Γιάννης Ιωαννίδης: Στο ξερό

2' 6" χρόνος ανάγνωσης

Ακόμη και στα αθλήματα που ονομάζουμε «ομαδικά», στην οπαδική μνήμη μένει το ατομικό χάρισμα. Η λατρεία του ενός, γύρω από τον οποίο χτίζεται η ομάδα.

Ο μύθος στον οποίο οφείλεται η ανάδυση του ελληνικού μπάσκετ υφάνθηκε έτσι γύρω από το ασύγκριτο ταλέντο ενός μεγάλου αθλητή: του Νίκου Γκάλη. Η ομάδα εκείνη του Αρη, σε μια εποχή που η επαγγελματική καλαθόσφαιρα δεν λειτουργούσε ακόμη με τα επιχειρηματικά στάνταρ του παρόντος, είχε παραδόξως χωρέσει και δεύτερο σταρ. Δίπλα στον χορευτή Γκάλη, κατάφερε να λάμψει και ο μαχητής Γιαννάκης – ο ένας κεντούσε και ο άλλος έσκαβε.

Με αυτή τη σπάνια συναστρία αθλητικών προσωπικοτήτων, ακόμη πιο παράδοξο είναι ότι κατάφερε να ξεχωρίσει ο πιο άχαρος ρόλος. Με τόσο ταλέντο στο παρκέ, κατάφερε να πρωταγωνιστεί κι εκείνη η μονίμως ιδρωμένη, ξεκούμπωτη και αγανακτισμένη φιγούρα στον πάγκο. Ο Γιάννης Ιωαννίδης δεν έπαιζε πια μπάσκετ. Η προπονητική του όμως δεν μπορούσε ποτέ να χωρέσει πίσω από την άσπρη γραμμή. «Επαιζε» και ο ίδιος με τόσο πάθος, ώστε, όχι σπάνια, μετέφερε τη δράση εκτός γηπέδου. «Επαιζε» απορροφώντας όλη την ένταση του ματς στο σώμα του και στη φωνή του.

Το μη σύστημα του πάθους έξω από το παρκέ.

Με τα σημερινά μέτρα, που η γλώσσα υπακούει στα εγχειρίδια ψυχοκοινωνικής υγιεινής, ο Ιωαννίδης θα χαρακτηριζόταν ίσως «τοξικός» και «κακοποιητικός», πρωτίστως με τους συνεργάτες του. Εκπροσωπούσε ακόμη ένα είδος μάνατζμεντ που θύμιζε περισσότερο ψυχωμένο λοχαγό, που πάει να αντλήσει από τους στρατιώτες του τη ζωτική τους δύναμη με τονωτικά χαστούκια (και, ενίοτε, μπουκάλια), παρά έναν εγκέφαλο που καθοδηγούσε το παιχνίδι με την ανάλυση. Σε αυτή την άγρια γοητεία του –και στο ένστικτο που τον έκανε να δραματοποιεί τον ανταγωνισμό– ο Ιωαννίδης δεν σταδιοδρόμησε απλώς ως πολυνίκης. Αλλά λατρεύτηκε κιόλας από την κερκίδα σαν είδωλο. Ξεχνούσε να χάσει. Αλλά όταν έφτανε στο τελευταίο σκαλί –εκεί που η ευρωπαϊκή επιτυχία απαιτούσε ίσο μερίδιο από το μυαλό και την ψυχή–, ξεχνούσε να αλλάξει σακάκι.

Από τα λαοφιλή αθλήματα, το μπάσκετ θεωρείται από τη φύση του πιο ευγενές – τα χέρια είναι πιο κοντά στο μυαλό από τα πόδια. Σε αυτό το άθλημα του ανώτερου σώματος, ο Ιωαννίδης έμοιαζε να έχει μεταναστεύσει από άλλη σφαίρα. Και η εποποιία του, κυρίως με τον Αρη, που υπήρξε ομάδα χειροποίητη σε ένα περιβάλλον ακαλλιέργητης ακόμη μπασκετικής κουλτούρας, είχε τη στόφα του ποδοσφαιρικού θαύματος που φύεται «στο ξερό». Ο ίδιος είχε την ιδιοσυγκρασία του αουτσάιντερ, που, με την ψυχή –και το σιχτίρι– στο στόμα, αψηφούσε την πραγματικότητα και εντέλει τη νικούσε.

Αυτό το μη σύστημα δεν είχε λογική. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να επαναληφθεί. Θα μείνει αλησμόνητο. Και αμίμητο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT