O Οκτώβριος δεν υπάρχει πια

3' 34" χρόνος ανάγνωσης

Δεν έχει πεσμένα φύλλα. Τα φαγητά του δεν βγάζουν νόημα. Υπερβολικά αχνιστά, υπερβολικά ζεστά. Δεν βρέχει, κι όταν βρέχει είναι κατακλυσμός. Δεν υπάρχει η αίσθηση πως κάτι τελειώνει, βάφεται κόκκινο, κίτρινο, πορτοκαλί, μπαίνει στη γη και ο κύκλος κλείνει. Είναι σαν κάποιος να ’χει ξεχάσει το φως ανοιχτό. 

Εντάξει, δεν είναι κι άσχημα, κι ό,τι δεν ελέγχεις μπορείς να το δεις αλλιώς κ.λπ. Το φως του Οκτωβρίου υπάρχει. Ο αέρας είναι ήπιος και φιλικός. Μπορείς ακόμη να καθίσεις έξω. Είναι κάπως άβολο όλο αυτό ώσπου το συνηθίζεις. Συμφιλιώνεσαι, τι άλλο να κάνεις; Κοντομάνικο χωρίς ζακέτα, κλειστό καλοριφέρ και άρα οικονομία, ένα παντοτινό καλοκαίρι. 

Υπάρχει κάτι σ’ αυτήν τη σύγχυση των εποχών. Στη χαμένη λογική της αίσθησης του χρόνου. Υπάρχει κάτι στο φθινόπωρο που ’χει να κάνει με την ορατή σήψη της φύσης, με τις μικρές ημέρες, με μύθους και θρύλους για νεκροζώντανους και ξωτικά, με την προετοιμασία του σπιτιού και του εσωτερικού μας για τον χειμώνα. Ολ’ αυτά είναι παράταιρα τώρα. Οπως παράταιρα είναι εδώ και χρόνια τα λαμπάκια των χριστουγέννων στην Αττική, το φως είναι συνέχεια εδώ, δεν χρειάζονται όντως λαμπάκια – ειδικά το πρωί. 

Τώρα ο καθένας μπορεί να επιλέξει το κλίμα του. Υποθέτω πως ένας σκασμός μπουχτισμένοι από τον βορειοευρωπαϊκό χειμώνα μετανάστες και ψηφιακά εργαζόμενοι θα θέλουν να πάρουν τον υπολογιστή-λουρί τους και τουλάχιστον για κάποιο διάστημα να δουλέψουν στα ζεστά. Πόρτο. Αθήνα. Ανδαλουσία. 

Αυτό φυσικά θα κάνει τους Ελληνες υπαλλήλους να νιώσουν ακόμη πιο χάλια με τις συνθήκες εργασίας τους, αλλά ενδεχομένως να τους ανοίξει και τα μάτια στις αμοιβές και τα οφέλη που «παίζουν» αλλού, κανείς δεν ξέρει πώς θα εξελιχθεί ακριβώς όλη αυτή η μετακίνηση προνομιούχων πληθυσμών λόγω κλίματος. Το σίγουρο, όμως, είναι πως όσο θα επιτρέπεται (και γιατί όχι;) η τηλεργασία απ’ αλλού, θα επιλέγει κανείς το κλίμα του και η Αθήνα θα είναι μια απολύτως ελκυστική επιλογή σ’ αυτό το πεδίο. 

Αυτό το μόνιμο φως θα φέρει ανθρώπους με ανώτερη αγοραστική δύναμη συγκριτικά με τον ντόπιο πληθυσμό, καταναλωτές υπηρεσιών και προϊόντων, ενοικιαστές που δεν θα έχουν θέμα να πληρώσουν και κάτι παραπάνω. 

Θα φέρει κι άλλους σπαστικούς τύπους, απ’ αυτούς που κάνουν επαγγελματικές κλήσεις ή συναντήσεις στις καφετέριες. Τουλάχιστον οι περιοχές του κέντρου όπου συμβαίνει ήδη αυτό έχουν κάπως προσδιοριστεί.

Αποφύγετε Παγκράτι, Κουκάκι, Εξάρχεια αργά το πρωί. Εχει μελλοντικά στελέχη που θα σου ρίξουν δολοφονικό βλέμμα αν δεν είσαι με το λάπτοπ ή αν σηκώσεις το κεφάλι απ’ το βιβλίο σου να πεις στη φίλη σου κουτσομπολιά. Γιατί δεν νοικιάζουν έναν χώρο αφού έχουν τόση δουλειά και κληρονομημένα ή φρέσκα χρήματα; 

Κοιτάζοντας μία κοπέλα που εργάζεται σ’ ένα καφέ του κέντρου συνειδητοποιώ πόση ανάγκη έχει να δείχνει ότι εργάζεται. Ναι, έχει ξεφύγει από το γραφείο όπου ανάμεσα σε αντιπαθείς συναδέλφους της θα έπρεπε να κάνει ότι δουλεύει ενώ αγοράζει παντελόνια στο ίντερνετ. Αλλά δεν της έχει φύγει η ανάγκη της επιτήρησης.

Θέλει να επιτηρεί και να την επιτηρούν. Μιλάει στη σερβιτόρα του καφέ σαν να είναι η προσωπική της βοηθός. Ταυτόχρονα, δεν αλλάζει καφέ. Εκεί πηγαίνει σχεδόν κάθε μέρα, σ’ έναν εντελώς πολυσύχναστο χώρο. Εκεί τη βλέπουν να δουλεύει. Εκεί την πετυχαίνω. 

Κρατιέμαι. Αντέχω. Θα ’ρθει η ώρα που η πόλη θα μπουκώσει από τους αγχώδεις κυνηγούς της προσοχής (θέλω ησυχία, αλλά ήρθα να δουλέψω μες στον κόσμο, θέλω να μη με κοιτάτε, αλλά σας κοιτάω εγώ, θέλω να στείλω ένα μέιλ, αλλά μιλάτε) και θα βγάλει τραπεζάκια με αυτοκόλλητα «χωρίς λάπτοπ».

Συνέβη στη Λισαβόνα, στο Βερολίνο και αλλού. Θα ’ρθει και ’δω. Οι καλές θέσεις στα καφέ, που βλέπουν στην πόρτα και στον δρόμο, θα λένε «χωρίς λάπτοπ», και οι σκιώδεις θέσεις προς τις τουαλέτες ή τους άλλους ορόφους θα επιτρέπουν την εργασία στη σκληρά εργαζόμενη διεθνή νεολαία που θέλει το οικολογικό της σάντουιτς και τον λάτε της. 

Την ίδια ώρα, ακούω γύρω μου πως οι Ελληνες πάνε φθινοπωρινές διακοπές. Στην Πολωνία και τη Βουλγαρία. Βουκουρέστι, Ζάγκρεμπ, τέτοια μέρη. Δεν είναι μόνον τα χρήματα, οι πτήσεις χαμηλού κόστους κι η ανομολόγητη οικειότητα με τους ανθρώπους.

Μπορεί να αποζητούν ένα φθινόπωρο που μετατοπίζεται ολοένα και πιο πάνω στον χάρτη. Εναν Οκτώβριο που έβγαζε νόημα ως τέλος εποχής. Μπορεί να ψάχνουν τοπία με ομίχλη και μούχλα, κρύα μεσημέρια, υγρά δάση, δρόμους ολόκληρους πεσμένων φύλλων, σκοτεινούς ουρανούς πριν από τη βροχή. Αυτό στην Αττική δεν υπάρχει πια και λογικά στους Πολωνούς θα μοιάζει μία ευπρόσδεκτη νερόβραστη εκδοχή αυτών που ξέρανε.  

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT