Ο Δεληβορριάς και το δόγμα «Στην Ελλάδα ζεις…»

Ο Δεληβορριάς και το δόγμα «Στην Ελλάδα ζεις…»

4' 38" χρόνος ανάγνωσης

Ο Αγγελος Δεληβορριάς παρέλαβε ένα μουσείο που «είχε αρχίσει λίγο να παλιώνει και να γκριζάρει», σύμφωνα και με τον επικήδειο της Ειρήνης Γερουλάνου, και παρέδωσε ένα από τα κορυφαία τοπόσημα της Αθήνας: οργανικό τμήμα της ζωής της, δελεαστικά ανοιχτό στον έξω κόσμο, και όχι χώρος ναρκισσιστικά ή φοβικά περίκλειστος, προορισμένος για τους ειδικούς. Παρέδωσε επίσης έναν πλανήτη με πολλά φωτεινά φεγγάρια. Ή, όπως έλεγε, ένα «βαθύτατα δημοκρατικό και αποκεντρωτικό satellite system». Τα βιβλία του λοιπόν «Οδηγός του Μουσείου Μπενάκη» (1980) και «Η Ελλάδα του Μουσείου Μπενάκη (1997) δεν είναι ασκήσεις επί χάρτου, αλλά σελίδες πραγματωμένης μουσειολογίας.

Η καθιέρωση του Μουσείου Μπενάκη προϋπέθετε τη δική του ολική και αδιαπραγμάτευτη αφιέρωση. Προϋπέθετε επίσης την ανταρσία κατά του κυρίαρχου μοιρολατρικού δόγματος που συνοψίζεται σε φράσεις όπως «αυτή είναι η Ελλάδα» ή «στην Ελλάδα ζεις, δεν υπάρχει ελπίς», φράσεις που ριμάρουν με μια μοιρολατρία ελιτίστικης κοπής. «Eγώ ανήκω στους αισιόδοξους, δεν απογοητεύομαι εύκολα, δεν παραιτούμαι εύκολα», έλεγε σε συνέντευξή του.

Αναγκαία εδώ η αριθμητική του κατορθωμένου έργου: Το Μουσείο στην Κουμπάρη, όπου χαρτογραφείται με εξαιρετικά εκθέματα η πορεία του ελληνικού πολιτισμού. Το κτίριο στην Πειραιώς, που με τις εκδηλώσεις του άλλαξε τον χαρακτήρα μιας ολόκληρης γκρίζας περιοχής. Η άψογη έκθεση «1821: Πριν και μετά – Ελληνες και Ελλάδα, Επανάσταση και κράτος», που διοργανώθηκε εκεί, με επιμέλεια του Τάσου Σακελλαρόπουλου και της Μαρίας Δημητριάδου, ήταν η παιδαγωγικότερη μουσειακή συμβολή στην επέτειο των δύο.

Επιπλέον, το Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης στον Κεραμεικό («η ελληνική πολιτεία το έγραψε στα παλιά της τα παπούτσια», έλεγε πάντως ο Δεληβορριάς), η Πινακοθήκη του Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, το εργαστήριο του γλύπτη Γιάννη Παππά, το Μουσείο Παιχνιδιών στο Παλαιό Φάληρο. Μνημονευτέα και τα τέσσερα ενεργά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, η πλουσιότατη Βιβλιοθήκη, το σπίτι του Πάτρικ και της Τζόαν Λη Φέρμορ στην Καρδαμύλη, τα επτά εργαστήρια συντήρησης έργων, το παραγωγικό Τμήμα Εκδόσεων κ.ά.

Γυρνάω στα γραπτά του Δεληβορριά, που συνιστούν ένα τερπνό ταξίδι γνώσης από τη ζωφόρο του Παρθενώνα έως τη νεοελληνική κεραμική και ξυλογλυπτική, τον λαϊκό μας πολιτισμό. Προτείνονται μήπως σαν ισοδύναμοι όλοι οι σταθμοί του ταξιδιού αυτού, οι ένδοξοι αρχαίοι και οι ταπεινοί νεοελληνικοί; Αλλά όχι. Το ερώτημα σ’ αυτή τη μορφή είναι παγιδευτικά λαθεμένο. Δεν έχουμε να σκεφτούμε αν η τέχνη του Φειδία και η παραδοσιακή κεραμική επί Τουρκοκρατίας, λ.χ., είναι ισάξια σημεία, αλλά αν είναι αυτοτελώς άξιο το καθένα του, στον δικό του καιρό και στη γλώσσα του. Και να σκεφτούμε επίσης αν συνομιλούν ισότιμα.

Συνομιλούν άραγε ισότιμα τα δημοτικά τραγούδια με τα ομηρικά έπη ή είναι ύβρις ακόμα και το να θέτουμε στην ίδια πρόταση αυτές τις δύο ποιητικές αποκρυσταλλώσεις, όπως πιστεύω ότι πιστεύουν όσοι έχουν επαφές μόλις πρώτου τύπου και με την αρχαία και με τη νεότερη κληρονομιά, γεγονός πάντως που δεν τους εμποδίζει να καπηλεύονται και τις δύο; Συνομιλούν οι παραλογές με τις τραγωδίες ή, για να αποδεχτούμε τον διάλογό τους έστω ως ενδεχόμενο ή και ετεροβαρή, πρέπει πρώτα να ορκιστούμε σε παλαιές και νέες θεότητες πως οι παραλογές είναι κατώτερες, μιμητικές;

Αν δεν θέλουμε να βολέψουμε τη διανοητική μας νωθρότητα ταΐζοντάς τη με τη σιγουριά μιας αδιάπτωτης συνέχειας, από κορυφή σε κορυφή, δίχως κοιλάδες, δίχως εμπόλεμο ή ειρηνικό σμίξιμο με τρίτους, κατ’ ουσίαν εξωιστορικής τάξεως, πιστεύω πως αυτός είναι ο ευθύτερος τρόπος για να συζητήσουμε ένα θέμα που υπήρξε ισόβια έγνοια του Δεληβορριά: η συνοχή και η συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού, και η αντοχή του. Θέμα εντός του θέματος η αναζήτηση ενιαίου πνεύματος στην καλλιτεχνική δημιουργία των Ελλήνων ανά τους αιώνες, ακόμα κι όταν δεν αυτοονομάζονταν Ελληνες ή δεν τους αποκαλούσε έτσι η ποικίλη ηγεσία τους. Με δασκάλους σαν τον Ι. Θ. Κακριδή και τον Λίνο Πολίτη, ο Δεληβορριάς θα γνώριζε πολλά για το αρνητικό φορτίο του εθνωνύμου «Ελλην» επί αιώνες.

«Στο Μεσαίωνα», λέει ο Κακριδής, «κάθε συνειδητός δεσμός ανάμεσα στον ελληνικό λαό και στην αρχαία Ελλάδα είχε λείψει. Το όνομα Ελλην εσήμαινε τον ειδωλολάτρη και τίποτε άλλο. Οι ίδιοι ήταν Ρωμιοί, Γραικοί, Χριστιανοί, μια φορά όχι Ελληνες». Το ξέρουμε και από τη λαϊκή ποίηση αυτό: το όνομα «Ελληνες» δεν το συναντάμε στα κλέφτικα. Οπως δεν συναντάμε τη λέξη «πατρίδα», γεγονός που θα έπρεπε να έχει αφοπλίσει τελεσίδικα όσους πατριωτομέτρες φρονούν πως η φιλοπατρία αποδεικνύεται από τη μεγάλη συχνότητα χρήσης της λέξης «πατρίδα». Το «Ελληνας» αρχίζει να εμφανίζεται στα τραγούδια που φτιάχνονται στην Επανάσταση. Το ζήτημα του εθνωνυμικού αυτοπροσδιορισμού, μετά την κατάκτηση της ποθούμενης ελευθερίας, είναι πλέον απολύτως επίκαιρο και ο λαϊκός τραγουδιστής μετέχει με τον τρόπο του. Σαν λάτρης του αριθμού τρία, επιμένει και εδώ στην τριάδα: νιώθει και αυτοαποκαλείται και Ελληνας και Γραικός και Ρωμιός.

Στην ομιλία του στην Ακαδημία για την επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821 (21.3.2017), ο Δεληβορριάς αναφέρθηκε στη δημοτική μας γλώσσα, τη βαθιά αγάπη του για την οποία την εκδήλωνε συχνά: «Η μνεία του Διονύσιου Σολωμού μού επιβάλλει να σταθώ πρώτα στη δημοτική ποίηση, την προικισμένη με την ευπλασία μιας γλώσσας η οποία αντλεί τη ρώμη της από τη γόνιμη δυναμική του παρελθόντος και η οποία αντανακλά, με εκπλήσσουσα πληρότητα, τη δημιουργική ευαισθησία του νεοελληνικού κόσμου». Στη γλώσσα εντοπίζει, λοιπόν, την αντοχή του ελληνισμού, υψώνει δε σε ό,τι πολυτιμότερο τη δημοτική, όχι την αρχαιοελληνική.

Προσπάθησα εδώ το αδύνατο: να συνοψίσω όσα αναλυτικά έγραψαν για τον Δεληβορριά, στον αφιερωματικό τόμο του Μουσείου Μπενάκη «Αγγελος», 23 μουσειολόγοι, αρχαιολόγοι, ακαδημαϊκοί, καθηγητές πανεπιστημίων, διευθυντές μουσείων, αρχιτέκτονες. Τελειώνω μνημονεύοντας από τον τόμο «Πρακτικά συνεδρίου στη μνήμη του Αγγελου Δεληβορριά» (επιμ. Σταύρος Βλίζος, εκδ. Καπόν, 2022) μια φράση του Ν. Καλτσά, πρώην διευθυντή του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης: «Αυθόρμητος, γενναιόδωρος σε κάθε επίπεδο, χωρίς φειδώ μοιραζόταν με τον συνομιλητή του τον πλούτο των γνώσεών του, τη βαθιά σκέψη του και τον έντονο συναισθηματισμό του».

«Eγώ ανήκω στους αισιόδοξους, δεν απογοητεύομαι εύκολα, δεν παραιτούμαι εύκολα», έλεγε…

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT