«Χαλαρός: ο μη σφιγμένος και μη τεντωμένος· ο μη αγχωμένος και μη στρεσαρισμένος· (μτφ.) όποιος δεν χαρακτηρίζεται από ένταση και αυστηρότητα». Τα λεξικά μας αυτά. Που βέβαια, πάντα αγχωμένα πίσω από τον προφορικό λόγο, δεν έχουν υπολήμμα «χαλλλαρός», με τρία ή και πέντε λάμδα, και με συνώνυμο «Θεσσαλονικιός». Πολλοί Θεσσαλονικιοί το λένε αυτό, δεν είναι νότιος ψόγος. Το λίγο που την ξέρω, άλλωστε, την πόλη δεν με βεβαιώνει ότι η φήμη περί χαλαρότητας αληθεύει αδιακρίτως.
Ούτε εξηγητικό παράδειγμα του τύπου «χαλαρή ψήφος» έχουν τα λεξικά. Ισως επειδή οι συντάκτες τους θα δυσκολεύονταν αρκετά να δώσουν το ερμήνευμά της (το αντίθετο πάντως αυτοπροτείνεται: «αδάγκωτη ψήφος»). Θα μπορούσαν, φυσικά, να ρωτήσουν κάποιον πολιτικό. Εύκολα θα τους απαντούσε: «Χαλαρή ψήφος; Μα η ψήφος που δεν δίνεται στο κόμμα μας, το μόνο κόμμα που…». Και τα λοιπά και τα λοιπά. Παρόμοια μέσα στη σκόπευσή τους και κάτω από τις διαφορές τους.
Τα ακούμε και στις τωρινές εκλογές τα κοινότοπα αναθέματα κατά της «χαλαρής ψήφου». Αλίμονο. Και διαβάζουμε και φλύαρες αναλύσεις για το θέμα. Αλλά υπάρχουν όντως πολίτες που ψηφίζουν χαλαρά, για να σπάσουν πλάκα, για να περάσει η ώρα τους; Και να υπάρχουν, ούτε «ρεύμα» συνιστούν ή «κίνημα» ούτε καν –πιστεύω– φαινόμενο. Πόσοι είναι δα όσοι ρίχνουν άκυρο, ζωγραφίζοντας πάνω στο ψηφοδέλτιο, κατιτίς άσεμνο συνήθως, ή γράφοντας τον όποιο καημό τους, που πάει αδιάβαστος; Αντίθετα με τους βουλευτές, που ψηφίζουν «κατά συνείδηση» από αρχηγική «χάρη» και κατ’ εξαίρεση, οι συντριπτικά περισσότεροι πολίτες ψηφίζουν πάντα με τη συνείδησή τους, όποια κι αν είναι αυτή· καλλιεργημένη ή ενστικτική, απελευθερωμένη ή φενακισμένη.
Στην κομματική ορολογία, η «χαλαρή» ψήφος είναι ταυτόσημη της «χαμένης». «Χαμένη ψήφος; Μα η ψήφος που δεν δίνεται στο κόμμα μας, το μόνο κόμμα που…». Με άλλα λόγια, «τι το ψειρίζεις; Τώρα βρήκες να θυμηθείς τα ιδεολογικά σου και τις πραγματικές σου προτιμήσεις; Ρίξ’ το σ’ εμάς αυτή τη φορά το ψηφαλάκι σου, και στις επόμενες εκλογές ή στις μεθεπόμενες ρίξ’ το κατά το γούστο σου». Αυτά τα λένε οι «μεγάλοι» για να αποσπάσουν ψήφους από τους «μικρούς». Επειδή όμως κάθε «μικρός» νιώθει «μεγάλος» αυτοσυγκρινόμενος με τους ιδεολογικούς του γείτονες, το τροπάριο της «χαμένης ψήφου» ακούγεται από δεκάδες ψάλτες. Αθροιζόμενες οι μελωδίες, υποβάλλουν την κακόφωνη ιδέα ότι «χαμένες» είναι όλες οι ψήφοι.