Μια νύχτα με την Αντιγόνη στις φυλακές Κορυδαλλού

Μια νύχτα με την Αντιγόνη στις φυλακές Κορυδαλλού

4' 7" χρόνος ανάγνωσης

Ερωτα ανίκητε στη μάχη. Ο φυλακισμένος/ερασιτέχνης ηθοποιός ύψωσε τα χέρια μπροστά στη γεμάτη «πλατεία» του αυτοσχέδιου θεάτρου που είχε στηθεί στον αύλειο χώρο των φυλακών Κορυδαλλού. Πέριξ όρθιοι φύλακες που τον καμάρωναν. Τον τοίχο της φυλακής κάλυπτε ένα τεράστιο γκραφίτι, που μου φάνηκε σαδιστικό: μία τροπική παραλία. Από πάνω είχε κάγκελα και μετά συρματόπλεγμα. 

Οι φυλακισμένοι έδειχναν να το ευχαριστιούνται. Είχαν φορέσει τα κοστούμια τους και το χαίρονταν πραγματικά. Ενας (που μέτα μού συστήθηκε ως υπεύθυνος για τη μουσική του έργου) είχε ήδη πάρει θέση να παίξει κι όσο έμπαινε ο κόσμος δεν άφησε λεπτό το κλαρίνο του – έπαιζε συγκινητικά καλά. Η είσοδος του κοινού κράτησε ώρα, γιατί έπρεπε όλοι να ελεγχθούν, όμως οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι έμοιαζαν κάπως χαρούμενοι ή τουλάχιστον «ψημένοι», δεν βαρυγγομούσαν με την έξτρα δουλειά, η ατμόσφαιρα θύμιζε τέλος σχολικής χρονιάς. Ακόμα και οι διάδρομοι θύμιζαν σχολείο, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για τα δημόσια σχολεία της χώρας.

Ο φυλακισμένος που με είχε συνεπάρει στον ρόλο του Κρέοντα μού είπε πως διάβαζε κάθε βράδυ στο φως της τηλεόρασης και βρήκε πού πατάει το κείμενο στη δική του ζωή. Το δούλεψε δηλαδή όπως κάθε άλλος ηθοποιός. Μόνο που οι δικές του συνδέσεις με τη σαγήνη της εξουσίας αφορούσαν τον κόσμο της παρανομίας και τη μέθη της παραβατικότητας. Φοβερή αίσθηση, μου είπε. 

Στο θεατρικό εργαστήρι του Σωφρονιστικού Καταστήματος Κράτησης Κορυδαλλού συμμετέχουν λίγοι. Κάποιοι δεν θέλουν, φυτοζωούν, έχουν πλακωθεί απ’ τα προβλήματα. Αλλοι θέλουν, μα δεν γίνεται. Το εργαστήρι θα μπορούσε να επεκταθεί, αλλά χρειάζονται πόροι, κουράγιο, ενέργεια. Ηδη, είναι ένα μικρό θαύμα που δεν θα συνέβαινε εάν η Διεύθυνση της φυλακής και η Εισαγγελία Πειραιώς δεν έδειχναν τέτοια φροντίδα. 

Ξέρεις τι είναι να σε ρωτάει ο φύλακας πώς πήγε η πρόβα; μού είπε ένας. Δεν ήξερα. Ενας άλλος, που εξέτισε την ποινή του και επέστρεψε στην κοινωνία κάπου κοντά στο Πάσχα, δεν εγκατέλειψε την ομάδα, αλλά ήρθε να παίξει τον ρόλο του. Μου έδειχνε το καρτελάκι του επισκέπτη –ίδιο με το δικό μου– με πολύ καμάρι. 

Ενας φυλακισμένος είχε τη δική του συναρπαστική ιστορία, και μάλιστα την έλεγε τόσο καλά, που αναρωτήθηκα αν ζούσα μία απ’ αυτές τις στιγμές που ο τρόφιμος κάποιου ιδρύματος αντλεί ικανοποίηση απ’ το να σαγηνεύει με τρομακτικές ιστορίες τους εισερχόμενους από τον έξω κόσμο. Αλλά μετά σκέφτηκα ότι θα ’χε πει την ιστορία του χιλιάδες φορές, σε δικηγόρους, ανακριτές, εισαγγελείς και τελικά σε κάποιο δικαστήριο που δεν πείστηκε, κι ύστερα μέσα στη φυλακή ξανά και ξανά, μέχρι ο άνθρωπος να μην είναι πια άνθρωπος, αλλά το έγκλημά του, ένα κακοποιό στοιχείο. Σε λίγους μήνες θα αποδοθεί πίσω στην κοινωνία και μου ’πε και το εξής: η γειτονιά θα με βλέπει σαν τον τύπο που πιάστηκε για τους χ, ψ λόγους, αλλά εσείς θα με βλέπετε σαν τον Κρέοντα. Θα θυμάμαι ότι μέσα στη φυλακή έπαιξα Αντιγόνη και Πέρσες και ότι ολοκλήρωσα τα μαθήματα γραφιστικής. Οτι έκανα λάθος, αλλά δεν τ’ άφησα να με ρουφήξει στην άβυσσο. 

Ενας άλλος μιλούσε για τον εαυτό του με τις λέξεις που είχαν χρησιμοποιήσει γι’ αυτόν στην ποινική διαδικασία. Δεν είχε «απασχολήσει τις Αρχές», «λευκό ποινικό», αλλά τώρα «ποινή». Προσπάθησα να σπάσω αυτή την απόσταση του νομικού λεξιλογίου, τον ρώτησα πώς ένιωθε. Ούτε κρύο ούτε ζέστη, είπε. Μου εξομολογήθηκε πως γι’ αυτόν το θεατρικό εργαστήρι ήταν απολύτως σημαντικό, ώστε να μη γίνει «όπως άλλοι», που κάθονται στην καρέκλα και κοιτάνε τον τοίχο ή την τηλεόραση. «Εχουμε πολλούς έτσι». Η φυλακή σε καταπίνει, μου είπε, γι’ αυτό εγώ ερχόμουν κάθε φορά στην πρόβα μου, ενώ έχω ψυχολογικά. Και πώς να μην έχεις; Φανταστείτε υποδομές Δημοσίου, αλλά ακόμη πιο χαλασμένες. Δεν είναι καθαρά εκεί μέσα.

Κανένας απ’ τους φυλακισμένους δεν ήθελε να παίξει την Αντιγόνη, πάντως, έτσι ο ρόλος δόθηκε σε ηθοποιό απ’ έξω. Η ματσίλα ήταν διάχυτη σε φύλακες και τροφίμους, παρόλο που οι φυλακισμένοι μιλούσαν με σεβασμό και σχεδόν αγάπη και για τη σκηνοθέτη και την κοινωνιολόγο που φρόντισαν να συμβεί αυτή η παράσταση. Αυτοί οι άνθρωποι βρήκαν κάτι να σκέφτονται πέρα από τις ποινές, τα λάθη τους, τους ανθρώπους που απογοήτευσαν. Ηταν ευγνώμονες για τούτη τη διέξοδο. Δεν ζητούσαν συγχώρεση. Κάτι ν’ απασχολήσουν το μυαλό τους ήθελαν, και τι καλύτερο από τα ηθικά διλήμματα της τραγωδίας; Αισθάνθηκαν λιγότερο αποσυνάγωγοι και περισσότερο άνθρωποι με περίπλοκο εσωτερικό κόσμο και με την ικανότητα να θέτουν στόχο και να τον πετυχαίνουν – σπουδαία αίσθηση αν παλεύεις με τον εθισμό και τη σκοτεινή πλευρά σου. 

Ενας μού είπε: στη φυλακή διάβασα. Τον ρώτησα αν θα διαβάζει έξω. Μπα, έξω υπάρχει το αλκοόλ. Ανέφερε το αγαπημένο του ποτό (εγώ είχα ήδη διαπιστώσει ότι το κυλικείο της φυλακής είχε μόνο πορτοκαλάδες). Οι κρατούμενοι έπαιζαν πολύ πειστικά σε όλα τα κομμάτια του έργου που λένε πόσο δύσκολο είναι να είσαι άνθρωπος και τι σπαζοκεφαλιά είναι η ζωή. Το ’λεγαν και το εννούσαν. Κι έτσι σκεφτόμουν πόσο ανατριχιαστικές είναι οι λέξεις και τι δύναμη έχουν. Μετά εμείς φύγαμε, οι άνθρωποι γύρισαν πίσω από κλειδωμένες πόρτες και ο ένας εκ των ηθοποιών, ο αποφυλακισθείς, πήρε το μηχανάκι του να πάει στο μαγαζί του.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT