Μετά την ύφεση, τι;

3' 42" χρόνος ανάγνωσης

Η συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στην Αγκυρα θα διεξαχθεί σε πιο βαρύ κλίμα σε σχέση με την αντίστοιχη του περασμένου Δεκεμβρίου στην Αθήνα. Πρόκειται για ανταποδοτική επίσκεψη, περισσότερο διεκπεραιωτικού χαρακτήρα. Αλλωστε η Τουρκία έχει πάρει μεγαλύτερες αποστάσεις από τη Δύση με αφορμή τα τεκταινόμενα στη Γάζα, ενώ το μομέντουμ στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις έχει απολεσθεί, με αποκορύφωμα την αναβολή της επίσκεψης Ερντογάν στην Ουάσιγκτον.

Στα ευρωτουρκικά, η Αγκυρα ενοχλείται από τη συμπερίληψη του Κυπριακού στις προϋποθέσεις βελτίωσης των σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ενωση και το τελευταίο χρονικό διάστημα οι ρητορικές επιθέσεις σε βάρος των Ευρωπαίων έχουν πολλαπλασιαστεί.

Οι Τούρκοι έχουν αναλάβει εργολαβικά τον ρόλο του προστάτη των Παλαιστινίων αλλά και εν γένει των κατατρεγμένων μουσουλμάνων σε όλο τον κόσμο. Αλλά και στα αμιγώς διμερή ζητήματα, είχαμε κάποιες επιθετικές δηλώσεις σε βάρος της Ελλάδας, που προηγήθηκαν αλλά και ακολούθησαν των αυτοδιοικητικών εκλογών, στις οποίες το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης έχασε την πρωτοκαθεδρία, την πρόθεση για συμπερίληψη του ιδεολογήματος της «Γαλάζιας Πατρίδας», που εξελίσσεται σε στρατηγικό δόγμα, στα σχολικά εγχειρίδια, την αντίδραση της Τουρκίας για τη δημιουργία θαλάσσιων πάρκων σε περιοχές του Αιγαίου, μέρος των οποίων αμφισβητεί, την εκτέλεση της απόφασης του 2019 για τη μετατροπή του εμβληματικού μνημείου της Μονής της Χώρας σε τζαμί και τις συχνές αναφορές στη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης με τον όρο «τουρκική». Κοντολογίς, μεσολάβησαν από τη Διακήρυξη των Αθηνών πέντε και πλέον μήνες που δεν ήταν εντελώς ανέφελοι.

Από την άλλη, επί του πεδίου διατηρείται με αξιοπρόσεκτη –για τα μεταπολιτευτικά χρονικά– συνέπεια η αναστολή των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, δεν γίνονται υπερπτήσεις και οι στρατιωτικές ασκήσεις διεξάγονται με μέτρο και εντός ενός αποδεκτού πλαισίου. Η μεγάλη άσκηση «Θαλασσόλυκος» ναι μεν λαμβάνει χώρα φέτος, αντιθέτως με πέρυσι, μόνο που τότε ήμασταν μόλις δύο μήνες μετά τους καταστροφικούς σεισμούς, οπότε υπήρχε και αυτή η δικαιολογία ακύρωσής της, ωστόσο χρησιμοποιείται σημαντικά μικρότερος αριθμός αεροπλάνων (και για πρακτικούς λόγους), ενώ το σημαντικότερο είναι πως για πρώτη φορά πριν από την έκδοση της NAVTEX ενημερώθηκε η ελληνική πλευρά και ζητήθηκε η οιονεί έγκρισή της, γεγονός που ερμηνεύεται ως αποδοχή από πλευράς Τουρκίας της δικαιοδοσίας μας στη συγκεκριμένη περιοχή του Αιγαίου. Φαίνεται δε πως το σκέλος της άσκησης έρευνας και διάσωσης θα διεξαχθεί μετά τις 16 Μαΐου, ώστε να μη συμπέσει με την επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού.

Από εκεί και πέρα, προφανής στόχος των δύο ηγετών είναι η διατήρηση της λειτουργικής τους σχέσης, η οποία επιβεβαιώνεται σε κάθε συνάντησή τους. Για αυτό έχει τη σημασία της η συχνότητα των επαφών τους. Στη δική τους βούληση, εξάλλου, εναπόκειται και το σχετικά καλό κλίμα.

Λογικά, θα έχει ήδη αποφασιστεί μια «χορογραφία» για τη συνέντευξη Τύπου, ώστε να μην προκύψουν ανεπιθύμητες εκπλήξεις και επιβαρυνθεί περαιτέρω το κλίμα, με την έμφαση να δίνεται και στη λεγόμενη θετική ατζέντα. Η τελευταία κακώς υποτιμάται, καθώς μέσα από τις συμπράξεις συνειδητοποιούμε ότι υπάρχουν πεδία κοινών συμφερόντων αλλά και κοινών προβλημάτων που απαιτούν κοινές λύσεις. Δύο σημαντικοί τομείς στους οποίους έχουμε ήδη «μετρήσιμα αποτελέσματα», κατά τη ρήση του Ελληνα πρωθυπουργού, είναι το μεταναστευτικό (δραστική μείωση των ροών) και ο τουρισμός (ευεργετική για τα 10 νησιά του Ανατολικού Αιγαίου η βίζα εξπρές 7 ημερών, παρατηρείται ακόμη και τριπλασιασμός των επισκέψεων Τούρκων).

Συνιστά, εντούτοις, αφέλεια να προσδοκά κανείς ότι η τουρκική αναθεωρητική ατζέντα θα διαφοροποιηθεί έστω και κατά το ελάχιστο λόγω της προώθησης συνεργειών. Οσα συμβαίνουν εδώ και ένα χρόνο είναι απλώς και μόνο ένα πρώτο βήμα ενός οδικού χάρτη που κανονικά θα πρέπει να αποσκοπεί σε μεταγενέστερο χρόνο στην έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων. Προφανώς πρέπει να έχει προηγηθεί η εμπέδωση μιας ατμόσφαιρας σχετικής εμπιστοσύνης, χωρίς εντάσεις επί του πεδίου αλλά και χωρίς ρητορικές εξάρσεις.

Πάντως, όσο παράλληλα ανατρέφεται η γενιά της «Γαλάζιας Πατρίδας», η Τουρκία εξακολουθεί να αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία και διατηρεί το casus belli, προκύπτουν σημαντικές δυσκολίες στην όποια απόπειρα ουσιαστικής προσέγγισης. Επιπλέον, οι μεγάλες διαφορές που χωρίζουν τις δύο χώρες υπό τη μορφή εκκρεμοτήτων και ο επιθετικός τρόπος που πολιτεύεται ο πρόεδρος Ερντογάν μπορούν να εξαντλήσουν γρήγορα την υφιστάμενη δυναμική. Γι’ αυτό η Ελλάδα οφείλει να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, ώστε να θέσει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο συνολικά για τη σχέση αλλά ειδικότερα για τις διαπραγματεύσεις με μακροπρόθεσμο στόχο την επίλυση. Γιατί είναι προφανές ότι προσώρας εννοούμε διαφορετικά την επόμενη μέρα της ύφεσης, και όσο ο διάλογος για τα «ανοιχτά» ζητήματα, που αποτελούν πεδίο έντασης, δεν αποκτά περιεχόμενο, το ενδεχόμενο η σημερινή κατάσταση κάποια στιγμή να κακοφορμίσει είναι σοβαρό.

O κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων (IGA) και καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT