Τι συμβαίνει στα αμερικανικά πανεπιστήμια; Τις μέρες αυτές φουντώνουν οι αντιδράσεις για τον πόλεμο που διεξάγει το Ισραήλ στη Γάζα μετά τη σφαγή των 1.200 περίπου Ισραηλινών στις 7 Οκτωβρίου. Αλλά για να καταλάβουμε τι γίνεται πρέπει να πάμε πιο πίσω.
Εδώ και αρκετά χρόνια το κλίμα στα πανεπιστήμια, ειδικά αυτά της πρώτης γραμμής, όπως ομολογούν εμπιστευτικά και συγκρατημένα πολλοί καθηγητές τους, είναι ένα κλίμα ανελευθερίας. Οι σχέσεις εμπιστοσύνης, που αποτελούν τη βάση της ακαδημαϊκής ζωής, έχουν διαρραγεί και αντί καθηγητές και φοιτητές να συνομιλούν και να ερευνούν ελεύθερα, διστάζουν να εκφραστούν από τον φόβο ότι τα λόγια τους μπορεί να ερμηνευθούν με τρόπο που τα φέρνει σε αντίθεση με μια κυρίαρχη ιδεολογία δικαιωματισμού (με ιδιαίτερη έμφαση τα δικαιώματα μειονοτήτων που έχουν σχέση με την επιλογή φύλου), μετα-αποικιοκρατίας και αντισυστημισμού (με ιδιαίτερη εστίαση στον συστημικό ρατσισμό). Οι απολύτως θεμιτές αυτές απόψεις αναγορεύθηκαν σε απολιθωμένα δόγματα επίσημης θρησκείας, με βάση τα οποία οτιδήποτε θεωρηθεί ότι αποκλίνει από αυτά, ακόμη και κατ’ ελάχιστον, όχι απλώς προγράφεται ως αιρετικό, αλλά «ακυρώνεται» και διώκεται είτε με δημόσια κατακραυγή από έναν όχλο, ιδίως στα κοινωνικά δίκτυα, είτε με επίσημες διαδικασίες ελέγχου εντός και εκτός πανεπιστημίων. Στο κλίμα αυτό ακυρώθηκαν διαλέξεις «αιρετικών», παρεμποδίστηκαν εκδηλώσεις όταν ο ομιλητής ή το θέμα δεν άρεσε, ζητήθηκαν γραπτώς δηλώσεις «νομιμοφροσύνης» στο δόγμα DEI, που δεν παραπέμπει στον Θεό στα λατινικά αλλά στα αρχικά Diversity, Equity, Inclusion (διαφορετικότητα, ισοτιμία, συμπερίληψη) και χρησιμοποιείται, εντούτοις, σχεδόν σαν λατρευτικό σύμβολο. Παρά την πίστη στη διαφορετικότητα, οι κατά δήλωσή τους συντηρητικοί στο Χάρβαρντ είναι μόλις το 3% των διδασκόντων, ενώ το 75% δηλώνουν φιλελεύθεροι.
Απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση, οι ακραίοι Ρεπουμπλικανοί, όπως ο κυβερνήτης της Φλόριντα, προσπαθούν να επέμβουν και να ορίσουν τι θα διδάσκουν τα δημόσια πανεπιστήμια, ενώ βρίσκουν αφορμή να επιτεθούν για άλλη μια φορά στις «ελίτ».
Σήμερα τα πανεπιστήμια χρησιμοποιούνται επειδή έχει επιρροή σ’ αυτά η Αριστερά, ώστε να εκδηλωθεί άλλη μία αμφισβήτηση της δυτικής λευκής αποικιοκρατίας.
Εως πρόσφατα, το δίλημμα ήταν μεταξύ ασφάλειας και ελευθερίας της έκφρασης, με τη ζυγαριά να γέρνει υπέρ της ασφάλειας. Η Αριστερά των αμερικανικών πανεπιστημίων ήθελε την προστασία των πιο ευάλωτων φοιτητών και ζητούσε ασφαλείς χώρους (safe spaces), προειδοποιήσεις ευαίσθητου περιεχομένου στα μαθήματα (trigger warnings), απομάκρυνση αγαλμάτων, μετονομασίες κτιρίων, απαγόρευση εκφοράς συγκεκριμένων λέξεων. Μετά τη σφαγή στο Ισραήλ από τη Χαμάς και τον πόλεμο στη Γάζα, η κατάσταση έχει αντιστραφεί. Σήμερα οι φιλοπαλαιστινιακές αριστερές ομάδες διεκδικούν την ελευθερία της έκφρασης για να εκδηλώσουν το μίσος τους για το Ισραήλ, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις που οι κινητοποιήσεις τους έχουν στους Εβραίους συμφοιτητές τους. Αυτοί δεν λογαριάζονται ευάλωτοι, ανήκουν στους λευκούς αποικιοκράτες σουπρεματιστές.
Oμως, αυτό που παραβλέπεται εδώ είναι ότι η ακαδημαϊκή ελευθερία δεν ταυτίζεται με την ελευθερία της έκφρασης. Οι πανεπιστημιακοί χώροι δεν είναι ένας οποιοσδήποτε δημόσιος χώρος. Είναι ένας χώρος στον οποίο πρωτίστως παράγεται γνώση, μια διαδικασία που απαιτεί ένα περιβάλλον στοχασμού και αλληλοσεβασμού, παρά τις διαφωνίες που πρέπει να είναι ευπρόσδεκτες ακριβώς για να προάγεται η έρευνα μέσα από την αντιπαράθεση, τον έλεγχο και την κριτική. Γι’ αυτό οι πανεπιστημιουπόλεις είναι συχνά μακριά από τη βουή της πόλης και τις αντιδικίες της πολιτικής. Εξασφαλίζουν την απόσταση που απαιτείται για να μπορούν οι ερευνητές να συγκεντρώνονται χωρίς περισπασμούς. Ασφαλώς, δεν ζουν και δεν πρέπει να ζουν απομονωμένοι στο κάστρο τους· μελετούν και μιλούν για τον κόσμο, αλλά πάντα προέχει η διαφύλαξη της απρόσκοπτης ακαδημαϊκής διαδικασίας. Στις δημοκρατίες υπάρχουν πολλοί χώροι για να εκφραστεί κανείς ως πολίτης. Σήμερα τα πανεπιστήμια χρησιμοποιούνται επειδή έχει επιρροή σε αυτά η Αριστερά, ώστε να εκδηλωθεί άλλη μία αμφισβήτηση της δυτικής λευκής αποικιοκρατίας. Τα αιτήματα είναι αποκαλυπτικά (και προσχηματικά). Ζητούν από τα μεγάλα πανεπιστήμια να σταματήσουν τις επενδύσεις τους στο Ισραήλ, όπως ζητούσαν το 1985 για το ρατσιστικό κράτος της Νότιας Αφρικής. Εξομοιώνουν το Ισραήλ, τη μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή, με ένα καθεστώς απαρτχάιντ. Aλλωστε, δεν είδαμε διαδηλώσεις εναντίον της Ρωσίας για την εισβολή στην Ουκρανία. Αυτή η Αριστερά δεν αγαπάει την πατρίδα της. Μπορεί αυτή να έχει, και έχει, πολλά προβλήματα αλλά, όπως έλεγε ο Αμερικανός φιλόσοφος Ρίτσαρντ Ρόρτι στο βιβλίο του «Η αριστερή σκέψη του 20ού αιώνα» (Πόλις, 2000), «η εθνική υπερηφάνεια είναι για τις χώρες ό,τι ο αυτοσεβασμός για τα άτομα: η αναγκαία συνθήκη για τη βελτίωσή τους». Οι διαδηλωτές δεν θέλουν βελτίωση. Θέλουν μια εντελώς άλλη τάξη πραγμάτων και δεν ενδιαφέρονται για όσα συμβαίνουν γεωπολιτικά. Ο δε αντισημιτισμός, αυτό το μεγάλο ηθικό στίγμα και ενοχή της ανθρωπότητας, τους αφήνει αδιάφορους αν δεν τον υποστηρίζουν. Αρκεί να σκεφτεί κανείς τι θα έλεγαν αν τα συνθήματα που ακούγονται αφορούσαν μαύρους ή άτομα τρανς.
Τα μεγάλα αμερικανικά πανεπιστήμια είναι σπουδαία, πρότυπα για όλον τον κόσμο. Oμως, πρέπει να ξανασκεφτούν πολλά πράγματα. Η παρουσία των προέδρων τεσσάρων Ivy League πανεπιστημίων στο Κογκρέσο (δυστυχώς –για την εικόνα που παρουσίασαν– όλες γυναίκες) ήταν αξιοθρήνητη. Χωρίς κανένα gravitas, χωρίς ηγετικά χαρακτηριστικά, χωρίς πυξίδα πολιτικής, είτε παπαγάλιζαν προβαρισμένα κενά λόγια είτε υπέκυπταν ασμένως στις πιέσεις αγανακτισμένων βουλευτών, από τον φόβο μήπως υποστούν τη μήνι τους, που μπορεί να οδηγήσει σε βαρύτερη φορολογία και περικοπές ομοσπονδιακών χορηγήσεων. Πρέπει τα πανεπιστήμια να ξαναβρούν τον ρόλο τους. Και πρέπει η φιλελεύθερη Αμερική να ξαναβρεί τον δικό της.
Η κ. Βάσω Κιντή είναι καθηγήτρια Φιλοσοφίας στο ΕΚΠΑ.