Με τους επώνυμους, είτε ανήκουν στο χώρο του πνεύματος είτε της τέχνης, υπάρχει πάντα μια δυσανεξία όταν παρεμβαίνουν δημόσια υπέρ ή κατά μιας συνθήκης πολιτικής ή κοινωνικής. Από τη μια ενοχλούμαστε όταν «δεν σιωπούν», από την άλλη τους κακοχαρακτηρίζουμε (ειδικά τους διανοουμένους και συγγραφείς) όταν «σιωπούν». Σα να υπάρχει ένας άγραφος οδηγός με τι τους επιτρέπεται και τι όχι.
Την περασμένη Τρίτη ο Ρόμπερτ ντε Νίρο καταφέρθηκε εναντίον του Τραμπ, χαρακτηρίζοντάς τον «κλόουν» που θα μπορούσε να γίνει «τύραννος». Σε μικρή απόσταση από την αίθουσα του δικαστηρίου στο Μανχάταν όπου εξελίσσεται η δίκη του Τραμπ, ο 80χρονος ηθοποιός μίλησε με λατρεία για την πόλη του που δεν θέλει να τη δει να καταστρέφεται από την επανεκλογή ενός «γκάνγκστερ» (έτσι τον είχε αποκαλέσει το 2019), που θα έχει αντίκτυπο σε όλον τον κόσμο. Η παρέμβαση του Ντε Νίρο οργανώθηκε από την ομάδα της προεκλογικής εκστρατείας του Μπάιντεν. Διάβαζε μπροστά στα μικρόφωνα, προφανώς φορτισμένος, ενώ ολόγυρα οπαδοί του Τραμπ προκαλούσαν κάθε μορφής παράσιτα, εκστομίζοντας απειλές.
Η ατμόσφαιρα, υπόγεια και φανερή, όπως αναδύεται από το βίντεο είναι φοβιστική. Ενας ολιγόλεπτος αλλά εξαιρετικά σαφής προάγγελος του εμφυλιοπολεμικού διχασμού που επικρατεί στη χώρα.
Οι επώνυμοι και διεθνώς αναγνωρίσιμοι έχουν τη δύναμη του πολλαπλασιαστή. Μεγαφωνίζουν το μήνυμα.
Απαξιώνουμε ή αποδίδουμε εύσημα στον Ντε Νίρο για τη στάση του; Οι Δημοκρατικοί τον επαινούν, οι Ρεπουμπλικανοί τον μέμφονται. Κι εμείς, τον χειροκροτούμε για την τόλμη και το κουράγιο του.
Πρόσφατα, στη διάρκεια του Φεστιβάλ των Καννών, η Κέιτ Μπλάνσετ περπάτησε στο κόκκινο χαλί με ένα μαυρόασπρο φόρεμα Γκοτιέ, αναδεικνύοντας την πράσινη φόδρα του. Για δευτερόλεπτα «σχηματίστηκε» η χρωματική παλέτα της παλαιστινιακής σημαίας. Ηταν μια άτυπη περφόρμανς υπέρ των Παλαιστινίων. Ακούστηκαν και γράφτηκαν πολλά, όχι υποχρεωτικά θετικά, για την κίνηση αυτή, με την ειρωνεία και τον ελαφρύ σαρκασμό που προκαλεί, μοιραία, μια εμφάνιση υψηλής ραπτικής με πολιτικό πρόσημο. Ομως η ίδια με μέτρο και σοβαρότητα έβαλε τα πράγματα στη θέση τους: «Δεν είμαι από το Ισραήλ ή την Παλαιστίνη. Δεν είμαι πολιτικός. Δεν είμαι καν ειδήμων», δήλωσε. «Αλλά είμαι μάρτυρας και έχοντας δει το ανθρώπινο κόστος του πολέμου, της βίας και των διώξεων που δέχονται οι πρόσφυγες από όλον τον κόσμο, δεν μπορώ να κοιτάξω αλλού». Δεν είναι ούτε για την Μπλάνσετ η πρώτη φορά που παρεμβαίνει ζητώντας κατάπαυση του πυρός. Επιπλέον είναι και πρέσβειρα της Υπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες από το 2016. Και έχουν προηγηθεί και πολλές άλλες δράσεις της.
Το 2022 ο Σον Πεν συναντήθηκε με τον Ζελένσκι για να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ για την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία, το οποίο και προβάλλεται από πέρυσι. Μάλιστα σε μια από τις συναντήσεις τους του πρόσφερε και ένα από τα Οσκαρ του, λέγοντάς του ότι πρόκειται για κάτι «χαζό» και «συμβολικό»: «Οταν νικήσετε, φέρ’ το πίσω στο Μαλιμπού. Γιατί θα νιώθω πολύ καλύτερα γνωρίζοντας ότι ένα κομμάτι μου είναι εδώ», πρόσθεσε. Μια από τις αναρίθμητες ανθρωπιστικές και αντιπολεμικές δηλώσεις και πράξεις του Σον Πεν εδώ και δεκαετίες.
Προς τι τα παραδείγματα; Διαφέρουν οι αιτίες αλλά όχι ο στόχος: οι επώνυμοι και διεθνώς αναγνωρίσιμοι έχουν τη δύναμη του πολλαπλασιαστή. Μεγαφωνίζουν το μήνυμα. Συμβολικά ή πραγματικά. Ο καθένας έχει τον τρόπο του. Αλλος διακινδυνεύει περισσότερο (και με τη ζωή του ακόμη), άλλος λιγότερο. Ομως η πολιτική «ταυτότητα», όπως κι αν εκφράζεται, είναι μια στάση ορατή. Καταγράφεται από το κοινό και συμβάλλει στη διαμόρφωση απόψεων. Ναι, δεν θα σταματήσει τον πόλεμο, ούτε θα αποτρέψει μια ενδεχόμενη νίκη του Τραμπ. Αλίμονο όμως αν ζυγίζαμε τις παρεμβάσεις με το αποτέλεσμα. Ο κόσμος θα ήταν πιο αδιαπέραστος, πιο αδιάφορος, πιο ασυντρόφευτος.