Μπροστά του ο Ντόναλντ Τραμπ μάλλον μοιάζει με απόφοιτο κολεγίου Ιησουιτών. Το λιγότερο που μπορείς να προσάψεις στον Χαβιέρ Μιλέι, νεοεκλεγέντα πρόεδρο της Αργεντινής, είναι ότι η γλώσσα του είναι ακραία. Η ακρότητά του δεν είναι μόνον ιδεολογική· υπερβαίνει τα όρια της κοινώς νοούμενης ευπρέπειας.
Ο Πάπας Φραγκίσκος είναι «ηλίθιος» και «βρωμοαριστερός». Ο χαρακτηρισμός «απόβρασμα», για διαφωνούντες, του είναι προσφιλής. Για κάποιον, ψυχαναλυτικώς ενδιαφέροντα, λόγο, τα κόπρανα έχουν περίοπτη θέση στο λεξιλόγιό του. Συχνά αποκαλεί τους αντιπάλους του «σκατοαριστερούς». Επέκρινε μια κυρία, η οποία είχε το θράσος να τον ρωτήσει αν ασχολείται με τη οικονομική θεωρία του Κέινς, ως «σκατοκομμουνίστρια».
Ο Μιλέι είναι η πλέον πρόσφατη εκδοχή του ταραξία ηγέτη (rogue leader). Πρόκειται για εκείνο το είδος πολιτικών ηγετών που ταράζουν τα στάσιμα (και συχνά βρώμικα) νερά της κατεστημένης πολιτικής όχι με την πρωτοτυπία της σκέψης, την πρότυπη ηθική συγκρότηση ή αξιοζήλευτα προσωπικά χαρίσματα (π.χ. ευστροφία, χιούμορ, ενσυναίσθηση), αλλά με την αντισυμβατική, χυδαιοπρεπή και απρόβλεπτη παρουσία τους. Πώς τα καταφέρνουν;
Συχνά δεν είναι επαγγελματίες πολιτικοί, γι’ αυτό ο πρωτόγονα αντιπολιτικός λόγος τους, απευθυνόμενος σε ένα βαθιά δυσαρεστημένο ακροατήριο, έχει, εκ πρώτης απόψεως, αξιοπιστία. Σε ρόλο Ηρακλή, υπόσχονται να καθαρίσουν τον στάβλο του Αυγεία που δημιούργησαν οι παραδοσιακοί πολιτικοί. Συνδυάζουν την επιτηδευμένη εκκεντρικότητα (ακραία γλώσσα και/ή εμφάνιση), τον ηγετικό ναρκισσισμό («προσέξετε με, είμαι σπουδαίος»), τη μανιχαϊκή σκέψη (καλοί, κακοί) και τον πολιτικό μεσσιανισμό («είμαι ο σωτήρας σας»).
Και τα τέσσερα αυτά στοιχεία μορφοποιούνται, ενισχύονται και αλληλοσυνδέονται στην εποχή της μιντιακά μεσολαβημένης επικοινωνίας, ιδιαίτερα όταν αυτή επιτρέπει την εκτεταμένη αυτοσκηνοθεσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο ταραξίας ηγέτης σκηνοθετεί τη «ριζοσπαστική» παρουσία του, αναμένοντας την ενθουσιώδη ανταπόκριση από το κοινό του· πουλάει τρέλα σε ένα «δήμο» που λαχταρά υπερβάσεις. Το προσωνύμιο του Μιλέι είναι «El Loco» (ο τρελός).
Στη νέα πολιτική (για την ακρίβεια, μεταπολιτική) που έχει αναδειχθεί στη μιντιόσφαιρα, ευνοούνται οι προκλητικές ατάκες, η διασημοποίηση των πολιτικών προσωπικοτήτων και η κατανάλωση της πολιτικής ως θεάματος. Οπως το τηλεοπτικό τραγούδι επισκιάζεται, συχνά, από την παράσταση, η πολιτική προσλαμβάνεται, κυρίως, ως θέαμα. Ο πολίτης-καταναλωτής μεταφέρει στην πολιτική πρόσληψή του οικείες εμπειρίες από άλλα πεδία της ζωής του.
Οι ταραξίες ηγέτες είναι υβριδικά προϊόντα της μεταμοντέρνας εποχής: Οι δημόσιες εμφανίσεις τους συμφύρουν στοιχεία θεατρικής παράστασης, ποπ συναυλίας και πολιτικής ομιλίας. Επανορίζουν την έννοια της δημαγωγίας.
Ταράζουν τα στάσιμα (και συχνά βρώμικα) νερά της κατεστημένης πολιτικής με την αντισυμβατική, χυδαιοπρεπή και απρόβλεπτη παρουσία τους.
Ο Μιλέι, πρώην τηλεοπτικός παρουσιαστής, εμφανίστηκε στην πολιτική σκηνή μόλις πριν από δύο χρόνια. Οπως ο Τραμπ, γνωρίζει τι πουλάει τηλεοπτικά: προκλητικό θέαμα. Συχνά εμφανίζεται σαν ροκ σταρ: τραγουδάει, χοροπηδάει, τρέχει πάνω-κάτω στη σκηνή με μουσική υπόκρουση. Κραυγάζει, υπεραπλουστεύει, δαιμονοποιεί και εικονοποιεί τον εχθροπαθή λόγο του με αξιομνημόνευτες εικόνες – το αλυσοπρίονο που θα περικόψει τις κρατικές δαπάνες, τα κουτάκια-υπουργεία που θα καταργήσει, τη στολή Μπάτμαν-του-ελευθερωτή.
Ο Μιλέι θέλει να βρίσκεται στο επίκεντρο της δημοσιότητας. Δεν ανέχεται να τον διακόπτουν, ενοχλείται όταν διαφωνούν μαζί του. Ως συνήθως, η επιθετικότητα συνυπάρχει με την αυταρχική προσωπικότητα. Σε ραδιοφωνική εκπομπή του, εγκατέλειψε το στούντιο όταν καλεσμένος του εξέφρασε ενοχλητικές γι’ αυτόν απόψεις!
Στα παιδικά του χρόνια βίωσε σωματική και λεκτική βία από τον πατέρα του. «Ολο το ξύλο που έφαγα παιδί σημαίνει ότι δεν φοβάμαι τίποτε σήμερα», έχει πει σε συνέντευξή του. «Ο πατέρας μου μού έλεγε ότι είμαι σκουπίδι (…) και ότι θα είμαι άχρηστος σε όλη μου τη ζωή».
Αχρηστος δεν ήταν. Οπως στην περίπτωση της ψυχολογικής κακοποίησης του Τραμπ από τον πατέρα του, η έλλειψη γονικής εκτίμησης που εισέπραξε στα παιδικά του χρόνια, τον ώθησε στον «αντιδραστικό ναρκισσισμό» στην ενήλικη ζωή – τη διαρκή προσπάθεια να αποδεικνύει την υπεροχή του με επιδειξιομανία, ακραία ρητορική και φαντασιώσεις απεριόριστης επιτυχίας. Το συνεσταλμένο παιδί της σχολικής ηλικίας έκρυβε μια ανασφαλή προσωπικότητα, η οποία επιζητούσε την επιβεβαίωση. Στη μεταπολιτική, αν είσαι επιδέξιος influencer, προσφέρεται σχετικώς εύκολα.
Γιατί έλκεται ο ψηφοφόρος από ταραξίες ηγέτες; Πρώτον, του προσφέρουν την υπόσχεση απλών και οριστικών λύσεων –δηλαδή, ελπίδα– σε βιωμένα προβλήματα. Οι λύσεις, συνήθως, είναι αρνητικής φύσεως, αντανακλώντας τον θυμό των εκλογέων – δραστική συρρίκνωση του κράτους, κατάργηση πολιτικών προνομίων, περιορισμός του κράτους δικαίου κ.λπ.
Δεύτερον, σε συνθήκες χρόνιας κρίσης, φτωχοποίησης και ανασφάλειας του πληθυσμού (ο πληθωρισμός βρίσκεται στο 143% στην Αργεντινή) οι ψηφοφόροι λίγα έχουν να χάσουν. Ο Μιλέι, προεκλογικά, έλεγε: «Για τι ρίσκο μιλάτε; Πηγαίνουμε (ήδη) στην κόλαση». Το γνωρίζουμε από την ψυχολογική έρευνα: όταν ένα πρόβλημα πλαισιώνεται ως «απώλεια», τα άτομα παίρνουν μεγαλύτερα ρίσκα για να τη μειώσουν. Οταν, με άλλα λόγια, δεν έχεις πολλά να χάσεις, φαντασιώνεσαι ριζοσπαστικές υπερβάσεις, τις οποίες ο ταραξίας ηγέτης σού επιστρέφει ως «τρέλα». Ο Μιλέι υπόσχεται, ουσιαστικά, την κατάργηση του κράτους. Η ειρωνεία, φυσικά, είναι ότι τον αντιπολιτικό, αντικρατικό λόγο εκφέρει ένας εκλεγμένος πρόεδρος κράτους! Η λογική συνοχή, όμως, είναι πληκτική. Οι αντιφάσεις ερεθίζουν – και τροφοδοτούν το θέαμα.
Ο κ. Χαρίδημος Τσούκας (www.htsoukas.com) είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ερευνητής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Warwick.