15χρονη ερωτεύεται γάτο, ηλικιωμένος σώζει καναρίνι

15χρονη ερωτεύεται γάτο, ηλικιωμένος σώζει καναρίνι

Οι απανωτές καταστροφές και η θανατηφόρα αποτυχία αντιμετώπισής τους μάς έχουν κάνει κυνικούς. Λέμε συχνά πως δεν μάς αξίζουν τα ζώα. Πως είμαστε τόσο σάπιοι και ανίκανοι που η αγάπη των σκύλων και η καλοσύνη των αγελάδων δεν είναι για εμάς

4' 3" χρόνος ανάγνωσης

Στη Θεσσαλία από την πρώτη στιγμή της πλημμύρας μύριζε απαίσια. Οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι να ρίξουν, για να φύγει η μπόχα. Αβοήθητοι έβγαζαν μέσ’ απ’ τις λάσπες αυτό που αποκαλείται «ζωικό κεφάλαιο». Ο οικονομικίστικος όρος δημιουργεί απόσταση, αλλά είναι μια καλή επιλογή: οι άνθρωποι αυτοί συμμετείχαν στην οικονομία μέσω των ζώων τους.

Μετά τα νερά υποχώρησαν. Μαζί με το ένστικτο της επιβίωσης έφυγε κι η ευγνωμοσύνη για το δώρο της ζωής. Έπεσε η αδρεναλίνη, βγήκε η κούραση, ξημέρωσε η μέρα που ξεκίνησε ο θρήνος. Κάτω απ’ τον αμείλικτο ήλιο η λάσπη και το καφέ νερό γυάλισαν στο φως. Βρωμόνερα. Κατάπιαν μερικά ζώα. Άλλα γύρισαν στις φωλιές τους και δεν τις βρήκαν. Μερικά σκαρφάλωσαν κι επιβίωσαν. Τώρα δεν μπορούν να σιτιστούν ή να μπουν σε προστατευμένο μέρος. Τα καταφύγια τους τα πήρε το νερό.

Οι απανωτές καταστροφές και η θανατηφόρα αποτυχία αντιμετώπισής τους μάς έχουν κάνει κυνικούς. Λέμε συχνά πως δεν μάς αξίζουν τα ζώα. Πως είμαστε τόσο σάπιοι και ανίκανοι που η αγάπη των σκύλων και η καλοσύνη των αγελάδων δεν είναι για εμάς. Σ’ αυτό βοηθάει και η μεγάλη δημοσιότητα που παίρνουν περιστατικά επιθέσεων. Αν κάποιος κλωτσήσει κανένα περιστέρι, κρεμάσει καμιά γάτα από γάντζο ή βάψει με σπρέι κανένα κυνηγόσκυλο, θα τρεντάρει ψηλά στους τίτλους των ειδήσεων. 

Στο μυθιστόρημα της Σάλι Ρούνι «Όμορφε κόσμε, πού είσαι» αιωρείται η αίσθηση ενός τέλους που θα ‘ρθει, στη γενιά μας, στην επόμενη, κάπου τώρα τέλος πάντων. Αυτή η οικολογική καταστροφή θα μάς ρουφήξει, ενώ πλένουμε κανονικά τα πιάτα μας, πάμε σε γάμους, χωρίζουμε, βγαίνουμε ραντεβού. Οι ηρωίδες, γνήσια τέκνα της εποχής τους, αναρωτιούνται αν μάς αξίζει η επιβίωση ή ο αφανισμός. Η μία απαντά πως εάν υπάρχει κάτι που την κάνει να πιστεύει στην ανθρωπότητα, αυτό είναι ο τρόπος που φερόμαστε όταν ερωτευόμαστε. Σαν χαζοί κάνουμε. 

Κοιτάζοντάς το από μακριά, το είδος μας είναι πραγματικά σιχαμένο. Να τι μάς κληροδότησαν οι προηγούμενες γενιές: λάσπη, βρώμα και καμένη γη. Αυτό σκεφτόμουν κάπως απελπισμένη σκρολάροντας στο κινητό φωτογραφίες μουλιασμένων αναμνήσεων και τσατάροντας με φίλους που πνίγηκαν τα χωράφια των δικών τους. Έβλεπα τις καρότσες με τα κουφάρια των ζώων και αναρωτιόμουν πόσοι κτηνοτρόφοι αναγκάστηκαν να εισπνεύσουν αβοήθητοι τη βρώμα και τη λάσπη, για να βρουν από κάτω ψοφίμια και νερό κι έψαχνα λόγους να μην είμαι κυνική μέσα σ’ αυτήν την ολική κατάρρευση του οικοσυστήματος στο οποίο γεννήθηκα και μεγάλωσα. 

Έκλεισα το κινητό και έβγαλα τον σκύλο βόλτα. Συνάντησα την κλασική ηλικιωμένη με το ταλαίπωρο κυνηγόσκυλο. Τα σκυλιά μας μυρίστηκαν κι αρχίσαμε να μιλάμε. Το δικό της έχει χίλια δυο προβλήματα, κουτσαίνει, δεν κάνει σωστά τις ανάγκες του, να το κλαίνε οι ρέγγες είναι. Μού τα είπε όλ’ αυτά αναλυτικά, πάλι, με ακριβείς κτηνιατρικούς όρους, στο όρθιο δίπλα στους κάδους των σκουπιδιών. 

Την άλλη μέρα στο πετ σοπ μια άλλη κυρία, γύρω στα πενήντα θα ‘ταν, ρωτούσε αναλυτικά για τα συστατικά μίας σκυλοτροφής. «Θα τής αρέσει λέτε; Θα την πειράξει; Είναι γριούλα και φοβάμαι μην την πειράξει». 

Οι άνθρωποι που δεν συγκατοικούν με κάποιο ζώο γελούν μ’ αυτές τις τρυφερότητες. Τους διασκεδάζει ή τους απωθεί που φυσιολογικοί άνθρωποι, σοβαροί συνήθως, γίνονται θεόχαζοι όταν ερωτεύονται ένα κυνηγόσκυλο, ένα ταλαίπωρο καναρίνι, μία μαδημένη γάτα. Ξοδεύουμε λεφτά για χάρη τους. Τρέχουμε στους γιατρούς. Καθαρίζουμε όπου λερώνουν. Αγρυπνούμε στο πλευρό τους όταν υποφέρουν. Αφηνόμαστε σε μία συντροφικότητα χωρίς λέξεις, σωματική, με μυρωδιές κι αγγίγματα, με τρίψιμο της πλάτης ή της κοιλιάς, με βλέμματα. 

Συχνά είναι ψηλά στις ειδήσεις ο «δεκαεφτάχρονος που κλώτσησε γάτες» ή το «κτήνος που έγδαρε σκύλο». Όμως, κάθε βράδυ κάμποσοι άνθρωποι βγάζουν βόλτα κάποιον σκύλο που αφού γδάρθηκε επιβίωσε και υιοθετήθηκε, επειδή κάποιος τον ερωτεύτηκε απ’ τη φωτογραφία του κιόλας, με το πρώτο βλέμμα.

Αν κάτι αξίζει στο είδος μας, ίσως να είναι αυτό το χαζό φέρσιμό μας όταν ερωτευόμαστε ένα ζώο. Εξωτερικά φαντάζει αντιφατικό, υποκριτικό, ενδεχομένως μια λάθος ιεράρχηση προτεραιοτήτων. Βγάζει νόημα ένα τέτοιο δόσιμο στο πλαίσιο ενός συστήματος εκμετάλλευσης της γης και των έμβιων όντων; Τρώμε κρέας, διαθέτουμε βιομηχανικό τρόπο εξόντωσης κοτόπουλων, γουρουνιών κι αγελάδων. Το περιβάλλον καταρρέει, ο κάμπος της χώρας έγινε λίμνη, τα δάση στάχτη, ο αέρας έχει μολυνθεί. Κι ακόμη, δεν είναι σάπιο να σώζεις το ζώο που σού είναι αρεστό ενώ αφήνεις έντομα κι ερπετά πολύτιμα για την επιβίωσή μας ν’ αλέθονται στη μηχανή ενός συστήματος που θα τα καταπιεί όλα πριν καταπιεί τον εαυτό του;

Μπορεί να ισχύουν κάπως όλ’ αυτά. Όμως, οι ερωτευμένοι ερωτεύονται και δεν κρατάνε λογαριασμό. Αυτή η βλακεία τους, η απονεύρωση στο μυαλό, η προκλητική απώλεια της ικανότητας να υπολογίζουν, να μετράνε τον κόπο τους και να φοβούνται, είναι η καθημερινή τους στάση στα πράγματα. Απ’ αυτό το απόθεμα αντλούν, για να σύρουν το καροτσάκι τους μες στην πόλη και να ταΐσουν τις αδέσποτες γάτες, εκεί μέσα βρίσκουν αυτό που θα πουν στο κακοποιημένο σκυλί τους όταν τρέμει και λερώνει ακατάσχετα. Από ‘κει μπορεί να ξεθάψουν κι αυτό που χρειάζεται για τα πιο μεγάλα έργα-αυτά που θα χρειαστούν πολλή φαντασία και ριζικές αλλαγές, για να φανούν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT