Εργαλειακές χρήσεις ενός δράματος

3' 36" χρόνος ανάγνωσης

Γιος Εβραίας σοσιαλίστριας, ο πολιτικός επιστήμονας Γιάσα Μουνκ έγραψε πρόσφατα σε ένα tweet ότι δεν είναι αντισημιτισμός να ασκείς κριτική στην ισραηλινή κυβέρνηση, ούτε να θρηνείς τον θάνατο χιλιάδων Παλαιστινίων· αν όμως παραβλέπεις τη σφαγή 1.400 Ισραηλινών από τη Χαμάς, μήπως τελικά δεν δίνεις δεκάρα για τη ζωή αθώων Εβραίων;

Μέσα στις ανέξοδες πολώσεις της καθ’ ημάς δημόσιας-σοσιαλμιντιακής σφαίρας, ο Μουνκ θα χαρακτηριζόταν από κάποιους «ισαποστάκιας» υποστηρικτής της Χαμάς, από άλλους πράκτορας του ισραηλινού επεκτατισμού στη Γάζα. Το έχουμε δει να συμβαίνει με αφορμές πιο «αθώες» από μια αιματηρή πολεμική σύγκρουση. Δύσκολα και σύνθετα προβλήματα τείνουμε να τα διηθούμε στα φίλτρα των δικών μας μικρών αναίμακτων πολέμων.

Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο. Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι δεν έχει ποτέ υποκύψει στον πειρασμό; Εδώ όμως αποκτά το νόημά της μια πρακτική που βρίσκεται στον πυρήνα του δυτικού πολιτισμού: ο αναστοχασμός, η κριτική απόσταση και από τις ίδιες μας τις πεποιθήσεις ακόμη, η δυνατότητα να αναζητάμε τρίτους δρόμους πέρα από το «με εμάς ή με τους άλλους;» που καταργεί κάθε διερώτηση.

Δεν είναι σκοπός ενός μικρού σημειώματος σαν αυτό να αναζητήσει τις αντινομίες μιας διένεξης όπου είναι σχεδόν αδύνατο να πει κανείς τις ήρξατο χειρών αδίκων. Είναι απλώς ένα σχόλιο για τις πολιτικές συνέπειές της στις δικές μας κοινωνίες, που ζουν μακριά από τον τόπο του αίματος.

Κάποιος που εγγράφεται στην κριτική παράδοση της δυτικής νεωτερικότητας, κατεξοχήν δηλαδή στο στρατόπεδο της προόδου, δεν θα είχε πρόβλημα να καταδικάσει την τρομοκρατική ενέργεια της Χαμάς – γιατί τι άλλο είναι ένα τυφλό χτύπημα εναντίον αμάχων που χορεύουν σε ένα φεστιβάλ και η απαγωγή οικογενειών με μικρά παιδιά από μια οργάνωση που αρνείται στο Ισραήλ το δικαίωμα να υπάρχει; Χωρίς ταυτόχρονα να δίνει λευκή επιταγή για τυφλά αντίποινα εναντίον χιλιάδων αμάχων από την ακροδεξιά κυβερνητική συμμαχία Νετανιάχου, που έχει διχάσει την ισραηλινή κοινωνία, τώρα αλλά και πριν, με τις ανελεύθερες παρεμβάσεις της στη Δικαιοσύνη.

Εδώ εμφανίζεται μια διπλή εργαλειοποίηση του δράματος. Για ένα μέρος της παγκόσμιας Αριστεράς, η Χαμάς είναι ο Δαβίδ ενάντια στον δυνάστη Γολιάθ. Δεν είναι απλώς αταβισμός η ταύτισή της με τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα που συγκινούσαν κάποτε, όχι άδικα, την Αριστερά. Πρόκειται για στρέβλωση της ιδέας ότι η Δύση οφείλει να στοχαστεί το αποικιακό παρελθόν της, δίνοντας φωνή στους «υποτελείς», στης γης τους κολασμένους. Στρέβλωση στον βαθμό που η ευγενής ιδέα της αυτοκριτικής φτάνει σε κάποιες εκδοχές της να δικαιολογεί τη δράση μιας θεοκρατικά δομημένης οργάνωσης, όπως η Χαμάς, που αρνείται στους ίδιους τους Παλαιστινίους θεμελιώδη δικαιώματα, στους Ισραηλινούς το δικαίωμα ύπαρξης, σε συνέχεια αιώνων αντισημιτισμού, και σε όλους το δικαίωμα στην ειρηνική συνύπαρξη. Προοδευτικοί Εβραίοι διανοούμενοι, όπως η κοινωνιολόγος Ιβα Ιλούζ, κατήγγειλαν την «ηθική αναισθησία της Αριστεράς» εκείνης που εκλογικεύει τη Χαμάς προδίδοντας τα θεμελιώδη μιας πολιτικής της χειραφέτησης – χωρίς καθόλου να αρνούνται την καταδίκη, εξίσου, της πολεμικής απάντησης του Ισραήλ, που αναπαράγει τον κύκλο του αίματος.

Υπάρχει όμως και η συμμετρική εργαλειοποίηση. Με αφορμή τα γεγονότα στη Γάζα, εξαπολύεται η γνωστή κατηγορία περί «ισλαμοαριστεράς». Ορος γαλλικής κοπής, που έχει χρησιμοποιηθεί από τη Μαρίν Λεπέν έως τον νεοαντιδραστικό κήρυκα Ερίκ Ζεμούρ, από τον Μισέλ Ουελμπέκ έως την υπ. Παιδείας του Μακρόν Φρεντερίκ Βιντάλ, προκειμένου να καταγγείλει τη γαλλική Αριστερά για ανίερη συμμαχία με τον ισλαμισμό. Ακριβέστερα, ότι μια ορισμένη πολιτική-ακαδημαϊκή σκέψη, αμερικανικής προέλευσης, ασχολείται με θέματα έμφυλων/φυλετικών διακρίσεων, ρατσισμού υπό το πρίσμα της αποικιακής ιστορίας, απορρίπτοντας την ισλαμοφοβία, ενώ στην πραγματικότητα αποδέχεται απροϋπόθετα την κουλτούρα των μουσουλμανικών κοινοτήτων. Οπως σημειώνει ο Γάλλος ανθρωπολόγος Ντιντιέ Φασέν, πρόκειται για έναν «πολιτισμικό πόλεμο», όπου η παρουσία μειονοτήτων που διεκδικούν δικαιώματα και η ανάδειξη της θρησκευτικής προκατάληψης και των διακρίσεων έχει διαταράξει τη βολική πίστη στην οικουμενικότητα της Ρεπουμπλίκ. Ή για την πολεμική εκδοχή της ελαφρώς ρατσιστικής ιδέας ότι οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί δεν μπορούν να ενσωματωθούν στην ευρωπαϊκή, «λευκή» χριστιανική κουλτούρα. Ιδέα παράδοξη, αν σκεφτεί κανείς πόσα νήματα συνδέουν την κουλτούρα μας με την αραβική, για παράδειγμα, μέσα από αιώνες συνύπαρξης και ώσμωσης, ή τον θεσμικό ρατσισμό που υφίστανται οι πληθυσμοί αυτοί.

Δύο συμμετρικές εργαλειοποιήσεις που έχουν εντέλει κάτι κοινό: αρνούνται την ιδέα ότι μπορούμε να σκεφτούμε με κριτήριο τη χειραφέτηση και τα ανθρώπινα δικαιώματα, εφαρμόζοντάς το αναστοχαστικά και στον εαυτό μας. Τον πυρήνα, δηλαδή, της νεωτερικής, δυτικής ιδέας της προόδου. Και όμως, οφείλει κανείς να υπερασπιστεί αυτή την ιδέα, «εδώ» όσο και «εκεί», στην τραγωδία δύο λαών που θα μπορούσαν ίσως να έχουν μια διαφορετική μοίρα.

Ο κ. Γιάννης Μπαλαμπανίδης είναι πολιτικός επιστήμων, συγγραφέας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT