Η πολιτική των συνταγματολόγων

1' 54" χρόνος ανάγνωσης

Πριν από πέντε χρόνια, ο ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου κ. Νίκος Αλιβιζάτος δημοσίευσε ένα οργισμένο άρθρο. Αυτό ήταν πολύ περισσότερο πολιτικό, παρά νομικό: «Για το πώς η κυβέρνηση αντιμετωπίζει πλέον τους αντιπάλους της και την κοινωνία, πιο χαρακτηριστική και από τα χάχανα του αναιδέστατου κ. Πολάκη, ήταν η αγόρευση του ίδιου του πρωθυπουργού. (…) Την προκλητική αυτή αλαζονεία του κ. Τσίπρα, σε συνδυασμό με τον θεσμικό πρωτογονισμό του ίδιου και των συνεργατών του. (…) Ως νέος Ροβεσπιέρος, απευθύνεται στην αντιπολίτευση παραλλάσσοντας την ακόλουθη αποστροφή Γάλλου σοσιαλιστή βουλευτή: “Εχετε νομικά άδικο, διότι πολιτικά είσθε μειοψηφία”. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, αυτό ακριβώς σημαίνει το να θέλεις να στείλεις στη φυλακή τους αντιπάλους σου στηριζόμενος μόνο σε ανώνυμες και αόριστες καταγγελίες» («Καθημερινή», 26.2.2018).

Το άρθρο του σχετικώς με το θέμα Novartis ήταν μία από τις πολλές παρεμβάσεις του στα θεσμικά ατοπήματα του ΣΥΡΙΖΑ. Είχε χαρακτηρίσει «ψευδεπίγραφο» το δημοψήφισμα του 2015· αντισυνταγματικό τον «νόμο Παππά» για τις άδειες· «αντίθετο όχι μόνο προς το πνεύμα αλλά και προς το γράμμα του Συντάγματος αν η σημερινή κυβέρνηση (σ.σ.: ΣΥΡΙΖΑ), ως “οιονεί υπηρεσιακή”, επέσπευδε να επιλέξει τον επόμενο πρόεδρο και τον επόμενο εισαγγελέα του Αρείου Πάγου» κ.λπ.

Ολως παραδόξως –και παρά τη μακρά παράδοση του ΣΥΡΙΖΑ στη σπίλωση διαφωνούντων– ουδείς ψιθύρισε ότι ο κ. Αλιβιζάτος θέλει να γίνει στρατηγός ή πρωθυπουργός· κανείς δεν ξεχώρισε την επιστημονική του ιδιότητα από την πολιτική του θέση· ουδείς τον κατηγόρησε ότι «παίζει το παιγνίδι του Μητσοτάκη» και «έχει εξασφαλίσει μια θέση στο Επικρατείας της Ν.Δ». Για την ακρίβεια και αν εξαιρέσουμε τον κ. Ευάγγελο Βενιζέλο, ουδείς από τους συνταγματολόγους άκουσε όσα τους σούρνουν σήμερα, επειδή πήραν θέση για το σκάνδαλο των υποκλοπών.Το παράδοξο εν προκειμένω δεν είναι ότι τώρα γίνονται δίκες προθέσεων. Είναι ότι μέχρι σήμερα τις είχαν γλιτώσει, τουλάχιστον, οι συνταγματολόγοι. Λογικό: στον κατήφορο που έχει πάρει ο δημόσιος διάλογος, δεν μπορούν να υπάρξουν στεγανά.

Να σημειώσουμε, δε, ότι δεν είναι καινοφανή τα περί κινδύνου διολίσθησης της χώρας στον Ορμπανισμό. Τα επισήμαινε και ο κ. Αλιβιζάτος από το 2018, όταν έγραφε: «Αν η χώρα μας δεν φιγουράρει ακόμη στον απαίσιο κατάλογο (σ.σ.: των χωρών που υπέκυψαν στον αντιφιλελεύθερο λαϊκισμό), τούτο δεν οφείλεται στον (ανύπαρκτο) συνταγματικό πατριωτισμό του ΣΥΡΙΖΑ (αλλά διότι η κυβέρνηση) δεν έχει καταφέρει να εξανδραποδίσει δύο θεμελιώδεις θεσμούς σε κάθε δημοκρατία: τα μέσα ενημέρωσης και τη Δικαιοσύνη».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT