Πιάστε τον, είναι αληθινός

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Πιάστε τον, είναι αληθινός-1
Οι λεκτικές υπερβολές Κασσελάκη είναι ενδεικτικές του πολιτικού κενού στο οποίο κάποιοι του επέτρεψαν να φυτρώσει.

Το ότι ο Στέφανος Κασσελάκης δεν γνωρίζει και δεν κατανοεί την ελληνική κοινωνία φαίνεται από τον τρόπο που περιοδεύει· ούτε που υποψιάζεται πόσο αστείο, μες στην περιττή του πολυτέλεια, φαντάζει το ναυτικό τουρ – του φτάνει και του περισσεύει η κινηματογραφική αίσθηση που (του) αφήνει. Φαίνεται κι από τον τρόπο με τον οποίο συναναστρέφεται τον απλό κόσμο στον δρόμο: ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει συνηθίσει τη δουλοπρεπή προσήνεια των ανθρώπων που πέφτουν πάνω σε διάσημους (τους οποίους μπορεί και να έβριζαν λίγη ώρα πριν)· δεν αντιλαμβάνεται ότι οι αβρότητες και οι κολακείες μπροστά στις κάμερες είναι συνέπειες της αντανακλαστικής αλλά εντελώς αβαθούς αντίδρασης στο φαινόμενο του σελέμπριτι, όποιος κι αν το ενσαρκώνει κάθε φορά. Θεωρεί ότι ο κόσμος τον χαιρετά επειδή τον βρίσκει χαρισματικό· ότι του πιάνει τα χέρια και του λέει γλυκόλογα επειδή τον αγαπάει, τον θαυμάζει και βλέπει σε αυτόν έναν μεγάλο πολιτικό στα σπάργανα. Τα μαργαριτάρια που εκστομίζει ανά διαστήματα δημοσίως οφείλονται, σε μεγάλο βαθμό, σ’ αυτήν την πλάνη: ο Στέφανος Κασσελάκης δεν πιστεύει ακριβώς τις υπερβολές που λέει, απλώς το κλίμα τής κατά φαντασίαν αποθέωσης του δημιουργεί την ανάγκη να ανταποδώσει. Ακούει μεγάλες κουβέντες; Θα προσφέρει μεγαλύτερες.

Ταπεινός αλαζόνας

Πριν μιλήσει για «υπουργούς που σκοτώνουν παιδιά», ο Κασσελάκης είχε φροντίσει να δώσει μια «αφοπλιστική» απάντηση σε έναν κύριο που τόλμησε να του πει ότι είναι τιμή του που τον γνώρισε: «Οχι, όχι, μην το λέτε! Ποτέ μη λέτε “τιμή” σε πολιτικό!». Αν προσπεράσει κανείς το πόσο γρήγορα απέκτησε ο πρόεδρος την αυτοπεποίθηση όχι μόνο να αυτοπροσδιορίζεται ως πολιτικός, αλλά και να συμβουλεύει τους άλλους, σαν τάχα πιο έμπειρος, πώς πρέπει να απευθύνονται στους πολιτικούς, μένει στην επίδειξη του ηθικού του πλεονεκτήματος: Οχι, δεν είναι τιμή να γνωρίζει κανείς τον Στέφανο Κασσελάκη, γιατί ο Στέφανος Κασσελάκης δεν τοποθετεί τον εαυτό του υπεράνω του πολίτη· είναι ένας από εμάς! Αμέσως μετά, βέβαια, ο ένας από εμάς δήλωσε υπερήφανα ότι είναι πατριώτης στην πράξη, σε αντίθεση με «τους άλλους». Η ταπεινότητα από την αλαζονεία απείχε τελικά ελάχιστα, τόσο ελάχιστα, ώστε μάλλον η απόσταση δεν υπήρχε καν. Ο Κασσελάκης είναι ταυτόχρονα τα πάντα, ό,τι νομίζει ότι θέλει ο κόσμος από αυτόν: μετριόφρων και επηρμένος, αριστερός και δεξιός, ρεαλιστής και λαϊκιστής.

Παλιές συνταγές

Μόνο που ο λαϊκισμός δεν αποδίδει πια όπως παλιά. Ο Κασσελάκης μπορεί να μιλάει για εκείνους που «συγκαλύπτουν υπουργούς που σκοτώνουν παιδιά», γνωρίζοντας ότι αυτήν τη χονδροειδή γενίκευση θέλει να ακούσει μεγάλη μερίδα του κόσμου, όμως παραβλέπει το σημαντικότερο: ότι για προδότες και εγκληματίες πολιτικούς έχουμε ξανακούσει· υπήρξαν άλλοι, πριν από αυτόν, που επιχείρησαν να κεφαλαιοποιήσουν την έχθρα μεταξύ πολιτών και πολιτικών για να ευνοηθούν οι ίδιοι, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά. Το αποτέλεσμα αυτού του πονηρού στρατηγήματος υπήρξε επώδυνο για όλους, αλλά τελικώς άδοξο. Δεν είναι τόσο ότι ο λαός ωρίμασε, όσο ότι, τώρα πια, εκτός από τον λαϊκισμό, ο λαός ζητάει και κάτι παραπάνω. Λύσεις ή, τουλάχιστον, ιδέες. Περισσότερο από το να παταχθούν ή να διωχθούν οι υπουργοί, οι πολίτες επιθυμούν ασφαλή ταξίδια με τρένο και καλοκαίρια χωρίς θανατηφόρες πυρκαγιές. Το θέμα γι’ αυτούς βρίσκεται στην πράξη μάλλον, παρά στην καταγγελία (αυτήν την κάνουν και μόνοι τους). Οσο ο Κασσελάκης μένει στον σκέτο λαϊκισμό, τόσο θα εισπράττει χειραψίες αντί ψήφων.

Λανθάνων κίνδυνος

Ο λαϊκισμός χωρίς άμεσο αντίκρισμα, βέβαια, δεν είναι λαϊκισμός ακίνδυνος. Ακόμη κι αν δεν μεταφραστεί εκλογικά, θα βρει τρόπο να παρεισφρήσει εκ νέου στην κοινωνία και να βλάψει την πολιτική ζωή. Η στάση των κομμάτων εξουσίας απέναντι στον Κασσελάκη, λοιπόν, δεν μπορεί να είναι μια στάση περιφρόνησης, αλλά δημιουργίας. Ο Κασσελάκης δεν προέκυψε μόνος του· τον γέννησε το κενό αξιοπιστίας που έχει δημιουργήσει όχι μόνο το δικό του κόμμα, αλλά και το κυβερνών. Για κάθε απρέπεια του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να τα βάζει κυρίως με τον εαυτό του: γιατί έχει ακόμη πέραση αυτή η ρητορική, εκεί που νομίζαμε ότι είχε πτωχεύσει; Γιατί επανέρχεται σιγά σιγά στην επικαιρότητα το νοσηρό δίπολο «εγκληματιών πολιτικών» και πολιτικών «με καθαρά χέρια»; Ο δρόμος του παραλογισμού ξεπετάγεται όταν ο δρόμος της λογικής δεν φαίνεται να βγάζει νόημα. Η κυβέρνηση κάτι δεν κάνει καλά.

Το κακό που

παραμένει

Στους μεγαλοσχήμονες του δημόσιου λόγου αρέσει να πιστεύουν ότι, όπως όλες οι δηλητηριώδεις πολιτικές τάσεις, έτσι κι αυτή του λαϊκισμού «ηττάται μόνο στις κάλπες». Δεν είναι αλήθεια. Η πολιτική της αμετροέπειας και της εχθροπάθειας αποδοκιμάστηκε εκλογικά όταν αποδοκιμάστηκαν οι εκπρόσωποί της, όμως για κάποιον λόγο συνεχίζουμε να τη βλέπουμε μπροστά μας κάθε τόσο. Ο λόγος είναι συγκεκριμένος: δεν έχει καταστεί ακόμη περιττή. Οσο η ελπίδα των πολιτών για σοβαρότητα διαψεύδεται σε επίπεδο κυβέρνησης και κράτους, τόσο αυτοί θα γλυκοκοιτάζουν προτάσεις που έχουν ήδη απορρίψει ως ατελέσφορες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT