Φορτορεπόρτερ

3' 56" χρόνος ανάγνωσης
Φορτορεπόρτερ-1
Η πρόσφατη έκρηξη του Γιώργου Νταλάρα, παρά τα άβολα σημεία της, εκφράζει, εκτός από τη δική του, και την αγανάκτηση του κοινού απέναντι στη φθηνή δημοσιογραφία.

Οι φορτικοί ρεπόρτερ παραμονεύουν έξω από σπίτια, στούντιο, δικαστήρια, θέατρα, νυχτερινά κέντρα και οποιοδήποτε άλλο μέρος στο οποίο ενδέχεται να συναντήσουν πρόσωπα που σχετίζονται με την επικαιρότητα. Με το που εντοπίσουν ένα τέτοιο πρόσωπο ορμούν κατά πάνω του, τείνουν τα μικρόφωνά τους επιθετικά και απαιτούν απαντήσεις σε ένα σωρό ερωτήματα που στον ερωτώμενο μπορεί να μοιάζουν εξωφρενικά, αλλά σε αυτούς ακούγονται απολύτως καίρια. Οι δημοσιογράφοι των ελαφρών τηλεοπτικών εκπομπών ζουν ιδρυματοποιημένοι σε ένα δικό τους σύμπαν: απορροφημένοι από τα κουτσομπολιά, τους μικροπρεπείς καβγάδες διασήμων και τη διαρκώς ανανεούμενη ειδησεογραφία της ευτέλειας, έχουν φτάσει στο σημείο να πιστεύουν ότι ο κόσμος τους είναι ο μοναδικός κόσμος· ότι και οι υπόλοιποι άνθρωποι συμμερίζονται τα γούστα, τις αναφορές και την αίσθηση του επείγοντος που τους διακατέχει αναφορικά με το ποιος δήλωσε τι, ποιος απάντησε σε ποια δήλωση κ.ο.κ. Ο, δε, τρόπος τους έχει κάτι απαθώς επιτακτικό· όποιος βρεθεί στον δρόμο τους τούς χρωστάει μια απάντηση, επειδή αυτό έχουν προαποφασίσει· επειδή «αυτή είναι η δουλειά τους» και, για κάποιον λόγο, αυτό σημαίνει πως όλοι οφείλουν να υποκλιθούν στον καταναγκασμό του επαγγελματικού τους προσανατολισμού. Πρόκειται για μια κατάσταση αστεία και τρομακτική.

Η δίκαιη οργή

Η «έκρηξη» του Γιώργου Νταλάρα ενώπιον των δημοσιογράφων που τον πολιόρκησαν προκειμένου να αποσπάσουν μια δήλωση για τις αντιδράσεις που προκάλεσε μια άλλη δήλωσή του (ο ορισμός του αχρείαστου επικοινωνιακού τρέχα-γύρευε) δεν ήταν έκρηξη. Ηταν μια αντίδραση αυτοάμυνας σε μια προσβλητική δημόσια προσέγγιση και ως τέτοια ήταν απολύτως δικαιολογημένη. Οχι επειδή ο Νταλάρας είναι ο Νταλάρας και άρα έχει κάποιο υπέρτερο δικαίωμα να δυσαρεστείται και να διαμαρτύρεται, αλλά επειδή η πολιορκία της ασχετοσύνης και της αγένειας είναι προσβλητική για κάθε άτομο που τυχαίνει να βρίσκεται στην ακτίνα τέτοιων δημοσιογράφων, είτε είναι διάσημο και ισχυρό είτε άσημο και ανίσχυρο. Αν οι τηλεοπτικοί ρεπόρτερ έχουν αποφασίσει ότι δικαιούνται να αιφνιδιάζουν όποιον θέλουν, όποτε θέλουν και να τον υποβάλλουν με το ζόρι σε ανάκριση για όποιο ζήτημα κρίνουν πρόσφορο (το οποίο, ως διά μαγείας, είναι πάντοτε σκανδαλοθηρικό!), θα πρέπει να αποδεχτούν ότι και οι δημοσιογραφικοί στόχοι τους έχουν δικαίωμα στην αντίσταση· και η αντίσταση δεν θα είναι απαραιτήτως ευχάριστη, γιατί κανείς δεν χρωστάει ευγένεια στον αγενή.

Φρασεολογία και αλήθεια

Πέταξε και ο Γιώργος Νταλάρας μερικά σεξιστικά μαργαριτάρια στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί το δικαίωμά του να μην απαντά σε κουταμάρες. Είναι δυσάρεστο, αλλά αναμενόμενο. Ενας άνθρωπος 74 ετών το πιθανότερο είναι, μαζί με τα καλά, να απηχεί και τα κακά της γενιάς του· κάπως έτσι πάνε τα πράγματα συνήθως. Ενας λόγος παραπάνω, αν τύχει κανείς να συναντήσει τον Νταλάρα, να τον ρωτήσει για υποθέσεις επί των οποίων έχει κάτι χρήσιμο να πει, και όχι για κάτι επουσιώδες που θα του εμπνεύσει τον κακό του εαυτό. Ναι, ο Νταλάρας είναι άτομο με εξουσία και τα άτομα με εξουσία δεν πρέπει να τη χρησιμοποιούν εις βάρος των λιγότερο δυνατών από αυτά, ταπεινώνοντάς τα δημοσίως. Αλλά δεν οφείλουν να πουν και ψέματα, για να διατηρήσουν την πλάνη των αδύναμων ανέπαφη. Το ρεπορτάζ της κατινιάς είναι μια αναξιοπρεπής επαγγελματική συμπεριφορά και αυτό ισχύει όπως κι αν το διατυπώσει ο Νταλάρας ή οποιοσδήποτε άλλος στη θέση του. Το στάτους ενός εμβληματικού τραγουδιστή δεν αναιρεί την ευθύνη ενός επαγγελματία των Μέσων απέναντι στο επάγγελμά του, στον εαυτό του και στο κοινό.

Ηθος υπεράνω χρημάτων

Η σοβαρότητα δεν έγκειται στο μισθολόγιο. Τα «παιδιά των οχτακοσίων ευρώ» που ανάγουν το σούσουρο και την κακοήθεια σε επάγγελμα είναι υπεύθυνα για την επιλογή τους, όπως είναι και τα «παιδιά» που προτιμούν να μείνουν άνεργα από το να κυνηγάνε χαροκαμένες μάνες για να τις ρωτήσουν «πώς αισθάνεστε;». Η ευθύνη για τη γενικότερη τηλεοπτική συνθήκη, ωστόσο, ανήκει αλλού: στους υψηλότερα ιστάμενους των τηλεοπτικών μέσων, το ήθος των οποίων, και πάλι, δεν εξαρτάται από τον υψηλό μισθό τους. Και αυτοί τα ίδια μυαλά θα κουβαλούσαν και με λιγότερα και με περισσότερα λεφτά. Με την ίδια οκνηρία θα κυνηγούσαν την καύσιμη τηλεοπτική ύλη και το ίδιο θα υποτιμούσαν το κοινό στο οποίο απευθύνονται.

Η κότα και το αυγό

Ούτε το κοινό, βέβαια, είναι αθώο. Είμαστε υπεύθυνοι για όσα βλέπουμε, για όσα δεν βλέπουμε και για το ζάπινγκ που αρνούμαστε να κάνουμε. Η κουβέντα για το αν η τηλεοπτική φτήνια απορρέει από το είδος της προσφοράς ή το είδος της ζήτησης μπορεί να κρατήσει πολλές ώρες, αλλά αποβαίνει συνήθως αδιέξοδη. Οι τηλεορασάνθρωποι θα ισχυρίζονται πάντα ότι δίνουν στο κοινό αυτό που ζητάει, και το κοινό θα επιμένει ότι επιλέγει αυτό που του δίνουν. Το γεγονός, όμως, ότι ο κύκλος δεν σπάει, σημαίνει ότι η κατάσταση έχει τις άτυπες ευλογίες και των δύο πλευρών. Στο τέλος, κανένας Νταλάρας και κανένας ρεπόρτερ δεν επηρεάζει τη μεγάλη εικόνα. Το παιχνίδι είναι ελαφρώς στημένο εξαρχής.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT