Τον περασμένο Σεπτέμβριο, όταν ο «Daniel» έπνιξε τη Θεσσαλία, η Ελλάδα ζήτησε βοήθεια από την Κομισιόν, αλλά λεφτά δεν υπήρχαν. Το Ταμείο Αλληλεγγύης ήταν άδειο. Το μόνο που πήραμε ήταν η (αυτονόητη) άδεια ανακατανομής κονδυλίων από τα ήδη εγκεκριμένα (για άλλους σκοπούς…) ώστε να τα χρησιμοποιήσουμε για την αντιμετώπιση της έκτακτης κατάστασης. Η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι στην πρώτη γραμμή λήψης μέτρων για τη μείωση των εκπομπών ρύπων, αλλά είναι ανοχύρωτη και απροετοίμαστη όσον αφορά την προσαρμογή των υποδομών της, ώστε αυτές να καταστούν ισχυρές για να αντέξουν τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Αυτό είναι το επείγον. Γιατί, ακόμη κι αν αύριο μηδενίζονταν οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, η κουβέρτα με την οποία έχουμε τυλίξει τη Γη θα την υπερθερμαίνει για τα επόμενα 25-30 χρόνια. Κι η Ευρώπη, που υπερθερμαίνεται με ταχύτητα διπλάσια από τη μέση παγκόσμια, τρέχει ανέμελη στο ραντεβού της με 36 κλιματικούς κινδύνους με καταστροφικές συνέπειες. Η οικονομική ζημιά της Ευρώπης από ακραία φαινόμενα που οφείλονταν στην κλιματική κρίση υπολογίζεται σε κάτι παραπάνω από 650 δισ. ευρώ τα τελευταία 40 χρόνια. Αν δεν ληφθούν μέτρα ενίσχυσης των υποδομών, θα αναλογιζόμαστε αυτά τα κόστη με νοσταλγία: μόνο οι καταστροφές από τις πλημμύρες σε παραθαλάσσιες περιοχές υπολογίζεται ότι θα προκαλούν ζημιές της τάξης του 1 τρισ. ευρώ ετησίως. Στην πραγματικότητα η έκταση των ζημιών θα είναι σημαντικά μεγαλύτερη, καθώς οι επιπτώσεις λειτουργούν ως ντόμινο: καταστροφές σε υποδομές/φυσικό περιβάλλον, καταστροφές παραγωγής/παραγωγικών δυνατοτήτων, μειώσεις φορολογικών και άλλων κρατικών εσόδων, διογκούμενες απαιτήσεις για δημόσιες δαπάνες, αύξηση του δανεισμού και του κόστους δανεισμού – είναι ο εφιαλτικός φαύλος κύκλος. Εκτιμώντας την κατάσταση, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε ότι δεν υπάρχει εναλλακτική: η ενίσχυση της ανθεκτικότητας είναι μονόδρομος. Και κάλεσε κράτη – ιδιώτες να επενδύσουν στην ανθεκτικότητα φυσικών οικοσυστημάτων, νερών, τροφίμων, υγείας, υποδομών των πόλεων και της οικονομίας. Οι επενδύσεις δεν γίνονται χωρίς χρηματοδότηση. Πού θα βρεθεί; Σε έκτακτες συνθήκες, έκτακτα μέτρα – λέει η κοινή λογική. Αλλά η κοινή λογική δεν είναι τόσο κοινή ούτε στην Ευρώπη. Αντί να αξιοποιήσει τα ΑΑΑ της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της για να αντλήσει κεφάλαια, περιφέρει διά πάσαν νόσον τα αδιάθετα 200 δισ. ευρώ δάνεια του ευρωπαϊκού ΤΤΑ. Κι αυτά, όμως, φαίνεται εκλείπουν: η κυρίαρχη άποψη είναι ότι πρέπει να διατεθούν στην ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας.
Αλήθεια, κανείς δεν ανησυχεί μήπως ένας «Daniel» ενσκήψει στην Αττική;
Αρα; Τα πράγματα δεν είναι εύκολα. Κι η Ελλάδα έχει ζωτικό συμφέρον να συνταχθεί με την πλευρά που υποστηρίζει ότι πρέπει να γίνει ό,τι είναι αναγκαίο για την ανθεκτικότητα στην κλιματική κρίση. Θα φανεί αν δια-θέτει την ανεξαρτησία να το πράξει – ξένισε ότι η κυβέρνηση απέφυγε να υπογράψει την επιστολή 8 κρατών ενάντια στη διάλυση της Ενιαίας Αγοράς από τις κρατικές ενισχύσεις που δίνει η Γερμανία στις επιχειρήσεις της. Αλλά, κατ’ αρχάς, θα οφείλαμε να κάνουμε ό,τι πρέπει για να προστατευτούμε, με τις δικές μας δυνάμεις. Κάνουμε τα αντίθετα. Χάνουμε, π.χ., την ευκαιρία που είχαμε με τα 32 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας – ο εν πολλοίς πελατειακός και αδιαφανής τρόπος διάθεσής τους είναι παράδειγμα προς αποφυγή. Οπως είναι και η μακρόχρονη αδιαφορία για την προσαρμογή των σχεδίων διαχείρισης κλιματικών κινδύνων. Αλήθεια, κανείς δεν ανησυχεί μήπως ένας «Daniel» ενσκήψει στην Αττική;