«Ενας άθεος είναι ό,τι κατώτερο»

2' 6" χρόνος ανάγνωσης

Το 1994, ο 83χρονος Αιγύπτιος νομπελίστας συγγραφέας Ναγκίμπ Μαχφούζ βγαίνει να περπατήσει έως το αγαπημένο του καφέ, γράφει ο Σαλμάν Ρούσντι στο «Μαχαίρι» (μτφρ.: Γ. Μπλάνας, επιμ.: Δ. Δουλγερίδης, εκδ. Ψυχογιός).

Στη διαδρομή, ο Μαχφούζ δέχεται την επίθεση ενός άνδρα με μαχαίρι. «Το επεισόδιο», γράφει ο Ρούσντι, «ήταν ένα κρούσμα της “πολιτιστικής τρομοκρατίας” για την οποία (ο Μαχφούζ) είχε κατηγορήσει προηγουμένως τους Αιγύπτιους ισλαμιστές φονταμενταλιστές».

Ο Μαχφούζ έζησε άλλα δώδεκα χρόνια, μα τα τραύματά του δεν του επέτρεπαν παρά να γράφει μόνο για μερικά λεπτά την ημέρα.

«Διάβασα», προσθέτει ο Ρούσντι, «ότι ο φετφάς εναντίον των “Σατανικών στίχων” (σ.σ. του δικού του βιβλίου δηλαδή) στον οποίο (ο Μαχφούζ) είχε εναντιωθεί ήταν αυτό που πυροδότησε την επίθεση εναντίον του».

Ο Ρούσντι δεν τοποθετεί τον εαυτό του στο επίπεδο του Μαχφούζ, «αλλά πλέον είμαι υποχρεωμένος να μπω στο μυαλό του ανθρώπου που ήθελε να με δολοφονήσει».

Πώς όμως; Με τον μόνο τρόπο που ξέρει: με τον τρόπο του μυθιστοριογράφου. Ετσι, κάμποσες σελίδες του «Μαχαιριού» αφιερώνονται στον επινοημένο διάλογο ανάμεσα στον ίδιο και στον δολοφόνο του.

«Προσπαθώ να σε καταλάβω», του λέει ο Ρούσντι. «Ησουν μόλις είκοσι τεσσάρων ετών. Με όλη τη ζωή μπροστά. Γιατί τόση προθυμία να την καταστρέψεις. Τη ζωή σου. Οχι τη δική μου. Τη δική σου».

«Μην προσπαθείς να με καταλάβεις», απαντά ο «Κ» (από το «Κάθαρμα»). «Δεν είσαι σε θέση να το κάνεις».

«Και όμως, πρέπει, επειδή για είκοσι επτά δευτερόλεπτα ήρθαμε τόσο κοντά ο ένας με τον άλλο».

Κάποια στιγμή, ο –άθεος– Ρούσντι του λέει: «Το δώρο της ζωής είναι πράξη του Θεού, δε νομίζεις;» «Ναι». «Τότε πώς μπορεί ένας άνθρωπος να αφαιρέσει αυτό που έδωσε ο Θεός; Δεν αποφασίζει ο ίδιος για κάτι τέτοιο;». Η απάντηση του «Κ»: «Προσπαθείς να με μπερδέψεις. Το βλέπω. Χρησιμοποιείς κόλπα όπως κάνει ο διάβολος. Δεν πιστεύεις καν στον Θεό. Ενας άθεος είναι ό,τι κατώτερο. Δε δικαιούσαι καν να μου μιλάς. Δεν είσαι ισάξιός μου».

Η καταληκτική πρόταση του Ρούσντι: «Θα μπορούσες να φτάσεις στον φόνο επειδή δεν ήξερες πώς να γελάς στη ζωή».

Μεγάλη κουβέντα: οι αγέλαστοι ως δυνητικά δολοφόνοι. Μονίμως χαμένοι όμως. «Ο ποιητής Οβίδιος εξορίστηκε από τον Αύγουστο Καίσαρα, αλλά η ποίησή του ξεπέρασε σε διάρκεια τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία», σχολιάζει ο Ρούσντι. Κι ακόμα: «Η ζωή του ποιητή Μάντελσταμ καταστράφηκε από τον Γιόζεφ Στάλιν, αλλά η ποίησή του επιβίωσε της Σοβετικής Ενωσης. Ο ποιητής Λόρκα δολοφονήθηκε από τους μπράβους του στρατηγού Φράνκο, αλλά η τέχνη του επιβίωσε σε σχέση με τον φασισμό των Φαλαγγιτών».

Δεν είναι η εκδίκηση του άθεου. Είναι ο θρίαμβος του ανθρώπινου. Ο αγέλαστος είναι ό,τι κατώτερο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT