«Ρήγμα στο καθεστώς Μητσοτάκη»

2' 19" χρόνος ανάγνωσης

Είναι δικαίωμα του καθενός να βλέπει ρήγματα ή μαύρες τρύπες όταν προσπαθεί να ερμηνεύσει ένα εκλογικό αποτέλεσμα. Το πολύ πολύ, αν η εκτίμησή του είναι λανθασμένη, δεν θα σηκώσει ποτέ κεφάλι. Οταν όμως μια δημοκρατική κυβέρνηση τη χαρακτηρίζει «καθεστώς», τότε ουσιαστικά αρνείται την ύψιστη αρχή της δημοκρατίας: τη λαϊκή ετυμηγορία. Δικαιολογείται η χρήση αυτής της λέξης όταν ένα κόμμα δημιουργήσει ανελεύθερες δομές που το κρατούν στην εξουσία παρά τη λαϊκή βούληση ή αν επηρεάζει το φρόνημα των πολιτών μέσα από ένα ολοκληρωτικό σύστημα πληροφόρησης. Στην πατρίδα μας, ευτυχώς, μετά τη Μεταπολίτευση, είχαμε ομαλή την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία και, το κυριότερο, ουδέποτε ο ηττημένος αμφισβήτησε το εκλογικό αποτέλεσμα. Επιπλέον, από το 1990 και μετά, με την εμφάνιση της ιδιωτικής ραδιοφωνίας και τηλεόρασης, η ενημέρωση είναι πλουραλιστική, ώστε κανένα κόμμα δεν μπορεί να μιλήσει για αποκλεισμούς, διακρίσεις και μεροληψία. Για να μη μιλήσω για την ελευθερία του λόγου. Δεκάδες νεανίες παρήλαυναν επιδεικτικά μπροστά στις κάμερες βρίζοντας χυδαία τον πρωθυπουργό του «καθεστώτος», ενώ το ίδιο έκανε και προβεβλημένη συνδικαλίστρια, δημόσια υπάλληλος ούσα, ατιμωρητί.

Η χρήση της λέξης «καθεστώς» από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν αναφέρεται σε μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, δηλητηριάζει το πολιτικό κλίμα, καθώς αμφισβητεί ευθέως τους θεσμούς.

Αφού όλα αυτά που υποστηρίζουν είναι τόσο προφανώς αναληθή, γιατί τα λένε και εκτίθενται; Διότι έτσι νομίζουν πως αιτιολογούν ή δικαιολογούν τις αλλεπάλληλες ήττες τους. Αλλιώς είναι να χάνεις από ένα καθεστώς και αλλιώς από μια δημοκρατική κυβέρνηση. Στην πρώτη περίπτωση, η ήττα είναι φυσιολογική διότι ο αγώνας απέναντι στους μηχανισμούς του καθεστώτος είναι άνισος. Αρα και η εσωκομματική λογοδοσία είναι άνευ αντικειμένου και νοήματος. Δεν διερωτώνται, όμως, μήπως αυτή η λανθασμένη προσέγγιση της καταστάσεως είναι μία από τις αιτίες των ηττών τους; Μήπως αναλύοντας με παρωχημένα εργαλεία τη φύση του αντιπάλου χαράσσουν λάθος τακτική και ατελέσφορη επικοινωνιακή πολιτική; Αυτό, είναι ευνόητο, δεν πρόκειται ποτέ να το παραδεχτούν, διότι σε μια τέτοια περίπτωση αναδεικνύονται ευθύνες ατομικές και συλλογικές. Συνεπώς, η χρήση της λέξης «καθεστώς» βολεύει ποικιλοτρόπως.

Ο αναγνώστης θα αναρωτηθεί: «Είσαι σοβαρός; Γράφεις 440 λέξεις για να αποδείξεις το αυτονόητο; Για να αποδείξεις ότι έχουμε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, εναρμονισμένο πλήρως με τα δυτικοευρωπαϊκά πρότυπα;». Απαντώ πως τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Στην Ελλάδα, σχεδόν πάντα το αυτονόητο είναι προς απόδειξη. Επιπροσθέτως, η χρήση της λέξης «καθεστώς» από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όταν αναφέρεται σε μια δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, δηλητηριάζει το πολιτικό κλίμα αφού αμφισβητεί ευθέως τους θεσμούς. Μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου γύρου των δημοτικών εκλογών τι είχαμε; Αστοχες παρεμβάσεις υπουργών. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Μήπως επηρέασαν τους ψηφοφόρους για να υπερψηφίσουν τους κυβερνητικούς δημάρχους και περιφερειάρχες; Οχι, το ακριβώς αντίθετο συνέβη. Γιατί; Διότι δεν έχουμε «καθεστώς» αλλά δημοκρατία. Αν είχαμε «καθεστώς» Μητσοτάκη, οι εκβιασμοί και οι πιέσεις θα έπιαναν τόπο και δεν θα είχαμε τα γνωστά αποτελέσματα του δεύτερου γύρου, που το «ρηγμάτωσαν».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT