Κατατάξεις των ΑΕΙ και πρεστίζ

3' 33" χρόνος ανάγνωσης

Στη συζήτηση που παρουσίασε η «Καθημερινή» την Κυριακή 26.11 σχετικά με τις διεθνείς κατατάξεις των πανεπιστημίων και τις ετεροαναφορές, δύο θέματα αναδείχθηκαν: πρώτον, οι λίγες αναφορές που παίρνουν οι εργασίες στα πεδία των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, ιδίως αυτών που γράφονται στα ελληνικά, με αποτέλεσμα ιδρύματα κοινωνικών επιστημών να υστερούν στις διεθνείς κατατάξεις και, δεύτερον, το σχέδιο να δημιουργηθεί ένα ελληνικό Google Scholar, δηλαδή μια ελληνική βάση δεδομένων που θα μετράει τις ετεροαναφορές στα ελληνικά.

Είναι πράγματι αληθές ότι βιβλιογραφικές βάσεις δεδομένων, όπως η Scopus, στις οποίες στηρίζονται εν μέρει οι διεθνείς κατατάξεις πανεπιστημίων, δεν περιλαμβάνουν πολλά σοβαρά περιοδικά ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών, ότι η αγγλική γλώσσα κυριαρχεί και ότι οι εργασίες στα πεδία των βιοϊατρικών επιστημών, της στατιστικής, των φυσικών επιστημών ή της μηχανικής συγκεντρώνουν πολλές αναφορές διότι απευθύνονται σε τεράστιες κοινότητες με χιλιάδες μέλη παγκοσμίως, ενώ έχουν κατά κανόνα πολλούς συν-συγγραφείς. Μια αναφορά να κάνει ο καθένας απ’ αυτούς σε άλλη εργασία αρκεί για να εκτοξευθούν οι ετεροαναφορές.

Αλλά γιατί μας απασχολεί αυτό το ζήτημα; Οι διεθνείς κατατάξεις των πανεπιστημίων χρησιμοποιούνται διεθνώς κυρίως για λόγους μάρκετινγκ: για να προσελκύουν φοιτητές και υψηλού επιπέδου καθηγητές, δωρεές από αποφοίτους, χορηγίες και επενδύσεις. Εμείς δεν ανταγωνιζόμαστε παγκοσμίως για προσέλκυση φοιτητών (έχουμε ελάχιστα ξενόγλωσσα προγράμματα μόλις τα τελευταία χρόνια), δεν έχουμε τη νομοθετική ευελιξία, τη θεσμική κουλτούρα και τα χρήματα να προσελκύσουμε υψηλού επιπέδου μόνιμο προσωπικό και δεν έχουμε τις υποδομές και την κουλτούρα για να προσελκύσουμε και να χειριστούμε ιδιωτικές χορηγίες και επενδύσεις. Εδώ θέλουμε ο τυχαίος καθηγητής που θα εκλεγεί πρύτανης ή αντιπρύτανης να διοικεί και τον ΕΛΚΕ. Επίσης, η δημόσια χρηματοδότηση των πανεπιστημίων μας δεν εξαρτάται από την παρουσία τους στις κατατάξεις. Αρα, θέλουμε τις κατατάξεις μόνο για λόγους πρεστίζ. Εχει μάλιστα ενδιαφέρον ότι αυτοί που επικρίνουν τις κατατάξεις λαμβάνουν συγχρόνως μέτρα για να διακριθούν σ’ αυτές επειδή θέλουν να αποκρούσουν την κριτική στα δημόσια πανεπιστήμια. Θέλουν να λένε ότι δεν είναι άσχημα τα πράγματα· να, είμαστε στη θέση 400-500 παγκοσμίως. Αποτελεί δε ειρωνεία, εμείς που απορρίπτουμε ακόμη και τη συγκριτική παράθεση στοιχείων για τα ελληνικά πανεπιστήμια, πόσο μάλλον την κατάταξή τους, να μας απασχολούν οι διεθνείς.

Eνα ελληνικό Google Scholar μπορεί να επιτείνει ακόμη περισσότερο την εσωστρέφεια και να πλήξει την ποιότητα του ερευνητικού έργου.

Οι διεθνείς κατατάξεις έχουν πολλά προβλήματα που έχουν επισημανθεί. Στηρίζονται σε ποσοτικά δεδομένα και στην υποκειμενική κρίση ακαδημαϊκών και άλλων για τη φήμη και την αριστεία ιδρυμάτων, χωρίς καμία τεκμηρίωση. Ετσι τα πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο σπεύδουν να παράσχουν στοιχεία για να ανέβουν στις κατατάξεις και συνεννοούνται με καθηγητές από άλλα ιδρύματα για να εκφραστούν θετικά. Στο εξωτερικό, καθηγητής του Columbia έδειξε ότι το ίδρυμά του δεν έδινε ακριβή στοιχεία στην προσπάθειά του να ανέβει στις κατατάξεις. Επειτα από αυτό, το Columbia δεν συμμετέχει πλέον σε αυτές. Το ίδιο αποφάσισαν πανεπιστήμια στην Ολλανδία, αλλά και οι Νομικές Yale, Harvard και Stanford και 12 Ιατρικές, μεταξύ των οποίων αυτή του Mount Sinai και του University of Pennsylvania. Ομοσπονδιακός δικαστής καταδίκασε σε φυλάκιση κοσμήτορα του Πανεπιστημίου Temple γιατί έδινε ψευδή στοιχεία για τη σχολή του σε φορέα κατατάξεων (Time, Μάρτιος 2023).

Ενα ίδρυμα αμιγώς κοινωνικών ή ανθρωπιστικών επιστημών δεν θα βελτιώσει τη θέση του στις διεθνείς κατατάξεις με ένα ελληνικό Google Scholar, αφού δεν μπορεί να ανταγωνιστεί ένα ίδρυμα που έχει ιατρική και πολυτεχνείο. Αντίθετα, ένα ελληνικό Google Scholar μπορεί να επιτείνει ακόμη περισσότερο την εσωστρέφεια και να πλήξει την ποιότητα του ερευνητικού έργου. Οι σημαντικές εργασίες είναι αυτές που απευθύνονται στη διεθνή κοινότητα και δημοσιεύονται σε έγκριτους εκδοτικούς οίκους και σε σοβαρά διεθνή περιοδικά με κριτές. Στα ελληνικά περιοδικά αυτό σπάνια γίνεται και όταν γίνεται είναι τόσο μικρή η κοινότητα, που από το θέμα και μόνο ξέρει κανείς τον συγγραφέα. Οι δε μονογραφίες είναι πολύ συχνά αυτοεκδόσεις χαμηλής ποιότητας. Προφανώς πρέπει να γράφουμε και ελληνικά, αλλά η αγγλική είναι η lingua franca της εποχής και στη διεθνή βιβλιογραφία υπάρχει χώρος και για ελληνικού ενδιαφέροντος θέματα (βλ. ακροδεξιός και αριστερός λαϊκισμός, οικονομική κρίση, ελληνική Ιστορία, κλασικές σπουδές, ελληνική λογοτεχνία). Η λύση δεν είναι να τα βρούμε μεταξύ μας για να φαινόμαστε καλοί, αλλά να δώσουμε σημασία στην ποιότητα. Να μην εκλέγουμε τους φίλους και τους συγγενείς μας, να ενθαρρύνουμε την εξωστρέφεια και να επιβραβεύουμε το σοβαρό ερευνητικό έργο είτε γράφεται στα ελληνικά είτε στα αγγλικά.

*Η κ. Βάσω Κιντή είναι καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT