Είμαστε ο λαός της υπερβολής, πάμε εύκολα από το ένα άκρο στο άλλο. Αποθεώσαμε τον τουρισμό σαν βασικό μοχλό ανάπτυξης κατά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Τώρα κινδυνεύουμε να πάμε στο άλλο άκρο, συζητώντας μόνο το –υπαρκτό– πρόβλημα του υπερτουρισμού. Αναδείξαμε το πρόβλημα της παράνομης ξαπλώστρας και της κατάληψης του δημόσιου χώρου, αλλά δεν μπορούμε να πάμε στο άλλο άκρο, στο κυνήγι κάθε ξαπλώστρας ξενοδοχείου ασχέτως του αν έχει άδεια η όχι. Ως συνήθως, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση.
Εμείς εδώ στην «Κ» νιώθουμε ότι έχουμε την ευθύνη να προσπαθήσουμε να βάλουμε τον διάλογο σε μια πρακτική και λογική βάση, που θα αποφύγει τις ακρότητες και τις υπερβολές. Την έχουμε, γιατί αυτή η συζήτηση ξεκίνησε πριν από καιρό από αυτές εδώ τις στήλες.
Τι εννοούμε όταν μιλάμε για το φαινόμενο του υπερτουρισμού;
• Την υπέρμετρη δόμηση και ανάπτυξη του τουρισμού σε συγκεκριμένες περιοχές χωρίς καμία προηγούμενη σοβαρή περιβαλλοντική ή κυκλοφοριακή μελέτη. Και χωρίς πρώτα να κατασκευαστούν οι απαραίτητες υποδομές, λιμάνια, πάρκινγκ, συστήματα ύδρευσης, αποχέτευσης και διαχείρισης των απορριμμάτων.
• Το πρόβλημα του υπερκορεσμού αστικών γειτονιών είτε από το Αirbnb είτε από έναν πολτό ομοιογενών καταστημάτων, που στερούν από αυτές τις περιοχές τον παραδοσιακό τους χαρακτήρα και τις καταργούν από κανονικές γειτονιές, προσβάσιμες στους κατοίκους της πόλης για να ζήσουν εκεί.
• Το πρόβλημα της διαχείρισης προορισμών, με αποκορύφωμα την κρουαζιέρα. Η «Κ» έδωσε μάχη διαχρονικά για την απελευθέρωση του καμποτάζ, αλλά όχι για να φτάσουμε στην τρέλα της ταυτόχρονης άφιξης πολλών τεράστιων πλοίων, οι επιβάτες των οποίων κυριολεκτικά συνθλίβουν διάφορους προορισμούς.
• Την επιβολή κανόνων και του νόμου σε προορισμούς που κινδυνεύουν να γίνουν κόμβοι παγκόσμιας παρανομίας και του οργανωμένου εγκλήματος.
• Την επιβολή κανόνων ακόμη και στις θάλασσες όπου η ξέφρενη επιδότηση ενοικιαζόμενων σκαφών θα καταλήξει σε κορεσμό, με σφοδρές αντιρρήσεις του τοπικού πληθυσμού.
• Την εξεύρεση πρακτικών λύσεων για τη διαμονή του προσωπικού που εργάζεται σε μεγάλους τουριστικούς προορισμούς χωρίς να δημιουργείται τεράστιο πρόβλημα για τις τοπικές κοινωνίες.
Βρισκόμαστε σε ένα κρίσιμο σημείο. Ολα αυτά είναι προβλήματα που έχουν λύση εάν η κεντρική κυβέρνηση, οι τοπικές αρχές και ο ιδιωτικός τομέας συνεργαστούν και ανατρέξουν σε επιτυχημένα παραδείγματα διαχείρισής τους από άλλες χώρες. Αρκεί να υπάρξει ισχυρή βούληση (σαν αυτή που έχει επιδείξει μόνο το υπουργείο Οικονομικών έως τώρα), επαγγελματισμός, να ξεμπλέξουν οι αρμοδιότητες και να πάρουν το πάνω χέρι οι δυνάμεις του τουρισμού που δεν σκέπτονται μόνο την αρπαχτή. Γίνεται, και θα ενισχύσει το brand της χώρας και στο τέλος τέλος και την αξία των περιουσιών όσων επενδύουν στον τουρισμό. Εχουν ήδη γίνει πολλά βήματα, ο ελληνικός τουρισμός είναι πολύ πιο επαγγελματικός και κοσμοπολίτικος σε σύγκριση με το παρελθόν. Αν όμως ο ίδιος ο κλάδος δεν κάνει την απαραίτητη αυτορρύθμιση και δεν απαιτήσει υποδομές, περιορισμούς στη δόμηση και επιβολή του νόμου, το σημερινό τουριστικό θαύμα δεν θα αντέξει στον χρόνο. Ας μην ξεχνάμε, επίσης, και κάτι άλλο, ότι ο μέσος Ελληνας νιώθει πλέον ότι ένα μέρος των τουριστικών προορισμών δεν είναι πια προσιτό σε αυτόν. Οι ακρότητες ελλοχεύουν. Γι’ αυτό χρειάζεται αυτή η συζήτηση και να βάλουμε στόχους για το πώς θα προστατεύσουμε τη μεγάλη μας εθνική βιομηχανία.