Ο Daniel Blake στο Δημόσιο της τεχνητής νοημοσύνης

Ο Daniel Blake στο Δημόσιο της τεχνητής νοημοσύνης

4' 56" χρόνος ανάγνωσης

Οταν βγήκε η ταινία του Ken Loach «Ι, Daniel Blake» (Εγώ, ο Daniel Blake) στα σινεμά, δεν πήγα να τη δω. 2016. Δεν είχα χώρο να συγκινηθώ. Ενσυναίσθηση; Καμία, για κανέναν. Μια ταινία για το πόσο δύσκολα περνάει ένας φτωχός και μοναχικός γέρος; Εδώ να έρθει ο Ken Loach, έλεγα, να γυρίσει εδώ μια ταινία.

Μετά από χρόνια η ταινία κι εγώ συναντηθήκαμε. Οι φτωχοί της Βρετανίας τράβηξαν την προσοχή. Λευκοί και περιθωριοποιημένοι, σε χάλια διαμερίσματα χωρίς θέρμανση. Αυτό μ’ ενδιέφερε ξαφνικά. Στα χρόνια από το Brexit και μετά πλήθαιναν οι εκπομπές για τις ουρές στις «τράπεζες φαγητού» (food banks – τι απαίσιος όρος;), την κακή διατροφή, τα φοιτητικά δάνεια, την κατάθλιψη και τη μοναξιά σε νέους και γέρους. 

Σε χθεσινό δημοσίευμα του Guardian (23.10.2023, Στο Ηνωμένο Βασίλειο, Υπάλληλοι Χρησιμοποιούν Τεχνητή Νοημοσύνη Σε Αποφάσεις Για Επιδόματα Μέχρι και Αδειες Γάμου, UK officials use AI to decide on issues from benefits to marriage licences), λέει λίγο πολύ το εξής. Το βρετανικό Δημόσιο βάζει ένα σύστημα να ελέγχει δεδομένα που αφορούν στα επιδόματα. Παίρνει αποφάσεις και μερικές φορές παραπέμπει σε άνθρωπο. Η τελική απόφαση είναι μεικτή ανθρώπινη και μη ανθρώπινη. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς πώς λειτουργεί.

Το σύστημα αντανακλά τις προκαταλήψεις των σχεδιαστών του ή τις μεγιστοποιεί κιόλας. Λογικά, έχει σχεδιαστεί για να είναι αποτελεσματικό, όπου αποτελεσματικό είναι κάτι μετρήσιμο που μπορεί να συρρικνωθεί σε μία γλώσσα που να επιτρέπει την επικοινωνία του συστήματος με τους χειριστές του. Κρίνοντας από τον εαυτό μου και κάποια σχετική βιβλιογραφία που έχω δει για την ικανότητα της τεχνολογίας να μας «σπρώχνει» προς συγκεκριμένες αποφάσεις, θεωρώ μάλλον απίθανο οι κακοπληρωμένοι δημόσιοι υπάλληλοι να αγωνιούν πολλή ώρα για το εάν το σύστημα έχει δίκιο ή άδικο. 

Το επιχείρημα «η απόφαση για το επίδομά σας είναι δίκαιη, γιατί τελικά την πήρε άνθρωπος», μου φέρνει στον νου κάποια πρώτα στάδια στην ψηφιοποίηση του ελληνικού κράτους όπου εκδίδονταν ηλεκτρονικά κάποια έγγραφα, αλλά έπρεπε να τα λάβεις από έναν συγκεκριμένο υπάλληλο, σ’ έναν συγκεκριμένο υπερυπολογιστή, σε κάποιο κρυφό σκοτεινό δωμάτιο κάπου στα δικαστήρια, όπου έβαζαν και τη σχετική σφραγίδα, για να είμαστε σίγουροι. 

Νομίζω γι’ αυτό αρχικά δεν μ’ ενδιέφερε η ταινία «I, Daniel Blake». Στην ταινία ένας άνθρωπος πετιέται εκτός. Το κράτος τού κόβει τα επιδόματα. Τον σέρνει σε μία εξευτελιστική διαδικασία αναζήτησης εργασίας, ενώ είναι γέρος κι άρρωστος. Το σύστημα απαιτεί την ψηφιακή κατάθεση όλων των εγγράφων του και η διαδικασία δεν έχει χώρο για ανθρώπινες επαφές. Ακόμη κι οι άνθρωποι που του μιλάνε θα μπορούσαν να είναι ρομπότ εκπαιδευμένα να συνομιλούν.

Η ψηφιοποίηση για τη γενιά μου ήταν πάντα καλή. Ημουν εικοσικάτι και είχα σιχαθεί να περιμένω σε ουρές και να μαζεύω χαρτιά από το απολυτήριο λυκείου και έπειτα. Να βγάζω τ’ ακουστικά μου, για να μου απευθυνθεί ποιος; Κάποιος που εννιά το πρωί θέλει μπλε υπογραφές αντί για μαύρες; Να νοσταλγήσω τι; Μια εποχή που δεν μπορείς να σκανάρεις και να ανεβάσεις τα αποδεικτικά έγγραφα, αλλά που πρέπει να τα πας ως χαρτιά; Αηδίες.

Ομως, το «Ι, Daniel Blake» δεν μιλά ακριβώς για τους υπολογιστές, αλλά για το περιθώριο. Ο Daniel δεν αντέχει άλλο να τα βάζει με το γραφειοκρατικό τέρας που τον ταπεινώνει. Η απόφαση της ταπείνωσης υπάρχει, έχει ληφθεί από ανθρώπους και βρίσκει έκφραση και αυτόματη αναπαραγωγή μέσα από τη χρήση της τεχνολογίας, όπως η συλλογική μας παράδοση στη σαχλαμάρα βρίσκει έκφραση και κάτι σαν καρκινογόνο εξάπλωση μέσα από τις πλατφόρμες. Το ίντερνετ θα μπορούσε να ήταν ένας άλλος χώρος, αλλιώς. Μια σειρά αποφάσεων σχεδιαστών-θεών και χρηστών-πιστών τού δίνουν το καθημερινό του σχήμα, που για καθέναν είναι άλλο. Παράλληλα αναπτύσσονται δυναμικές, τάσεις, πιέσεις, τα ξέρουμε – δεν θα κάνω story, άλλωστε, κι αυτό το κείμενο;

Πίσω στον Daniel (για τον οποίο τώρα έχω έντονα συναισθήματα αγάπης, λίγη ενοχή και πολλή κατανόηση), όταν η μέρα του μεταξύ τράπεζας φαγητού και αναζήτησης εργασίας φτάνει στο απόλυτο τέλμα, λέει πως πέτυχαν τον στόχο τους, τον κάνανε να νιώσει άχρηστος. Να σβήσετε τ’ όνομά μου απ’ αυτούς τους υπολογιστές, αυτό δεν θέλατε; Τα παρατάω, κλείστε το. Ωστε είναι άνθρωπος και όχι δεδομένα προς επεξεργασία.

Τώρα, όσο αυτοματοποιούνται οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων, οι Αρχές θα μπορούν να λένε: ο υπολογιστής αποφάσισε, δεν φέρω ευθύνη, υποβάλετε τα παράπονά σας ηλεκτρονικά. Σαν να το βλέπω μπροστά μου: «Η τεχνητή νοημοσύνη είναι πιο έξυπνη από μας», «αυτά δεν κάνουν λάθη». Με τρυφερότητα σαν να μιλάνε σε ζωάκι, εχθρότητα ή ψύχρα θα γνέφουν προς το αυτόματο σύστημα και το ζήτημα θα λήγει. 

Οποιος θα θέλει να αμφισβητήσει τη δήλωση, θα πρέπει να ψάξει το δίκιο του αλλού (κι αυτό κοστίζει, μάλιστα στην Ελλάδα παίρνει και χρόνια). Οι άνθρωποι που χρειάζονται τη βοήθεια της πρόνοιας ούτε ενέργεια έχουν ούτε όρεξη να τρέχουν. Τα αυτόματα συστήματα θα μπορούσαν να τους αφήνουν στο περιθώριο και φαινομενικά κανείς να μη φταίει ακριβώς γι’ αυτό. Θα μπορούσαν να είναι οι απρόσωποι εκτελεστές κακών πολιτικών αποφάσεων, ενώ οι δημόσιοι υπάλληλοι θα επωμίζονταν τον ρόλο για τον οποίο έχουν πραγματικά εκπαιδευτεί, αυτόν του σάκου του μποξ για όσους θέλουν να σπάσουν τον υπολογιστή που τους χειρίζεται, αλλά ξέρουν πως αυτό δεν συγκρίνεται με το να ουρλιάζεις σ’ έναν άνθρωπο με σάρκα και οστά. 

Από την άλλη, για ν’ αφήσουμε τη Βρετανία και να έρθουμε εδώ, χιλιάδες άνθρωποι στο περιθώριο θα ωφελούνταν, αν οι διαδικασίες του Δημοσίου ήταν πιο γρήγορες (για παράδειγμα οι μετανάστες). Το να βγαίνει γρήγορα η δουλειά στο Δημόσιο δεν είναι λίγο, κι όποιος έχει σταθεί όρθιος σε ουρές, ώσπου η (συνήθως είναι η) υπάλληλος να λυπηθεί τις ψυχές μας και να πιάσει τη στοίβα με τα χαρτιά, το ξέρει. 

Υπάρχει τρόπος να συζητήσουμε πόση τεχνητή νοημοσύνη θέλουμε, πού και με τι όρους. Οταν παρουσιάζεται σαν μαύρο μαγικό κουτί (παρουσίαση που πείθει, αφού δεν καταλαβαίνουμε και πώς λειτουργεί – τι εννοούν εκπαιδεύεται μόνη της;!), σαν θεός ή σατανάς, σαν το τέλος μας ή σαν κάτι τελείως γελοίο που θα φτιάξει deep fakes γατών μέσα σε πίνακες του Πικάσο που δεν είναι σαν Πικάσο, αλλά σαν Πικάσο με εγκεφαλικό, κάτι χάνεται. Ο Daniel Blake θα είχε φρικάρει.   

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT