Ο συμπαντικός ετερομορφισμός κι εμείς

Ο συμπαντικός ετερομορφισμός κι εμείς

3' 33" χρόνος ανάγνωσης

Η Ψυχολογία αναγνωρίζει την ασυγκράτητη παρόρμηση του Είναι, όταν φθάνει σε αδιέξοδο, να παράγει αυτοστιγμεί έναν Μύθο, προς «παρα-Μυθίαν» του. Πρόκειται για μια σχεδόν ανενσυνείδητη δράση.

Ετσι και στον φόβο του θανάτου, το κάθε άτομο ενδέχεται να παραγάγει παραμυθίες ποικίλες, όπως κυρίως το «άλλο» εκείνο εξωλογικό συστατικό του Είναι, που βαφτίσθηκε «ψυχή».

Ωστόσο, ένα σημαντικό τμήμα των συνανθρώπων μας δεν ικανοποιείται μ’ αυτήν την παραμυθία. Αμφιβάλλουν τόσο πολύ, ώστε αναζητούν άλλης κατηγορίας «παραμυθίες», συμβατότερες ει δυνατόν με τις απαιτήσεις του Λόγου. Η πιο ακραία είναι μια οιονεί παρηγοριά, την οποία δίνει η αξιοπρέπεια της στωικότητας – η καρτερική αταραξία μπροστά σε ένα αναπόφευκτο γεγονός.

Υπάρχει ωστόσο και μια άλλη (θα την έλεγα κάπως πλουσιότερη) κατηγορία στάσεων έναντι του θανάτου, που φιλοδοξούν να είναι και συμβατές με την επιστήμη. Σ’ αυτήν την κατηγορία υπάγονται και τα ερωτήματα των Τσαμ και Ουάιτσον, τα οποία μας πρόσφερε γενναιόδωρα ο κ. Ηλ. Μαγκλίνης στην «Καθημερινή» (18.05.24): «Είναι πιθανή η ζωή μετά τον θάνατο, βάσει των νόμων του σύμπαντος;». Και απαντούν, εστιάζοντας «στην πληροφορία για το πώς είναι η διάταξη των σωματιδίων μας, η οποία συνιστά την ύπαρξή μας – μια πληροφορία που δεν χάνεται όταν το σώμα μας πεθαίνει, αλλά παραμένει κωδικοποιημένη στην κβαντική κατάσταση του σύμπαντος». Κι εγώ μεν δεν πείθομαι για την επιστημονικότητα αυτής της άποψης – ιδίως μετά την ανάγνωση του πρόσφατου βιβλίου του Στ. Τραχανά «Ο Κύκλος» (ΠΕΚ, 2024).

Ας μου επιτραπεί, όμως, να νομίζω ότι η ύπαρξή μας δεν περιγράφεται μόνο με τη διάταξη των σωματιδίων μας, αλλά με τα εξής τρία: α) Τα σωματίδια αυτά καθαυτά, β) τη διάταξή τους και γ) τη λειτουργία τους. Η διάκριση αυτή μάλιστα συνεπάγεται μια σημαντική διεύρυνση των μετά τον θάνατο συνεπειών. Πράγματι, η αποσύνθεση των σωματιδίων μου δεν συνιστά «φθορά»: Η τροφοδότηση των ζωντανών οργανισμών (μικροβίων και φυτών) είναι μια δίκαιη επιστροφή των χημικών στοιχείων που είχα δανεισθεί απ’ τη φύση, τρεφόμενος με τα θανατικά προϊόντα φυτών και ζώων. Γεγονός που είναι μια πρώτη φανέρωση του ευεργετικού προσώπου του θανάτου ως ανακυκλικού «Ετερομορφιστή». Κι όσο εγώ τρεφόμουν με τα θανατικά προϊόντα φυτών και ζώων, (θα έπρεπε να) ήμουν ευγνώμων προς το φαινόμενο του θανάτου· τώρα που συμμετέχω στο ίδιο καθολικό φαινόμενο, πώς γίνεται να ξεχάσω ότι τα (άλλωστε δανεικά) υλικά των σωματιδίων μου επιβιώνουν πλέον σε ζωντανούς οργανισμούς! Είμαστε άραγε τόσο κακομαθημένοι, ώστε να μη μας συγκινεί αυτή η υπέροχη φυσική πραγματικότητα;

Ας είμαστε, όμως, λίγο πιο ειλικρινείς: Ολα τούτα, για να έχουν ψυχολογικό αποτέλεσμα, απαιτούν μια πολύχρονη διανοητική παράδοση, που δεν την έχομε. Εμάς, σήμερα, εκείνο που μάλλον μας πονάει, είναι ένα καίριο επακόλουθο της διακοπής μιας «λειτουργίας» των σωματιδίων μας – και εννοώ την απώλεια της αυτοσυνειδησιακότητας. Εδώ, η πίστη στην έννοια μιας ειδικώς δημιουργημένης προσωπικώς για μένα «ψυχής» (προ της γεννήσεώς μου, όπως και μετά τον θάνατό μου) συνιστά μια τέλεια παραμυθίαν – είπαμε όμως να σχολιάσομε τις θέσεις εκείνων που διατηρούν αμφιβολίες περί αυτής. Και αναζητούν απόψεις, ει δυνατόν, πιο συμβατές και με την επιστήμη.

Λοιπόν, ως γνωστόν, ένα σημαντικό φιλοσοφικό ρεύμα (κυρίως κατά τα τελευταία σαράντα χρόνια), με τη βοήθεια και των νευροεπιστημών, καλλιεργεί την άποψη πως πιθανότατα το Εγώ δεν είναι «πράγμα», δεν δίδεται· αλλά δομείται και αναδύεται σταδιακά κατά τη βρεφική ηλικία, και συντηρείται συνεχώς καθ’ όλον τον βίο, με τις ίδιες σχέσεις: προς τον αντικειμενικό κόσμο, προς τα έμβια όντα και προς τα εσωτερικά χαράγματα της βιολογικής μηχανής του σώματος.

Αν η άποψη αυτή αληθεύει, τότε το Εγώ δεν συνιστά «ιδιοκτησία», αλλά ήταν μια υπερσυστημική ιδιότητα, τεράστιας σημασίας. Που προσφέρει το προνόμιο να βλέπομε βαθιά μέσα στο σύμπαν, αλλά που ενέχει ανάλογη αστάθεια, όση και οι χημικές ενώσεις του σώματος. Οπότε, αφού το Εγώ δεν είναι πράγμα «σταθερόν και ιδιόκτητον», θα είναι ηπιότερος κι ο πόνος της απώλειάς του. Μπορεί αυτός ο πόνος να αντισταθμίζεται πλήρως απ’ τη σεμνή αίσθηση συμμετοχής «μας» στον αέναο συμπαντικό ετερομορφισμό, σε γιγαντιαίες χωρικές και χρονικές κλίμακες – που θα μπορούσαν να παραγάγουν ακόμη και μιαν αίσθηση ιερότητας: Εχετε σκεφθεί πόσο γρήγορα μια μαύρη τρύπα καταπίνει ολόκληρα ηλιακά συστήματα και πόσο ενίοτε γεννάει νέα αστρικά πλήθη; Αν μη τι άλλο, η εστίαση της προσοχής μας στα συμπαντικά φαινόμενα μας προάγει σε μια σιωπηρή σεμνότητα και σε περιστολή της εγωιστικής απαίτησης για «προσωπική» εξαίρεση απ’ τους συμπαντικούς νόμους της Δημιουργίας.

*Ο κ. Θ. Π. Τάσιος είναι ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT