Το ανέκδοτο είναι γνωστό: Σε αγώνα δρόμου, ο πρόεδρος των ΗΠΑ βγαίνει πρώτος, ο γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης δεύτερος. Την επόμενη μέρα οι σοβιετικές εφημερίδες διαλαλούν: «Δεύτερη θέση σε αγώνα δρόμου από τον γ.γ. του ΚΚΕΣΣΔ· ο Αμερικανός πρόεδρος ήρθε προτελευταίος». Το ανέκδοτο θυμήθηκα όταν είδα τον Στέφανο Κασσελάκη να πανηγυρίζει για τη μειωμένη διαφορά ποσοστών μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, όχι επειδή κέρδισε ψήφους το κόμμα του, αλλά επειδή έχασε ψήφους η Ν.Δ. «Είναι κι αυτή μια στάσις. Νιώθεται», θα έλεγε ο Καβάφης.
Ενώ οι πολιτικοί αναλυτές προέβλεπαν ότι μετά τις εκλογές όλα τα μεγάλα κόμματα θα ήταν κατά κάποιο τρόπο νικητές, τελικά όλα βγήκαν ηττημένα. Ενώ οι πολιτικοί αρχηγοί υπογράμμιζαν τη σημασία των εκλογών και σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο, η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων τούς αγνόησε. Κι όσοι τελικά πήγαν στην κάλπη, έδειξαν ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία δεν εμπιστεύονται ούτε την κυβέρνηση ούτε τα κόμματα της αντιπολίτευσης που άσκησαν κάποτε εξουσία και φιλοδοξούν να την ασκήσουν πάλι. Ποτέ στην ιστορία των ευρωεκλογών στην Ελλάδα δεν είδαμε τόσο χαμηλά ποσοστά ούτε από μια μονοκομματική κυβέρνηση ούτε από την αξιωματική της αντιπολίτευση. Στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών ο «Κανένας» συναγωνιζόταν τον πρωθυπουργό σε δημοτικότητα και μερικές φορές τον ξεπερνούσε. Στις ευρωεκλογές ο «Κανένας» θριάμβευσε.
Το μίζερο 28,3% της Ν.Δ. (επί του 41,3% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων), το εξίσου πενιχρό 14,9% του ΣΥΡΙΖΑ, το 16,71% των κομμάτων τού «Πατρίς – Θρησκεία – Οικογένεια» και το τρανταχτό 58,7% της αποχής αποκτούν τις διαστάσεις κρίσης του κομματικού συστήματος όπως διαμορφώθηκε την τελευταία 15ετία. Οι πολίτες δεν απαξιώνουν την πολιτική – οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τους απασχολούν καίρια προβλήματα. Απαξιώνουν συγκεκριμένους πολιτικούς και τον τρόπο που πολιτεύονται. Οταν ο «Κανένας» είναι συχνή απάντηση στο ερώτημα «ποιον θεωρείτε καταλληλότερο για πρωθυπουργό», τότε τίθεται αμείλικτα το ερώτημα: μήπως υπάρχει στον ορίζοντα ο «Αλλος»; Προφανώς οι δημοσκοπήσεις καλύπτουν τους πολιτικούς αρχηγούς. Αλλά αναρωτιέμαι τι αποτελέσματα θα έδειχναν αν ζητούσαν από τους ερωτώμενους να υποδείξουν κάποιο άλλο πρόσωπο ή αν στον κατάλογο πρόσθεταν άλλους πολιτικούς.
Οι πολίτες δεν απαξιώνουν την πολιτική. Απαξιώνουν συγκεκριμένους πολιτικούς και τον τρόπο που πολιτεύονται.
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, τόσο αρνητικό για μια μονοκομματική κυβέρνηση που κατήγαγε εκλογικό θρίαμβο πριν από ένα μόλις χρόνο, θέτει σε αμφισβήτηση κάτι που παραδοσιακά θεωρούνταν αυτονόητο: ότι οι πολίτες προτιμούν τη σταθερότητα των μονοκομματικών κυβερνήσεων. Οι αλλεπάλληλες αλλαγές εκλογικών νόμων, με εξαίρεση τη βραχύβια απλή αναλογική, ακριβώς στη σταθερότητα απέβλεπαν. Η σταθερότητα ήταν και το βασικό προεκλογικό μήνυμα της Ν.Δ.· η απάντηση των ψηφοφόρων ήταν ηχηρή. Στα 50 χρόνια της κοινοβουλευτικής μας δημοκρατίας, οι κυβερνήσεις συνασπισμού ήταν προϊόντα μεγάλων κρίσεων (1989-1990 και 2011-2019). Δεν κατόρθωσαν να συμφιλιώσουν τους Ελληνες με την ιδέα ότι κυβερνήσεις συνεργασίας μπορούν να λύσουν προβλήματα. Η οπορτουνιστική συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ευτέλισε την ιδέα της κυβέρνησης συνασπισμού. Δεν στηριζόταν σε αρχές. Ο μόνος συνδετικός κρίκος των εταίρων ήταν η επιθυμία να αποκτήσουν και να διατηρήσουν την εξουσία. Από την άλλη πλευρά, πολύ εύκολα ξεχάστηκε ότι μονοκομματικές ήταν οι κυβερνήσεις των σκανδάλων και εκείνες που έριξαν τη χώρα δημοσιονομικά στα βράχια.
Διαφαίνεται άραγε στον ορίζοντα η προοπτική μιας μελλοντικής κυβερνητικής συνεργασίας που με ευρεία αποδοχή και βάσει προγραμματικών συμφωνιών θα προσφέρει λύσεις σε καυτά προβλήματα, θα αντιμετωπίσει εθνικά θέματα και θα κάνει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις – π.χ. στη Δικαιοσύνη και στην Παιδεία; Το σημερινό κομματικό σκηνικό –με την εξαφάνιση μικρών κομμάτων εκατέρωθεν του Κέντρου, που θα μπορούσαν να παίξουν τον ρόλο που επί δεκαετίες έπαιζε το Φιλελεύθερο Κόμμα στη Γερμανία– και κυρίως η τοξικότητα στην πολιτική αντιπαράθεση δεν αφήνουν ελπίδες για ευρύτερες συναινέσεις. Κάτι πρέπει να αλλάξει, για να μη μείνει η κοινοτοπία πως «στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα» χωρίς περιεχόμενο.
*Ο κ. Αγγελος Χανιώτης είναι καθηγητής Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στο Ινστιτούτο Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον.