Να δει κανείς ή να μη δει;

1' 46" χρόνος ανάγνωσης

«Εσύ θα δεις Μουντιάλ;». Το ερώτημα θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στην ύλη των δημοσκοπήσεων. Και όχι μονάχα στην Ελλάδα, αφού, έστω και αργά, έστω και μόνο σε ορισμένες χώρες, το Μουντιάλ του Κατάρ ελέγχεται ως αυτό που όντως είναι. Ως διοργάνωση των εξαγορασμένων ψήφων· των διεφθαρμένων μεγαλοπαραγόντων του αθλητισμού και της πολιτικής (αν «ηπάτησε» ο Μισέλ Πλατινί τον Νικολά Σαρκοζί ή το ανάποδο αφορά τους δικηγόρους τους μόνο)· των χιλιάδων μεταναστών εργατών που πέθαναν για να ετοιμάσουν εγκαταστάσεις μιας υβριστικής πολυτέλειας· των καταπατημένων δικαιωμάτων στη χώρα-τσιφλίκι μιας απολυταρχικής οικογένειας.

Οι έμποροι της FIFA ορκίζονται ότι «έγιναν βήματα προόδου». Και αυτοθαυμάζονται σαν εξαγωγείς ελευθερίας στο Κατάρ. Περίπου (εξαιρουμένων των όπλων) όπως αυτοθαυμάζονταν οι Σοβιετικοί σαν εξαγωγείς σοσιαλισμού στο Αφγανιστάν, και οι Αμερικανοί σαν εξαγωγείς δημοκρατίας και στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ. Επιπλέον οι Φίφαρχοι απειλούν με βαριές τιμωρίες (ο καθείς και τα όπλα του) τις Εθνικές που σκέφτηκαν να διαμαρτυρηθούν και διά της φανέλας τους. Επιχείρημά τους το γνωστό δόγμα της υποκρισίας: «Η πολιτική πρέπει να μένει μακριά από τον αθλητισμό». Λες και είναι απολίτικη η απόφασή τους να νομιμοποιήσουν την απόλυτη κληρονομική μοναρχία του εμιράτου.

Οπότε; Βλέπουμε ή δεν βλέπουμε Μουντιάλ; Κι όχι για να ποντάρουμε στην αγορά του στοιχήματος, αλλά για έναν από τους πολλούς λόγους που μας καθηλώνουν στην τηλεόραση: εκτόνωση, παρέα, λατρεία για την επιχόρτια τέχνη, ευκαιρία συμμετοχής σε κατιτίς το οικουμενικό, νοσταλγία («τότε που παίζαμε…»), παθιασμένη ταύτιση, συχνά δυσερμήνευτη, με κάποια ξένη Εθνική, όταν δεν παίζει η δική μας. Μια ταύτιση που μας εντάσσει σε ένα τεράστιο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο. Και μάλιστα με την ομολογία πίστεως να μην ικανοποιείται από το «Είμαι με τη Βραζιλία, την Αργεντινή, την Ολλανδία» και να προχωράει στο «Είμαι Βραζιλία, Αργεντινή, Ολλανδία».

Τους Ολυμπιακούς της Αθήνας τους παρακολούθησα, κι όχι μονάχα από την τηλεόραση, κι ας είχα εναντιωθεί γραπτά, και κατ’ επανάληψη, στη διοργάνωσή τους. Τώρα όμως το δίλημμα, «να δει κανείς ή να μη δει», είναι πολύ βαρύτερο. Από το αίμα. Και πάλι, όσο σκέφτομαι την απάντηση, πολλές μέρες τώρα, ακούω μέσα μου, παραλλαγμένο, τον στίχο από το «Κατά Σαδδουκαίων» του Μιχάλη Κατσαρού: «ώς και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ αντισταθείτε».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT