Το (χλωμό) μέλλον των ιστορικών σπουδών

Το (χλωμό) μέλλον των ιστορικών σπουδών

3' 14" χρόνος ανάγνωσης

Διαβάζω ότι σχεδόν έξι στους δέκα υποψηφίους έγραψαν στις Πανελλαδικές Εξετάσεις κάτω από τη βάση στο μάθημα της Ιστορίας. Δυστυχώς, για λόγους που δεν είναι του παρόντος άρθρου, οι ανθρωπιστικές επιστήμες έχουν γίνει καταφύγιο των πλέον αδύναμων μαθητών. Επομένως, οι χαμηλές επιδόσεις στο πεδίο αυτό δεν αιφνιδιάζουν. Το πρόβλημά μου είναι ότι το χαμηλό επίπεδο των υποψηφίων –άρα και των επιτυχόντων– επηρεάζει σοβαρότατα τις σπουδές εντός των φιλοσοφικών σπουδών, μάλιστα τη σπουδή της Ιστορίας. Η πτωτική πορεία των επιδόσεων είναι, εκ πρώτης όψεως, περίεργη, γιατί η γνώση της Ιστορίας ως σχολικού μαθήματος σίγουρα δεν έχει τις δυσκολίες των μαθημάτων των θετικών επιστημών, ούτε καν των γλωσσικών.

Μέρος της εξήγησης έχει να κάνει με τις Πανελλαδικές Εξετάσεις. Η σημαντική μείωση της ύλης στην πορεία μερικών δεκαετιών (σήμερα δεν ξεπερνά τις 150 εικονογραφημένες σελίδες) κατέστησε υποχρεωτική την αποστήθιση, αφού κάθε λέξη της μετρούσε στη βαθμολόγηση. Για να εξισορροπηθεί η κατάσταση, οι εξεταστές συμπεριέλαβαν διαφορετικού τύπου ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών και άλλες πάνω σε κείμενα πηγών. Ομως, την ίδια περίοδο, το γλωσσικό αισθητήριο των μαθητών κατακρημνίστηκε. Οι πηγές δεν ήταν πλέον κατανοητές –ούτε καν αυτές στην απλή καθαρεύουσα– και αντικαταστάθηκαν από αποσπάσματα σύγχρονων ιστορικών μελετών στη δημοτική. Για να γίνουν δε ακόμη πιο βατά τα θέματα και πιο αντικειμενική η βαθμολόγηση, το ζητούμενο πλέον δεν είναι ο σχολιασμός των αποσπασμάτων αλλά η σύγκρισή τους με όσα γράφει για το ίδιο θέμα το σχολικό εγχειρίδιο. Ομως και η σύγκριση αυτή προϋποθέτει την αποστήθιση του εγχειριδίου. Και όταν, όπως φέτος, τα θέματα, λόγω διατύπωσης, δεν οδηγούν στην αυτόματη ανάκληση και αναπαραγωγή των απομνημονευμένων κειμένων, τότε η αποτυχία κλιμακώνεται.

Αφήνω κατά μέρος ότι το εγχειρίδιο της Ιστορίας έχει γραφτεί με χρήση των ίδιων μελετών, των οποίων ζητείται στις εξετάσεις ο σχολιασμός –άρα η σύγκριση δεν έχει καμία ουσία ως άσκηση–, για να περάσω στο βαθύτερο πρόβλημα. Αυτό είναι η εξεταστέα ύλη, η οποία είναι, ως γνωστόν, μια σύντομη σύνοψη της ελληνικής οικονομικής και πολιτικής ιστορίας του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, το προσφυγικό ζήτημα, μια ιδιαίτερη αναφορά στον Πόντο και ένα κεφάλαιο του Κρητικού Ζητήματος. Αυτή θεωρείται ως η απαραίτητη ιστορική περιουσία των πρωτοετών φοιτητών μας, ξεκομμένη από το πριν και το μετά, από το ευρωπαϊκό πλαίσιο, από τη γεωγραφία αλλά και από πλήθος άλλων γενικών γνώσεων για τον πολιτισμό, που είναι απαραίτητες για να αποκτήσουν τα γεγονότα νόημα.

Ο πήχυς των απαιτούμενων γνώσεων των υποψηφίων στις Πανελλαδικές Εξετάσεις έχει τεθεί πολύ χαμηλά, ενώ μόνη απαραίτητη δεξιότητα είναι η αποστήθιση.

Σε όλα τα άλλα πεδία, π.χ. στα Μαθηματικά, στη Φυσική, στη Χημεία, ακόμη και στα Αρχαία Ελληνικά, η αντιμετώπιση της ύλης των Πανελλαδικών προϋποθέτει τις γνώσεις που αποκτήθηκαν σε άλλες τάξεις του γυμνασίου και του λυκείου, στην Ιστορία όμως όχι. Ο πήχυς των απαιτούμενων γνώσεων έχει τεθεί πολύ χαμηλά, ενώ μόνη απαραίτητη δεξιότητα είναι η αποστήθιση. Με αυτά τα δεδομένα και με απίστευτα μεγάλο πρόβλημα γλωσσικής επάρκειας, στον προφορικό και στον γραπτό λόγο, η πρόγνωση για την πορεία των επιτυχόντων δεν είναι καλή. Αυτή είναι η τραγική πραγματικότητα που καλούνται να διαχειριστούν οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι. Και θα είναι τραγικότερη, νομίζω, αν όλα τα θέματα των Πανελλαδικών, όπως γράφεται, προέρχονται από μια «τράπεζα θεμάτων». Μετά βεβαιότητας, οι υποψήφιοι/ες θα αποστηθίζουν όλες τις απαντήσεις στα ερωτήματα κρίσης, οι οποίες θα ετοιμαστούν άμεσα από τους εκπαιδευτικούς.

Πολύ θα ήθελα να μάθω ποιος ήταν ο λόγος που στη δεκαετία του 1980 κρίθηκε πως η γενική γνώση της Αρχαίας Ελληνικής, Ρωμαϊκής, Βυζαντινής και Νεότερης Ευρωπαϊκής Ιστορίας δεν είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τους/τις εισαγόμενους/ες στις φιλοσοφικές σχολές, μάλιστα στα Τμήματα Ιστορίας και Αρχαιολογίας. Στις εποχές που ήταν απαραίτητη, κανείς δεν διανοούνταν να αποστηθίσει την ύλη. Χρειάζονταν μνήμη και κατανόηση, βέβαια, αλλά πολύ περισσότερο εκφραστική επάρκεια για να αποδώσεις ό,τι θυμόσουν. Αν η αποστήθιση είναι πλέον ο μόνος τρόπος απόκτησης και αναπαραγωγής γνώσεων, δεν μπορούμε να ατενίζουμε το μέλλον των ιστορικών σπουδών στα ελληνικά ΑΕΙ με αισιοδοξία.

*Ο κ. Βασίλης Κ. Γούναρης είναι καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT