Με τη λαϊκότητα της επιθεώρησης

3' 13" χρόνος ανάγνωσης

«Η Αθήνα βρωμάει αλλά ο Δούκας ούτε να προσλάβει προσωπικό μπορεί ούτε να συνεργαστεί με ιδιώτες. Αυτό είναι δήμαρχος;». Δεν παίρνω όρκο για το ερωτηματικό στο τέλος της φράσης, πάντως ο Σταμάτης Φασουλής είχε ήδη ενσωματώσει την πολύ πρόσφατη δήλωση του δημάρχου Αθηναίων Χάρη Δούκα στην εισαγωγή της επιθεώρησης «Τότε, τώρα, πάντα», στο Θέατρο Αλσος. Παίζεται από τις 15 Ιουνίου αλλά τα κείμενα, όπως συμβαίνει στις επιθεωρήσεις που σέβονται τον εαυτό τους, δεν «παγώνουν» στον χρόνο. Αναπροσαρμόζονται, εμπλουτίζονται, είναι εν εξελίξει, σε διάλογο με την επικαιρότητα. Για να είμαστε ακριβείς, με την πραγματικότητα.

Οσοι θεατές ανήκουν στη γενιά της Μεταπολίτευσης (πάνω/κάτω) θα αντιληφθούν αμέσως τη γραμμή που συνδέει την παράσταση αυτή με τη δραστική/ανακουφιστική παρουσία στην ελληνική ζωή της δεκαετίας του ’70 του «Ελεύθερου Θεάτρου» και, στη συνέχεια, του ’80 ως «Ελεύθερης Σκηνής». Μια γλώσσα που απελευθερώνει χωρίς να προσβάλλει, που ξύνει την επιφάνεια χωρίς να τραυματίζει, που σε παρασύρει να γελάσεις γιατί οι λέξεις είναι επιλεγμένες με χάρη και ευφυΐα. Ο Σταμάτης Φασουλής (βασικό στέλεχος της κολεκτίβας του «Ελεύθερου Θεάτρου» – δεν ήταν ένας θίασος, μόνο, χαρισματικών ανθρώπων) υπογράφει εκτός από τη σκηνοθεσία και κάποια από τα σατιρικά κείμενα (μαζί με τους Θοδωρή Αθερίδη, Μανίνα Ζουμπουλάκη, Βαγγέλη Νάση και Πέπη Ραγκούση). Δεν θα επεκταθούμε στους πρωταγωνιστές, βετεράνους, καθιερωμένους και νεότερους, στις σοφά επιλεγμένες μουσικές αναφορές στη 50ετία της Μεταπολίτευσης, στα σκηνικά, με χρήση τεχνολογίας όχι όμως για ρεαλιστική απεικόνιση· κινδυνεύουμε, αν συνεχίσουμε, να εστιάσουμε μόνο στο θέατρο/θέαμα.

Δεν είναι, όμως, αυτή η πρόθεσή μας. Με όχημα την ευτυχή στιγμή του Αλσους, που επαναφέρει φρέσκο, με χυμούς και δυναμική ένα πολύτιμο είδος, το οποίο τα τελευταία χρόνια είχε απαξιωθεί μέσα σε μια φθήνια χωρίς πάτο, θα αναρωτηθούμε για το σύγχρονο «γέλιο μας». Πώς γελάμε, με τι εναύσματα;

Χαιρέκακα, με τον σύντομο ήχο που αφήνει το ίζημα όταν πανηγυρίζει «κατατροπώσαμε τον άλλον»; Αδιάφορα, αφηρημένα ή γάργαρα; Με βάθος που προδίδει σύνδεση με τον εαυτό, τον κόσμο, τη ζωή μας; Μήπως το γέλιο σε κάνει να νιώθεις πλήρης όταν ακολουθεί μια διαδρομή γλυκόπικρη, αιχμηρή μεν αλλά όχι κυνική; Οταν αποσυμπιέζει την επιθετικότητα, χαλαρώνει τις άμυνες, εντοπίζει το αδιέξοδο χωρίς να το βραχυκυκλώνει;

Πώς γελάμε, με τι εναύσματα; Πενήντα χρόνια μετά το «Ελεύθερο Θέατρο», ο Σταμάτης Φασουλής συνεχίζει…

Παράδειγμα: Σε ένα από τα κορυφαία νούμερα του «Τότε, τώρα, πάντα», μια κούκλα Μπάρμπι ξεπροβάλλει μέσα από έναν κάδο ανακύκλωσης σκουπιδιών (εξαιρετική η Δήμητρα Ματσούκα) για να διηγηθεί την ιστορία της οικογένειας στην οποία την έκαναν δώρο. Αλλά και τη δική της, προσωπική, διαδρομή στη φυλακή μιας επίπλαστης τελειότητας, την οποία προσπαθούν να μιμηθούν οι γυναίκες της οικογένειας (γιαγιά, μαμά και κόρη). Ο τραγέλαφος δεν απέχει από την πραγματικότητα, η υπερβολή μεγεθύνει τις καταστάσεις αλλά δεν τις παραμορφώνει. Γελάμε με τη διόγκωση αλλά τα «υλικά» δεν είναι κατασκευασμένα. Υπάρχουν γύρω μας, τα βλέπουμε.

Ολες οι εκφάνσεις και οι αλλαγές της εποχής, από την καταδυνάστευση της woke κουλτούρας μέχρι τη γλώσσα, από το τηλεοπτικό τοπίο μέχρι την τεχνητή νοημοσύνη, από τη ζωή μας με- και σε μια- οθόνη, μέχρι τις φιλίες που χτίζονται σε παράλληλους μονολόγους, στιγμιότυπα καθημερινότητας (και περιορισμένη πολιτική σάτιρα, εντοπισμένη σε πρόσωπα) φυλλομετρούν τον βίο μας. Και γελάμε, χαμογελάμε, συμφιλιωνόμαστε.

Παρακολουθώντας τον Σταμάτη Φασουλή ως ηθοποιό αλλά και ως ενορχηστρωτή του θεάματος, ανακαλούμε την κρίση του Διονύση Σαββόπουλου στην πρόσφατη συνέντευξή του στην «Κ» (16/6): «Ο Σταμάτης κρατάει το νήμα που μας συνδέει με κάποιους μεγάλους πρωταγωνιστές του θεάτρου, με το σινεμά του Σακελλάριου, του Τζαβέλλα, του Κακογιάννη και με την αθηναϊκή επιθεώρηση. Εχει ποιητικό πυρήνα ο Σταμάτης. Στάθηκε φράγμα απέναντι στις δηθενιές και τις εξτραβαγκάντζες».

Η γέφυρα που κατασκευάζει ο θίασος του Αλσους με τη δεκαετία του ’70, την αρχή της Μεταπολίτευσης, με το ερμηνευτικό ύφος, τη γραφή και –κυρίως– με το βλέμμα του σε εμάς και στη χώρα, είναι ένας τρόπος για να διαπεράσουμε τα επιφαινόμενα. Να δούμε και να μας δουν, με την αμεσότητα και λαϊκότητα της επιθεώρησης. Με οξυμένες τις αισθήσεις. Χωρίς δηθενιές και εξτραβαγκάντζες.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT