Σερβιτόρος, καλοκαίρι, στην Αθήνα

3' 36" χρόνος ανάγνωσης

Πρέπει να μπαινοβγαίνεις σε καυτές κουζίνες, να απαντάς ευγενικά όταν απαιτούν ένα πιάτο που δεν υπάρχει καν στον κατάλογο, ν’ ανέχεσαι να σχολιάζουν το περπάτημά σου, την εμφάνισή σου, τον τρόπο που μιλάς (ειδικά στις γυναίκες). Πώς είναι να κάνεις τη δουλειά του σερβιτόρου, στους σαράντα βαθμούς, καλοκαίρι κι ενώ γνωστοί σου ποστάρουν παραλίες και δάση; Μίλησα με δύο ανθρώπους που δεν τους έχει συμβεί «κάτι εξτρίμ», κάνουν τη δουλειά πάνω από δεκαετία και ξέρουν τη δυσκολία.

Με τον έναν, τον Διαμαντή Αδαμαντίδη, αρχίσαμε να συζητάμε όταν άκουσα το προσωπικό του podcast στο σπότιφαι. Εκεί ξεσπάθωνε μετά από μία μέρα δουλειάς σε καφετέρια: δεν σου ανήκει ο χώρος, επειδή έδωσες τρία ευρώ για έναν καφέ, δεν είμαι σκλάβος σου, μπορείς να ζητήσεις πιο ευγενικά να σου προσθέσουμε ζάχαρη – τέτοια έλεγε. Τσάκιζε και λίγο κοινωνικό ρατσισμό στο podcast του: δεν είμαι σερβιτόρος ούτε επειδή δεν διάβαζα, ούτε επειδή τεμπέλιασα (για την ακρίβεια είναι και ηθοποιός και καλλιτέχνης, απλώς από τα 18 έως τα 32 το σέρβις ήταν η αναγκαία ενίσχυση για το ενοίκιο και τους λογαριασμούς). «Ο άνθρωπος που σε σερβίρει δεν είναι αγράμματος και τεμπέλης» κι εσύ δεν είσαι βασιλιάς, επειδή δίνεις 3 ευρώ να πιεις έναν καφέ. Επίσης, «αν σου φαίνεται ακριβός ο καφές, δεν φταίω εγώ, στο ίδιο καζάνι βράζουμε όλοι, ας είμαστε πιο ευγενικοί», μου είπε. 

«Eχω πέσει και σε εξαιρετικούς εργοδότες, και πάλι δεν αντεχόταν η δουλειά». Είναι μία δουλειά απίστευτης σωματικής κόπωσης, αλλά χρειάζεται και διαρκής συναισθηματική εργασία: να είσαι ευγενικός και ευχάριστος και να αποκρούεις τις προσπάθειες των πελατών να σου την πουν ή να βγάλουν το άχτι τους πάνω σου. Οι πελάτες είναι «σε μία μικρή θέση εξουσίας για λίγο». Τους έχει καλλιεργηθεί η εντύπωση πως εκείνη τη μία ώρα που πληρώνουν για μπραντς είναι θεοί. «Και κυρίως ότι είναι πάνω από εσένα και μπορούν να σου απευθύνουν διαταγές». 

Ο Σ. που δουλεύει σε μεζεδοπωλείο έχει τις δικές του στρατηγικές διαχείρισης της δουλειάς στους σαράντα βαθμούς. «Αν πας για μπάνιο πριν από τη δουλειά, θα το μετανιώσεις, γιατί έρχεσαι κουρασμένος, οι περισσότεροι δεν πάμε για μπάνιο – μόνο στην άδεια. Αυτό προφανώς προκαλεί και μία μιζέρια, αλλά δεν γίνεται αλλιώς να αποδώσεις, το μπάνιο σου θα ’ναι ντους στο σπίτι, όχι παραλία». Οι υψηλές θερμοκρασίες, μου είπε, προκαλούν εκνευρισμό, δυσκολεύουν τη δουλειά. Κι επίσης, δεν επιτρέπεται να ντυθεί κανείς υπερβολικά ελαφρά ή με κοντό παντελόνι, γιατί υπάρχουν κανόνες όταν μπαινοβγαίνεις σε μία κουζίνα να σερβίρεις. 

Ούτε στον Σ. έχει συμβεί κάτι ακραίο – η δυσκολία είναι η πλήξη, η κοινοτοπία των άσχημων συμπεριφορών και η εξουθένωση, μεταξύ άλλων και λόγω καύσωνα. Μη νομίσει κανείς πως εγώ ή οι συνομιλητές μου υποτιμούμε τις δουλειές στο σέρβις ή τα χρήματα που αφήνουν οι άνθρωποι στα μαγαζιά. Οι σερβιτόροι ξέρουν καλά ότι έτσι πληρώνουν το νοίκι κι επίσης είναι άνθρωποι με αντοχές –σωματικά και ψυχικά– και  μαθημένοι στη σκληρή δουλειά. Απλώς, κατά κανόνα θέλουν να κάνουν κάτι άλλο, ενώ ταυτόχρονα δεν έχουν καθόλου προσωπικό χρόνο για να δρομολογήσουν και σταδιακά να υλοποιήσουν τα σχέδιά τους.

Σκεφτείτε μόνον ότι οι εργαζόμενοι στα μεζεδοπωλεία ουσιαστικά δεν έχουν μέρα. Σηκώνονται μεσημέρι και από το απόγευμα πρέπει ήδη να βρίσκονται στο μαγαζί. Ο Σ. επισημαίνει πως «οι ντόπιοι ή οι τουρίστες που έρχονται στο μαγαζί έχουν ενσυναίσθηση, ξέρουν τι τραβάμε». Αρκεί, όμως, μία απαίσια συμπεριφορά, για να δυσκολέψει μία ήδη δύσκολη κατάσταση, τη δουλειά στους σαράντα βαθμούς. 

Ο Σ. θεωρεί ότι οι περισσότεροι πελάτες καταβάλλουν προσπάθεια να μειώσουν τη δουλειά των σερβιτόρων, ειδικά τις δύσκολες μέρες, π.χ. δίνοντας σαφή παραγγελία. «Μερικές φορές ο κόσμος μάς προσέχει, δεν θέλει να μας φορτώσει έξτρα». Φυσικά, λέει, υπάρχουν κι αυτοί που «δεν σε βλέπουν καν σαν άνθρωπο, δεν σου λένε “γεια”» και φέρονται λες και βγαίνουν πρώτη φορά από το σπίτι τους. «Αυτοί που φέρονται χάλια δεν το κάνουν από κακία, απλώς δεν μπορούν να σκεφτούν ότι εσύ εργάζεσαι και ζεσταίνεσαι, δεν πάει καν το μυαλό τους».

Μακάρι το μυαλό μας να πάει λίγο παραπέρα αυτό το καλοκαίρι και να αποφευχθούν ειδήσεις με παρενοχλήσεις/επιθέσεις σε κοπέλες, αισχρή εργοδοτική αυθαιρεσία και άλλα. Πολλές επιχειρήσεις δεν βρίσκουν προσωπικό, όμως, όποτε διαβάζω μια τέτοια είδηση σε μια χώρα με τέτοια ανεργία, αναρωτιέμαι τι προσφέρουν αυτές οι υποστελεχωμένες επιχειρήσεις; Κι από την άλλη: όσοι πάνε σ’ ένα καφέ και καταλαμβάνουν όλο τον χώρο με την προσωπικότητά τους και τις σιγουριές τους, έχουν δουλέψει ποτέ πουθενά να δουν πώς είναι;

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT