Ενα βράδυ στη Βάρκιζα

2' 14" χρόνος ανάγνωσης

Το δύσκολο αυτό καλοκαίρι με τους καύσωνες, τις πετσοκομμένες διακοπές, την ακρίβεια, οι «περίπατοι» της Αθηναϊκής Ριβιέρας και οι παραλίες της Αττικής πλημμύριζαν τα βράδια από ετερογενή πλήθη που στρατοπέδευαν εκεί για ώρες. Παρέες, οικογένειες, και γηγενείς (στις αμμουδιές) και αλλοεθνείς (στις δημόσιες απλωσιές), λίγο λίγο έχτιζαν μια μεγάλη ομόθυμη κοινότητα. Ο κοινός στόχος ανέσυρε μέσα από την πολλαπλότητα μια ενότητα. Σαν τυπικά κομμάτια του αθηναϊκού πληθυσμού να συνέρρεαν ήσυχα μπρος στο σκοτεινό υγρό στοιχείο σε μια χαλαρή σιωπηλή συγκέντρωση. Και το άλλο βράδυ, τα ίδια πάλι από την αρχή.

Η παραλία της Βάρκιζας ήταν γεμάτη το Σάββατο το απόγευμα, όπως κάθε Σάββατο απόγευμα, απ’ άκρη σ’ άκρη. Το φως γλύκαινε και σιγά σιγά υποχωρούσε, όμως σχεδόν κανείς δεν αποχωρούσε. Να πάει πού; Η παρέα του Γιωργάκη, του πιο ζωηρού από τα παιδάκια δυο ζευγαριών δίπλα, όταν δεν ασχολιόταν με το υπερκινητικό νήπιο –«Γιωργάκη, έλα εδώ», Γιωργάκη, μην μπαίνεις στη θάλασσα χωρίς μπρατσάκια», «Γιωργάκη, μην πετάς πέτρες»–, συζητούσε. «Το κρέας ήταν λίγο πάνω από κιλό, μου λέει να το αφήσω, του λέω άσ’ το, έπειτα είδα πόσο έκανε και έπαθα. Δεν βγαίνει. Πήρα για πρώτη φορά μπουκάλι με εξευγενισμένα ελαιόλαδα, και μετρούσα τα νεκταρίνια». «Ο πληθωρισμός της απληστίας». «Και ατελείωτη αισχροκέρδεια, γιατί δεν τους ελέγχουν;» «Κάτι πρέπει επιτέλους να κάνουν. Να πάρουν διοικητικά μέτρα, να βάλουν πλαφόν σε ορισμένα είδη, κόφτες στα υπερκέρδη». «Εμένα με τρομάζουν οι φωτιές. Πάει η Δαδιά, ασύλληπτη καταστροφή. Αν καιγόμαστε έτσι κάθε χρόνο, δεν θα μείνει δέντρο στη χώρα». «Θα αποψιλωθεί η Αττική». «Βλέπω δασάκι και σφίγγεται η ψυχή μου. Λέω, του χρόνου θα υπάρχει; Το πράσινο πια με αναστατώνει, με κάνει να αγωνιώ, να σκέφτομαι ότι αυτό που έχω τώρα μπροστά μου, για παράδειγμα το μικρό πευκοδάσος στη Βάρη, έχει ήδη ξεγραφτεί». «Μα τι λες; Δεν θα το αφήσουν να καεί!». «Το λένε συνέχεια. Οι φωτιές σβήνουν τον χειμώνα! Xρειάζεται η κυβέρνηση να αλλάξει τακτική, να φροντίσει πολύ σοβαρά το πριν. Μετά η φωτιά δεν πιάνεται». «Ολο λέμε η κυβέρνηση και η κυβέρνηση. Και όλοι οι υπόλοιποι; Οι τοπικοί φορείς; Οι ιδιώτες; Εμείς; Ζούμε αλλού; Αυτό είναι το λάθος. Νομίζουμε ότι δεν μας αφορά». «Δηλαδή τι μπορούμε να κάνουμε εμείς;». «Κατ’ αρχάς να προσέχουμε. Αλλά και καθαρισμούς, εθελοντική πυροπροστασία». «Αν δεν βάλουμε όλοι πλάτη, δεν προχωράμε». «Το έχουμε καταλάβει; Μπορούμε να συμφωνήσουμε; Να συνεργαστούμε;» «Χρειάζεται σύμπνοια». «Συναίνεση». «Ομοψυχία».

Το γαλανό της θάλασσας γίνεται βαθύ μενεξεδί, οι συζητήσεις κοπάζουν. Φωτάκια τρυπούν το μπλαβί τοπίο κι απλώνεται γύρω μια άθραυστη σιωπή, μια απόλυτη γαλήνη όπως την έβδομη ημέρα της δημιουργίας. Πλανήτης υπέροχος, χώρα μοναδική, για λίγες στιγμές οι ανησυχίες σβήνουν, εξαφανίζεται η ανθρώπινη περιπέτεια με τα αιφνίδια γυρίσματα, τις καταστροφές, την οδύνη, μένει μόνο η ηχώ της ελπίδας – έλεγχος, πρόβλεψη, συσπείρωση, ομοψυχία…

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT