αυτήν, αλλά και μετά την ένταξή τους. Αυτός, σημειωτέον, δεν ήταν ο μοναδικός υπαινιγμός σε βάρος των «ανελεύθερων» δημοκρατιών της Ανατολικής Ευρώπης, οι οποίες, τα τελευταία χρόνια, υπονομεύουν συστηματικά τις αρχές στις οποίες στηρίζεται το ενωσιακό εγχείρημα.

Ειδικά στην Ελλάδα, για το τι σημαίνει πολιτικά η αναστολή από τις Βρυξέλες της καταβολής των κονδυλίων που δικαιούνται τα κράτη-μέλη από τον προϋπολογισμό της Ενωσης, κάτι θα ξέρουν οι χειριστές της «υπόθεσης του βασικού μετόχου», το 2004-2005.  Υπενθυμίζεται ότι αυτοί έκαναν ατάκτως πίσω, με την απειλή και μόνο ότι η χώρα μας δεν θα εισπράξει τις πιστώσεις που δικαιούνταν αν δεν αλλάξει πάραυτα τον νόμο για τον «βασικό μέτοχο» της κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή.

Με αφορμή τις πιστώσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, η Ε.Ε. θεσμοθέτησε μια διαδικασία που σε μας είχε ακολουθηθεί στην πράξη. Το ενδιαφέρον στην προχθεσινή απόφαση είναι ότι το Δικαστήριο του Λουξεμβούργου δεν αρκέστηκε να επικυρώσει τον σχετικό κανονισμό. Προχώρησε πάρα πέρα: επιβεβαίωσε πανηγυρικά ότι στοιχείο της ίδιας της φυσιογνωμίας της Ενωσης, της ίδιας της «ταυτότητάς» της, είναι το κράτος δικαίου. Ξαναέφερε έτσι στη μνήμη την πρωτοποριακή  νομολογία του της δεκαετίας του 1960 και του 1970, χάρη στην οποία είχε προχωρήσει το ενωσιακό εγχείρημα, παρά τους δισταγμούς των πολιτικών.

* Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT