Είναι γνωστή η πρόθεση της κυβέρνησης να μετατρέψει τα πέντε σημαντικότερα μουσεία –το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο, το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού και το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου– από οργανικές μονάδες της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ). Υποτίθεται ότι έτσι τα μουσεία θα αποκτήσουν αυτοτέλεια και θα ελευθερωθούν από γραφειοκρατικές αγκυλώσεις· με διοικητικά συμβούλια αποτελούμενα από κορυφαίες προσωπικότητες θα εξασφαλίσουν άνετα δωρεές και χορηγίες. Οσα έχουν διαρρεύσει για το νομοσχέδιο δικαιολογούν την ανησυχία ότι ανοίγει τον ασκό του Αιόλου. Από πλήθος προβλημάτων επιλέγω τέσσερα.
Πρώτον, η διαφημιζόμενη αυτοτέλεια ανήκει στον χώρο της φαντασίας. Το 7μελές Δ.Σ. διορίζεται από τον εκάστοτε υπουργό Πολιτισμού. Μόνο για δύο μέλη, που προέρχονται από τους υπαλλήλους του ΥΠΠΟ, προβλέπεται μεταπτυχιακός τίτλος. Σε μια χώρα που οι διορισμοί γίνονται βάσει γνωριμιών και δοσοληψιών, όταν δεν προβλέπονται σαφέστατα κριτήρια αξιολόγησης, οι αοριστολογίες οδηγούν σε αυθαιρεσίες.
Δεύτερον, το νομοσχέδιο δημιουργεί μουσεία δύο ταχυτήτων. Τα πέντε προνομιούχα μουσεία θα κρατούν τα έσοδα από εισιτήρια, πωλήσεις και εκδηλώσεις – έσοδα που παλιότερα ενίσχυαν έμμεσα τα μουσεία με μικρότερη επισκεψιμότητα. Ομως θα παίρνουν και επιχορηγήσεις από το ΥΠΠΟ. Αυτές οι επιχορηγήσεις είναι αναγκαίες λόγω της διόγκωσης των διοικητικών τους υπηρεσιών και του εξαιρετικά πολυδάπανου και ανταγωνιστικού επαγγελματικού κυνηγιού δωρεών (fundraising). Μόνο το Μουσείο Ηρακλείου θα ήταν σε θέση να καλύψει στοιχειωδώς τις ανάγκες του από τα έσοδά του. Ετσι, τα μουσεία της περιφέρειας, που κάνουν εξαιρετική δουλειά κάτω από δύσκολες συνθήκες, όχι μόνο δεν θα έχουν πρόσβαση στα έσοδά τους, αλλά επιπλέον θα μοιράζονται με τα προνομιούχα μουσεία τον περιορισμένο προϋπολογισμό του ΥΠΠΟ. Το κομμάτι της πίτας που τους αναλογεί θα μικρύνει.
Τρίτον, τα μουσεία δεν είναι μόνο εκθεσιακοί χώροι και πωλητήρια· έχουν βιβλιοθήκες, εργαστήρια συντήρησης, αποθήκες, φωτογραφικά αρχεία και επιστημονικές συλλογές. Η απομάκρυνσή τους από την ευθύνη της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας δημιουργεί προβλήματα στη στελέχωσή τους με έμπειρο προσωπικό της υπηρεσίας και στις συνεργασίες με τις Εφορείες Αρχαιοτήτων. Ενώ το νομοσχέδιο προβλέπει συνεργασίες με ελληνικά και διεθνή ακαδημαϊκά ιδρύματα, δεν κάνει καμιά μνεία στις Εφορείες, που έχουν την ευθύνη για την αρχαιολογική έρευνα και την προστασία των μνημείων. Πού θα απευθυνθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου για τον εμπλουτισμό των συλλογών του αν όχι στην αντίστοιχη Εφορεία; Στο εμπόριο αρχαιοτήτων και στις παράνομες ιδιωτικές συλλογές;
Προτεραιότητα του ΥΠΠΟ οφείλει να είναι η μέριμνα για τη μελέτη των χιλιάδων ασυντήρητων και αδημοσίευτων ευρημάτων που σωρεύονται στις αποθήκες.
Τέλος, το νομοσχέδιο προβλέπει την ίδρυση παραρτημάτων στο εξωτερικό και την εξαγωγή, ανταλλαγή, παρακαταθήκη και δανεισμό μέρους των μουσειακών συλλογών. Θυμίζω το αυτονόητο: τα ελληνικά μουσεία έχουν άλλες καταβολές και λειτουργία από το Βρετανικό Μουσείο ή το Λούβρο, των οποίων οι συλλογές προέρχονται από τον υλικό πολιτισμό άλλων εθνών. Τα ελληνικά μουσεία συνδέονται άρρηκτα με την ελληνική ανασκαφική έρευνα. Προτεραιότητα του ΥΠΠΟ οφείλει να είναι η μέριμνα για τη μελέτη των χιλιάδων ασυντήρητων, ασχεδίαστων και αδημοσίευτων ευρημάτων από σωστικές ανασκαφές που σωρεύονται στις αποθήκες των μουσείων. Αυτά είναι η πηγή γνώσεων για την ελληνική αρχαιότητα. Η μελέτη των αρχαιοτήτων, π.χ. σε συνεργασία με τα Τμήματα Αρχαιολογίας των ΑΕΙ, προέχει, όχι η εξαγωγή σε άλλες χώρες όσων δεν χωρούν στις βιτρίνες.
Το νομοσχέδιο διαιωνίζει μια πολιτική αποσπασματικής αντιμετώπισης ενός πλέγματος συνδεδεμένων θεμάτων, που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και τη στελέχωση και διοίκηση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Πρώτα από όλα η Αρχαιολογική Υπηρεσία οφείλει να ακολουθεί στις προσλήψεις και τις προαγωγές του επιστημονικού της προσωπικού τις διαδικασίες που ακολουθούν οι επιστημονικοί οργανισμοί, με διαγωνισμούς, προκηρύξεις θέσεων και αξιολογήσεις, όχι με συμβάσεις που με το πέρασμα του χρόνου οδηγούν στη μονιμότητα. Η εξωστρέφεια και η προσαρμογή των μουσείων στις ανάγκες της κοινωνίας απαιτεί τη δημιουργία εξωτερικών συμβουλίων με συμμετοχή επιστημόνων, πολιτιστικών παραγόντων και εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας – συμβουλίων που θα συμβουλεύουν χωρίς να διοικούν και θα δίνουν ιδέες χωρίς να αποφασίζουν. Ετσι τα μουσεία θα ανταποκριθούν στις δημογραφικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα: την αύξηση των ατόμων της τρίτης και τέταρτης ηλικίας, των Ελλήνων της διασποράς και των μεταναστών. Με νέες τεχνολογίες τα μουσεία μπορούν να πάνε στους ανθρώπους που δεν μπορούν να πάνε στα μουσεία.
Στις 8.10.2008 ο Αδωνις Γεωργιάδης καταφερόμενος στη Βουλή κατά του νομοσχεδίου που ίδρυσε το Μουσείο Ακρόπολης ως ΝΠΔΔ (το πρότυπο του νέου νομοσχεδίου) επισήμανε ότι «δεν είναι το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που θα μας δώσει ένα καλό μουσείο». Εξήγησα γιατί έχει δίκιο. Αραγε, θα το θυμηθεί όταν θα κληθεί να ψηφίσει αυτό το νομοσχέδιο;
* Ο κ. Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον, αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών.