Τελειώνουν τα κουλ/χίπστερ μέρη;

3' 22" χρόνος ανάγνωσης

2022 ή 2023 μπαίνω σ’ ένα φούρνο στον κέντρο της Αθήνας. Πεινάω πολύ. Δεν έχει βιτρίνα με τις γνωστές σφολιάτες που παχαίνουν και που μαζί με καφέ είναι το αυθεντικό ανθυγιεινό αθηναϊκό πρωινό – που, όμως, σε κρατάει για σχεδόν όλη την εργάσιμη μέρα. Ούτε ψωμιά δεν έχει καλά καλά. Μου θύμισε αυτά τα μαγαζιά στο Βερολίνο ή το Αμστερνταμ που είναι τόσο χίπστερ που δεν καταλαβαίνεις τι πουλάνε – μάλλον «concept«, αέρα κοπανιστό δηλαδή. 

Πήρα με τα χίλια ζόρια ένα πανάκριβο ψωμί που ήταν λίγο τρισάθλιο. Εμαθα, όμως, ότι τα συστατικά του ήταν κάπως πιο ηθικά απ’ ό,τι άλλα, και όσο περίμενα να μου το τυλίξουν, το μέρος ήταν πιο αισθητικά απολαυστικό από τον μέσο φούρνο της γειτονιάς, μάλιστα φρόντισαν να μου πουν ότι είναι dog friendly, κι εκεί αηδίασα πια. Με ενόχλησε εκείνος ο φούρνος. Με έκανε να νοσταλγώ εκείνα τα μέρη που ο κόσμος τρώει όρθιος τη σφολιάτα με μεγάλες μπουκιές και ρίχνει πίτουρα στα περιστέρια. Το ίδιο έπαθα και μ’ ένα ασιατικό. Ηταν πανάκριβο και τόσο ινσταγκραμικό, και κάπως ηθικό κι αυτό υποτίθεται. Οσο ηθικό μπορεί να είναι ένα πανάκριβο πιάτο φαγητό.

Μήπως ήρθε το τέλος της αισθητικής των μιλένιαλ, αυτών των χίπστερ, μίνιμαλ, ολόιδιων χώρων με ξύλινους πάγκους και κρεμαστά φυτά που πουλάνε ψωμί ή χώρους εργασίας ή σκουφάκια και είναι ίδιοι στην Αθήνα, στο Μπρούκλιν και στην Αυστραλία (όπως μαθαίνω από το άρθρο The Tyranny Of The Algorithm, Why every coffee shop looks the same της Kyle Chayka στο Guardian); Μήπως δεν είναι πια κουλ;   

Η Chayka (που τη ζηλεύω για το γράψιμό της) υποστηρίζει πως η ομοιογένεια αυτών των χώρων είναι άβολη. Ιδιο στυλ, ίδια προϊόντα, οριακά ίδια playlist, όπου κι αν είσαι στον κόσμο. Αθήνα. Λισαβόνα. Βερολίνο. Ιδιος φωτογενής καφές που βγαίνει τέλεια φωτό στο παγκάκι με αισθητικές παραπομπές σε μια αόριστη φαντασίωση Σκανδιναβίας, όπου κάθεσαι άβολα τσιμπολογώντας το δείγμα μπανανόψωμου. Αξίζει πια όλο αυτό; Γιατί εκτός από την άβολη ομοιογένεια (ίδια αισθητική στα κέντρα των μεγάλων πόλεων, σαν μια συνέχιση του ονλάιν), αυτά τα σκανδιναβικά έπιπλα κι αυτά τα γάλατα βρώμης με λίγο καφέ μέσα κοστίζουν πανάκριβα. Και κανείς δεν πείθει πια ότι γράφει τη νέα Αννα Καρένινα πληκτρολογώντας σ’ αυτούς τους παρόμοιους, μαζικά αναπαραγόμενους στον ψηφιακό και φυσικό χώρο κόσμους. Ξέρουμε ότι απλώς στέλνεις μέιλ ή χαζολογάς.  

Αυτή την άβολη αίσθηση της απόλυτης ομοιογένειας προσπαθούν μάλλον ν’ αποτινάξουν με την εξίσου άβολη «επιστροφή στην παράδοση» διάφοροι Ελληνες μιλένιαλ. Από πότε έγινε τόσο κουλ το να παίζεις μπουζούκι δεν πρόλαβα να το πάρω χαμπάρι. Ρεμπέτικα. Πανηγύρια στα χωριά-νησιά. Ολα αυτά είναι στη σφαίρα της απολύτως λογικής διασκέδασης για τα 20 έως 40 εδώ και κάμποσα χρόνια. Χίπστερ καφές συν μπανανόψωμο το πρωί, φθηνή, κακή πίλσνερ και ρεμπέτικο το απόγευμα, μετά τσίπουρα σαν τους θείους στα χωριά. Για να μην παρεξηγηθώ, οι θείοι στα χωριά είναι όντως αυθεντικοί. Αυτή είναι η ζωή τους, δεν είναι περφόρμανς. Εμείς; 

Ανάμεσα στην κοινοτοπία ενός παγκοσμιοποιημένου καφέ που αναπαράγεται μαζικά και μίας φαντασίωσης ριζών που αναπαράγεται κι αυτή μαζικά και τραβάει και τουρίστες και Ελληνες – μετανάστες – νοσταλγούς, υπάρχει και το αληθινό. Και δεν έχει εκλείψει. Στα μαγαζιά που συχνάζουν όσοι θέλουν κυρίως να φάνε κι όχι να φωτογραφηθούν, στις κουζίνες μεταναστών μεταναστών (που προσφέρουν για παράδειγμα ασιατικό, όχι επειδή ήταν κουλ προ εικοσαετίας, αλλά επειδή αυτό ξέρανε να φτιάχνουν), στις αληθινές ελληνικές ταβέρνες, στα ήσυχα, σκοτεινά μπαρ, υπάρχουν άνθρωποι που δεν είχαν σκεφτεί να προσαρμόσουν το μενού τους, την αισθητική ή τον χώρο τους και τη ζωή τους όλη με βάση κάποιον αλγόριθμο. Κι έτσι δεν σου δίνουν την άβολη, τελείως αμήχανη, εντύπωση πως είναι κάτι που παραπέμπει σε κάτι άλλο, μια ρέπλικα, μιας ρέπλικας που είδε δυο-τρία reels και τα φόρεσε ως την απόλυτη αισθητική και ταυτοτική της επιλογή. 

Τα μέρη αυτά ξεχωρίζουν από την αίσθησή τους. Κι απ’ τα λεφτά που θέλεις για να φας εκεί. Από τη γεύση που έχει το φαγητό. Κι από το πώς μιλάνε οι άνθρωποι που έχουν το μέρος. Πουλάνε αφήγηση (παραμύθι) ή φαγητό και καφέ τελικά; Και μια ακόμη, κάπως πιο ελληνική παρατήρηση, από πότε είναι πολυτέλεια ένα καλοφτιαγμένο ζεστό γεύμα;

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT