Ο Φαβιανός και το «χαβιάρι» της Τήνου

Ο Φαβιανός και το «χαβιάρι» της Τήνου

2' 5" χρόνος ανάγνωσης

Ο σβέρκος του, κάρβουνο. Το πρόσωπο, τα χέρια του, ψημένα κι αυτά στον κυκλαδίτικο ήλιο. Κάποια στιγμή σηκώνει το σκισμένο T-shirt του για να σκουπίσει τον ιδρώτα από τα μάτια. Η κοιλιά του, άσπρο μπαμπάκι. Κουμαντάρει κάμποσα χωράφια στον κάμπο ανάμεσα σε Κώμη και Καλλονή. Ρέντια λέγεται η περιοχή, μου λέει, μια γη της Τήνου που κρατά ζωντανή με τον κάματό του. Να τον ακούσεις πώς μιλάει για τις αγριαγκινάρες του, κοιμούνται τώρα, θα βγουν του χρόνου την άνοιξη. Είναι ερωτευμένος με το χώμα και τα φυτά του. Μου δείχνει ένα ένα τα σπαρταριστά χωράφια του, άλλα με μελιτζάνες, άλλα με ντομάτες, με πεπόνια, με κρεμμύδια, με βλίτα, αυτό είναι το χωράφι με τις ντομάτες της Αντωνίας από το «Θαλασσάκι», ενώνονται με ένα πυκνό δίκτυο σε έναν αγροτικό λαβύρινθο, περνάμε μέσα από φυσικές στοές από καλαμιές. Σε δυο σειρές έχει μπάμιες που αρέσουν στον πατέρα του. Πάτησε τα 90 και ακόμα κατεβαίνει το πρωί στα χωράφια, μου λέει. Ο ίδιος είναι 50, ευθύς οίκοθεν στη γη. Κάθε μέρα φέρνει με το αγροτικό του βόλτα τα έξω χωριά για να πουλήσει. Μεροδούλι, μεροφάι. Δεν του φτάνει η μέρα, δύσκολη δουλειά. Μιλάει ασταμάτητα, γελάει σαν μικρό παιδί, ένα σφιγμένο ελατήριο είναι που σαν μόλις να το άφησες, τρέχω ξοπίσω του. Είναι ερωτευμένος.

Λίγες ώρες μετά τρώμε στης αδελφής του της Ζωζεφίνας, που μαγειρεύει αυτονοήτως με τα δικά του. «Κουναριά», στην Αετοφωλιά, το παραδιπλανό χωριό. Εχω ακόμα στο στόμα τη γεύση από τα φαγητά της, φιλοτεχνημένα με τον μίνιμαλ τρόπο της παραδοσιακής ελληνικής μαγειρικής που φωτίζει την πρώτη ύλη, δεν τη λειαίνει, δεν τη συσκοτίζει, την αφήνει να μιλήσει. Δεν έχω ξαναφάει τέτοια πατάτα, τα αμπελοφάσουλα με γεύση θεϊκή, οριστική του είδους. Οι ντομάτες, τα κολοκύθια, το καρπούζι στο τέλος. Το καλύτερο χαβιάρι του κόσμου δεν πιάνει μία μπροστά τους.

Λειτουργός μιας αρχαίας τέχνης, ένας τρυφερός ποιητής της νησιωτικής καθημερινότητας, ο Φαβιανός Ρουγγέρης φροντίζει με τα χέρια του την ψυχή της Τήνου. Μια ντουζίνα αγρότες έμειναν στο νησί, άντε ίσως λίγοι παραπάνω. Σε άλλα νησιά είναι λιγότεροι. Αναρωτιέμαι πώς μένει ζωντανός ένας τόπος που δεν παράγει. Πού πάει η ουσία του; Μένει θαμμένη στη γη μέχρι να βρεθούν τα χέρια που θα την αναστήσουν; Πού να βρεθούν χέρια; Ποιος γίνεται αγρότης πια όταν με τον μισό κόπο, στον μισό χρόνο, με μια οποιαδήποτε άλλη δουλειά, με Airbnb και καφέ, μπορεί να βγάλει καλύτερα λεφτά; Πού είναι η πολιτεία; Να δώσει κίνητρα, να χαράξει πολιτική μακρόπνοη, ωφέλιμη. Η αγροτική κληρονομιά μας απειλείται. Το DNA του τόπου σβήνει. Πρέπει να φτιάξουμε νέους Φαβιανούς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT