Πόλεις, μπορούν να μάς εκπλήξουν πια;

3' 36" χρόνος ανάγνωσης

Θα ερχόταν στην Αθήνα για τα σαρακοστά της γενέθλια. Είχε κλείσει εισιτήριο από καιρό με την αεροπορική χαμηλού κόστους. Θα πήγαινε μουσεία, μετά για κοκτέιλς. Τουρίστρια του Σαββατοκύριακου πριν ακριβύνει κι άλλο η Ελλάδα. Μία γυναίκα που μού συστήθηκε ως «εργατική τάξη», κομμώτρια, και που έβαζε στο πλάι κάθε μήνα λίγα ευρώ, για να ‘ρθει τρεις μέρες Αθήνα. Γι αυτήν αυτός ο τρόπος που θα γιόρταζε τα γενέθλια της σηματοδοτούσε μία μικρή μετατόπιση, από την εργατική τάξη στα χαμηλά στρώματα της μεσαίας τάξης της χώρας της κλπ. Μετά προσγειωθήκαμε και αμφισβήτησα την αλήθεια όσων μού είπε, κουβέντες αεροπλάνου.

Κι όμως, την σκέφτηκα καθώς περπατούσα στην Πλάκα ένα βράδυ καθημερινής και όλα ήταν μαγικά, γιατί οι περισσότεροι τουρίστες είχαν αποσυρθεί ή παραλύσει από το ποτό/φαγητό. Ένας μόνο πραγματικά άθλιος τύπος έτρωγε με την πλάτη γυρισμένη στο θερινό σινεμά έναν γύρο στο όρθιο. Ενοχλήθηκε που σταμάτησα κι εγώ να δω τα προσεχώς του Σινέ Παρί λες κι εκεί ήταν ένα μεγάλο υπαίθριο κυλικείο.

Στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου, κάποιοι πνευματώδεις τύποι είχαν τοποθετήσει μία ξύλινη επιφάνεια. Έγραφε: Καλωσήρθατε Στον Λαβύρινθο του Airbnb στα αγγλικά (Welcome to Airbnb Labyrinth). Σε ποιον απευθύνεται πραγματικά μία τέτοια κραυγή απελπισίας; Όταν είχα πετύχει ένα παρόμοιο σύνθημα στη Βιέννη (Πάτε σπίτια σας τουρίστες, Tourists go home!) δεν είχα σκεφτεί στα σοβαρά πως το σύνθημα μού μιλούσε. Με αφορούσε, αλλά όχι άμεσα. Δεν είμαι κι εγώ μέλος της ρηγμένης συνομοταξίας όσων ζουν στο νοίκι; Δεν δικαιούμαι να πιάσω ένα Airbnb και να περάσω λίγες μέρες σε μια άλλη πρωτεύουσα; Δεν ήταν η πρόσβαση σε τέτοιες εμπειρίες η υπόσχεση της παγκοσμιοποίησης προς τη γενιά μας; 

Κανείς δεν αντιπαθεί πραγματικά τους τουρίστες, εκτός κι αν ζηλεύει ή αν έχει πρόβλημα. Είναι οι δυναμικές που δημιουργούνται που τους κάνουν αντιπαθείς. Για παράδειγμα, ο τουρίστας που έτρωγε σαν βόας μπροστά απ’ το Σινέ Παρί εμένα μού έλεγε ως εικόνα: φαγητό και όχι θερινά. Δεν θα σκεφτόμουν κάτι τέτοιο εάν η πόλη δεν είχε ρουφήξει χειμερινούς και θερινούς κινηματογράφους, για να φτύσει στη θέση τους άλλο ένα μαγαζί με υπερκοστολογημένα αυγά, άλλο ένα συνεδριακό κέντρο. Κανένα πρόβλημα δεν θα ‘χα με την απόβαση τουριστών, αν δεν ήταν δύσκολο να κρατήσεις την υπομονή σου με τις καρέκλες και τα τραπέζια. Τι νομίζουν οι μαγαζάτορες, ότι η πόλη είναι μία μεγάλη ταβέρνα; Και μάλιστα χιπστερ, κακόγουστη ταβέρνα με λαϊκή μουσική; 

Τις ίδιες δυναμικές αισθάνομαι να πυροδοτούνται όταν περιμένω να πάρω το τρόλεϊ στην αρχή της Συγγρού. Το τρόλεϊ έρχεται και είναι ρημάδι το καημένο, έχει τα μαύρα του τα χάλια. Κι ενώ περιμένει κανείς αυτό το τρόλει, τα υπερπολυτελή βανς φορτώνουν και ξεφορτώνουν τους visitors. Και ενώ δύσκολα βρίσκεις λειτουργική υπηρεσία προς τους πολίτες, τράπεζα, χρηστικά, τουλάχιστον δεν θα σού λείψει το παγωτό. 

Δεν μάς φταίνε σε τίποτα οι άνθρωποι που έρχονται να δουν την Αθήνα, στην πραγματικότητα μάς φταίνε οι ανισότητες και οι δυσλειτουργίες της ίδιας της πόλης κι η αίσθηση αποκλεισμού. Είναι άσχημη σκέψη η εξής, μα εν μέρει αληθής: αν δεν έχεις περιουσία/κληρονομιά, πρέπει να νοικιάσεις Airbnb, για να μείνεις στο ιστορικό κέντρο κάποιας ευρωπαϊκής πρωτεύουσας. Μερικές φορές με πιάνει απελπισία στην ιδέα πως οι επισκέπτες δεν θα δουν βιβλιοπωλεία και θέατρα, μπάμιες, φακές, νυχάδικα, αληθινούς ανθρώπους, αλλά μόνο γυράδικο, fake ρεμπετάδικο και μνημεία που έχουν δει ένα τρις φορές στο Insta και σε βιβλία ιστορίας. Και μαγαζιά με ρούχα που υπάρχουν και αλλού.

Αν οι πόλεις δεν επενδύσουν χρήματα (π.χ από τα κέρδη του τουρισμού) στη διατήρηση της ποικιλομορφίας τους, αν δεν αντιστρέψουν την τάση που δημιουργεί ζώνες (π.χ τουρισμού, κατοικίες κλπ.), ένα κομμάτι της ζωής σε πόλη θα έχει χαθεί. Το στοιχείο της έκπληξης, η απροσδόκητη συνάντηση με μία στοά ή ένα γκραφίτι, μ’ ένα παλιό κατάστημα κουμπιών ή ένα παλιομοδίτικο ζαχαροπλαστείο, αυτά κάνουν τη ζωή στις πόλεις περιπετειώδη. Αυτά τροφοδοτούν την περιπλάνηση.

Περπατώ ανάμεσα σ’ ένα ανομοιογενές πλήθος, αυτό σημαίνει ζω σε πόλη. Τι νόημα έχει να πάει κανείς σε υπερπροβλέψιμα καταναλωτικά κέντρα χιλιομέτρων που θα μπορούσαν να βρίσκονται στην Αθήνα, το Άμστερνταμ ή, βασικά, οπουδήποτε; Γι αυτό και γι άλλους λόγους τα ερείπια, οι εκκλησίες, οι πίσω αυλές και άλλοι μη χρηστικοί χώροι είναι σημεία λατρευτικά για οποιαδήποτε αξιοπρεπή αστική περιπλάνηση. Τα νεκροταφεία, τα δημόσια πάρκα, τα παράξενα μικρομάγαζα, τα παλιά σπίτια, αυτά είναι το βαθύ υφάδι της πόλης. Αν οι πόλεις χάσουν τον εαυτό τους, δεν θα αρέσουν σε κανέναν πια. Δεν θα μπορούν να εκπλήξουν ούτε όσους μένουν εκεί, ούτε όσους περνούν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT