Άρθρο Μάνου Καραγιάννη στην «Κ»: Τα όρια του διαλόγου με την Τουρκία

Άρθρο Μάνου Καραγιάννη στην «Κ»: Τα όρια του διαλόγου με την Τουρκία

Η επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα είχε θετικό πρόσημο. Η τουρκική ηγεσία προσπάθησε ξεκάθαρα να κρατήσει χαμηλούς τόνους και να μην προκαλέσει την ελληνική πλευρά, όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του 2017.

3' 18" χρόνος ανάγνωσης

Η επίσκεψη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα είχε θετικό πρόσημο. Η τουρκική ηγεσία προσπάθησε ξεκάθαρα να κρατήσει χαμηλούς τόνους και να μην προκαλέσει την ελληνική πλευρά, όπως συνέβη κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του 2017. Οι δεκαπέντε συμφωνίες, μνημόνια κατανόησης και διακηρύξεις έρχονται να προστεθούν στα περίπου πενήντα παρόμοια κείμενα που έχουν υπογραφεί στις τέσσερις προηγούμενες συνεδριάσεις του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας.

Κάποιοι ήδη μιλούν για μια νέα εποχή στις διμερείς σχέσεις, αφού η ύφεση της στρατιωτικής έντασης είναι μετρήσιμη. Πράγματι, οι τουρκικές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου και οι υπερπτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά έχουν σχεδόν μηδενιστεί. Αυτό από μόνο του συνιστά μια σημαντική εξέλιξη που δεν μπορούμε να παραβλέψουμε προσώρας. Ταυτόχρονα, απουσιάζει η επιθετική ρητορική εναντίον της Ελλάδας, αν και δεν συμβαίνει το ίδιο στην περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σε κάθε περίπτωση, η νηνεμία στο Αιγαίο δεν πρέπει να οδηγήσει σε βιαστικές αποφάσεις βασισμένες σε μια ελληνοκεντρική αντίληψη της διεθνούς πολιτικής.

Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν αναπτύσσονται σε ένα στενό διμερές πλαίσιο, αντίστοιχο με εκείνο της δεκαετίας του 1930. Τότε ο Ελευθέριος Βενιζέλος είχε το διπλωματικό περιθώριο και την αυτονομία να αναλάβει μια ιστορική πρωτοβουλία συμφιλίωσης με τη γειτονική χώρα. Ούτε οι σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας προσδιορίζονται από την ύπαρξη ενός κοινού εχθρού, όπως συνέβη στην πρώιμη ψυχροπολεμική περίοδο. Σήμερα οι δύο χώρες συνυπάρχουν σε ένα πολύπλοκο περιβάλλον ασφάλειας που χαρακτηρίζεται από μεγάλη αβεβαιότητα και γεωπολιτική ρευστότητα. Αθήνα και Αγκυρα βρίσκονται πολύ συχνά σε διαφορετικά στρατόπεδα και εκεί μάλλον θα παραμείνουν τη δεκαετία που διανύουμε και ίσως και την επόμενη.

Η σχέση της Αγκυρας με την Ουάσιγκτον συνεχώς επιδεινώνεται λόγω διαφόρων προβλημάτων ασφαλείας που έχουν ανακύψει στην ευρύτερη περιοχή. Η υποστήριξη της Αγκυρας προς τη Χαμάς και άλλες ισλαμιστικές οργανώσεις δείχνει ότι βασικός στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής παραμένει η πρωτοκαθεδρία στον μουσουλμανικό κόσμο. Ακόμη και αν αυτή η στρατηγική επιλογή οδηγήσει ξανά σε πλήρη ρήξη με το Ισραήλ, η τουρκική ηγεσία είναι αποφασισμένη να προχωρήσει προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεν είναι καθόλου τυχαία η ραγδαία αύξηση του αντιαμερικανισμού στο εσωτερικό της Τουρκίας, που υπηρετεί τους στόχους της Αγκυρας.

Αθήνα και Αγκυρα βρίσκονται πολύ συχνά σε διαφορετικά στρατόπεδα και εκεί μάλλον θα παραμείνουν τη δεκαετία που διανύουμε, και ίσως και την επόμενη.

Παράλληλα, η στάση της τουρκικής ηγεσίας στον πόλεμο της Ουκρανίας και ο εναγκαλισμός με τη Μόσχα καταδεικνύουν το ψυχολογικό χάσμα που υπάρχει πλέον με την ενωμένη Ευρώπη. Η ψύχρανση των τουρκογερμανικών σχέσεων, με υπαιτιότητα της Αγκυρας, δεν φαίνεται να είναι μια συγκυριακή εξέλιξη. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των τουρκογαλλικών σχέσεων. Παρά τα αντιθέτως λεγόμενα, η ερντογανική Τουρκία χρειάζεται λιγότερο την Ευρώπη από ό,τι στο παρελθόν και το δείχνει με διάφορους τρόπους. Αρκεί να προσέξει κανείς τη ραγδαία ανάπτυξη των εμπορικών σχέσεων ανάμεσα στην Τουρκία και τον αραβικό κόσμο, αλλά και τη Ρωσία.

Στο πολυπολικό διεθνές σύστημα που αναδύεται μπροστά μας, η Τουρκία βλέπει τον εαυτό της σαν μια νέα περιφερειακή δύναμη που επιθυμεί την «πολύτιμη μοναξιά της» (değerli yalnızlık). Πρόκειται για έναν όρο που επινόησε ο Ιμπραήμ Καλίν, στενός συνεργάτης του Τούρκου προέδρου, για να περιγράψει την αυτονόμηση της χώρας από τη Δύση και τη συγκρότηση μιας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής. Η σημερινή Τουρκία διαθέτει μία από τις είκοσι μεγαλύτερες οικονομίες στον κόσμο, έναν δυναμικό και αυξανόμενο νεανικό πληθυσμό, ισχυρές ένοπλες δυνάμεις που μπορούν να επιχειρούν ταυτόχρονα σε διαφορετικά σημεία και ένα μεγάλο πλέγμα συμμαχιών και εταιρικών σχέσεων.

Υπό αυτές τις εξελίξεις, τίθεται το ερώτημα εάν πραγματικά υπάρχει ένα «παράθυρο ευκαιρίας» στα ελληνοτουρκικά, που μπορεί να ανοίξει ασχέτως τι συμβαίνει σε παγκόσμιο και περιφερειακό επίπεδο. Η άνοδος της Τουρκίας είναι μια μη αναστρέψιμη εξέλιξη, που νομοτελειακά θα αυξήσει την ένταση και την καχυποψία με τη Δύση. Αυτή είναι μια σημαντική παράμετρος που δεν μπορεί να αγνοηθεί από την Αθήνα. Τα όρια του ελληνοτουρκικού διαλόγου είναι προδιαγεγραμμένα.

Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London. Το βιβλίο του «Το Νέο Πολιτικό Ισλάμ: Ανθρώπινα Δικαιώματα, Δημοκρατία και Δικαιοσύνη» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαζήση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT