Το αίμα της δημοκρατίας

4' 59" χρόνος ανάγνωσης

«Αν δεν στοιχειώσετε άνθρωπο, γιοφύρι δεν στεριώνει». Δογματικός ακούγεται ο πασίγνωστος στίχος, πλην όμως η πίστη στο υπερφυσικό δεν λογοδοτεί στον ορθό λόγο ή στην «κοινή λογική». «Παρά πλείστοις λαοίς», γράφει ο Ν. Γ. Πολίτης στις «Εκλογές από τα τραγούδια του ελληνικού λαού», του 1914, στο προοιμιακό σχόλιό του για την παμβαλκανικής διάδοσης παραλογή «Του γιοφυριού της Αρτας», «επικρατεί η δοξασία ότι προς στερέωσιν και προφύλαξιν από οιουδήποτε κινδύνου παντός κτίσματος απαιτείται να προσηλωθή εις αυτό ζώον, κατορυττόμενον εις τα θεμέλια ή εντειχιζόμενον».

Ενας πετεινός θυσιαζόταν συνήθως στα θεμέλια, και πιθανόν σε κάποια σημεία της χώρας να θυσιάζεται ακόμα, «για το καλό». Και επειδή οι καλοί χριστιανοί είναι ενστικτωδώς και καλοί παγανιστές, αφού η θρησκεία τους απορρόφησε πάμπολλα «ειδωλολατρικά» στοιχεία για να προκόψει, θυσιάζουν μεν τον κόκορα, φροντίζουν επιπλέον να μην ταράξουν τα σπιτόφιδα, που είναι ευλογία, καλούν όμως και έναν ιερέα για να τελέσει την «περιστατική ακολουθία» «επί θεμελιώσει παντός κτίσματος»: «Ο Θεός ο παντοκράτωρ, ο στερεώσας τους ουρανούς εν συνέσει και τη γην θεμελιώσας, εν τω σω ονόματι σήμερον θεμέλιον λίθον τίθεμεν και την σην δύναμιν προς στερέωσιν αιτούμεθα· ου γαρ επί την άμμον τον κόπον ημών κτίζομεν, αλλ’ επί σε την άσειστον πέτραν θεμελιούμεν». Εδώ ο Θεός υμνείται ως αρχιτέκτων – μηχανικός. Κατ’ αναλογία, στην ευχή «επί ευλογήσει νέου οχήματος» δοξάζεται ως «ο εν ουρανώ τω θρόνω εποχούμενος».

Πανάρχαιη και διαπολιτισμική η πίστη ότι οι θυσίες –και πρωτίστως όσες αιματηρές δαπανούν μάλιστα «ευγενές θύμα», άνθρωπο, όχι ταπεινό ζώο– συγκινούν τις πολυώνυμες ουράνιες δυνάμεις. Οι οποίες και ανταποκρίνονται, θέτοντας υπό την προστατευτική τους σκέπη κάθε νέο απαιτητικό ξεκίνημα. Μια εκστρατεία, ας πούμε, όπως εκείνη των Δαναών κατά των Τρώων, για την οποία απαιτήθηκε η θυσία της Ιφιγένειας. Οι θεοί έχουν βουλιμική ανάγκη επιβεβαίωσης. Το ξέρουμε και από τη Βίβλο, όπου ο Γιαχβέ απαίτησε από τον Αβραάμ να θυσιάσει τον γιο του. Κι αν η Αρτεμη στην Αυλίδα υποκατέστησε την Ιφιγένεια μ’ ένα ελάφι, ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης έστειλε προς θυσία ένα κριάρι, που βρέθηκε πιασμένο σ’ ένα θάμνο «εκ των κεράτων».

Στη δοξασία του οικοδομικού θυσιαστηρίου, συνεχίζει ο Πολίτης, «αναφέρονται και αρχαίοι ελληνικοί μύθοι και βυζαντιναί παραδόσεις περί θυσίας ανθρώπων κατά την θεμελίωσιν μεγάλων οικοδομημάτων. Η ψυχή του θύματος υπετίθετο ότι διά των υπερφυσικών δυνάμεων, τας οποίας έχουν αι επί γης απολελυμέναι των δεσμών του σώματος ψυχαί, ηδύνατο να προσλαμβάνη κατά βούλησιν παντοίας μορφάς, και είχε ρώμην υπεράνθρωπον, προωρισμένη δε να φυλάττη και περιέπη το οικοδόμημα, εις το οποίον προσηλώθη, ήτο φοβερά εις τους επιχειρούντας να το παραβλάψωσι και ικανή ν’ αποτρέπη τους απειλούντας αυτό κινδύνους. Το θύμα εγίνετο τότε το στοιχειό του οικοδομήματος, διό στοιχείωσις ελέγετο υπό των Βυζαντινών η διά θυσίας οικοδόμησις».

Κι ας το ξεχνάμε, κι ας το υποτιμούμε, κι ας το απαξιώνουμε, αν δεν το καπηλευόμαστε αισχρά, χρειάστηκε αίμα, αίμα πολύ, ανθρώπινο, για να θεμελιωθεί το οικοδόμημα που φέρεται με τα ονόματα «Μεταπολίτευση», «Αποκατάσταση της Δημοκρατίας» ή «Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία». Δεν ήταν αναίμακτη η δικτατορία ή «ήπια», όπως ισχυρίζονται οι νοσταλγοί και θαυμαστές της, οι ακροδεξιοί γενικώς, ορισμένοι εκ των οποίων έχουν βρεθεί σε υψηλότατα κυβερνητικά αξιώματα, χωρίς επί της ουσίας να μετακινηθούν από τις αρχικές φαιές θέσεις τους. Είναι και αυτό μια απόδειξη για την απόσταση που χωρίζει την όντως υπάρχουσα δημοκρατία από εκείνη που οραματίστηκαν όσοι αντιστάθηκαν στη στρατοκρατία και όσοι εμπνεύστηκαν από τον δικό τους αγώνα στα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια.

Δεν ήταν αναίμακτη η δικτατορία ή «ήπια», όπως ισχυρίζονται οι νοσταλγοί και θαυμαστές της.

Για τους νεκρούς και τους τραυματίες του Πολυτεχνείου υπάρχουν από χρόνια οι εξαντλητικές έρευνες του Λεωνίδα Καλλιβρετάκη. Για τη συνολική αιματηρή θυσία που απαιτήθηκε για να γκρεμιστεί η χούντα και να θεμελιωθεί η δημοκρατία διαθέτουμε από τον φετινό Φεβρουάριο το βιβλίο του Δημήτρη Βεριώνη «Θάνατοι στη χούντα: Δολοφονίες, αντιδικτατορική δράση, ύποπτοι θάνατοι κατά την περίοδο 1967-1974» (εκδόσεις Τόπος – Μοτίβο Εκδοτική). Αποτέλεσμα πολυετούς έρευνας το βιβλίο, παρουσιάζει αναλυτικά 247 περιπτώσεις θανάτων για τους οποίους ευθυνόταν το χουντικό καθεστώς και τα πλοκάμια του.

Στην ελλαδική θυσία, ωστόσο, πρέπει να προστεθούν οι πολλές εκατοντάδες Ελληνοκύπριοι και Ελλαδίτες που σκοτώθηκαν στην Κύπρο εξαιτίας του χουντικού πραξικοπήματος (ενός σύντομου εμφυλίου) και του «Αττίλα». Χρειάστηκε και το δικό τους αίμα για να στεριώσει το γεφύρι που συνέδεσε την προχουντική Ελλάδα με τη μεταχουντική.

Η ορολογία δεν είναι ποτέ ουδέτερη, ούτε στο μυαλό του κατασκευαστή ενός νέου όρου ούτε στο μυαλό των αναρίθμητων χρηστών του, που τον μεταφράζουν κατά τις προσλαμβάνουσές τους. Εχουν και οι λέξεις τις νοηματικές παραλλαγές τους, όπως τα δημοτικά τραγούδια. Η επιβολή ενός όρου, ή μιας συγκεκριμένης σημασίας του, είναι τμήμα του ασίγαστου ιδεολογικού πολέμου. Αίφνης, ο όρος «παλιγγενεσία», όσον αφορά την ονοματοδότηση της Επανάστασης του 1821 και της απελευθέρωσης, είχε χωρίσει στα δύο τους ιστορικούς. Και παρά την καθιέρωσή του από το επίσημο κράτος, εξακολουθεί να διχάζει.

Η λέξη «μεταπολίτευση» δεν γεννήθηκε το 1974, με την πτώση της χούντας. Δεν είναι μεταδικτατορική αλλά μετεπαναστατική, του 1831, κατά το Λεξικό Μπαμπινιώτη. Ο Στέφανος Κουμανούδης, στη «Συναγωγή νέων λέξεων», παραδίδει ως γεννήτορές της τον Αλέξανδρο Σούτσο, αλλά χωρίς να προσδιορίζει ποια χρονιά την εισήγαγε στη γραφή του (το 1831 πάντως ταιριάζει, αφού τότε δολοφονήθηκε ο Ιωάννης Καποδίστριας, προσφιλής στόχος της πολεμικής σάτιρας του Σούτσου), τον Κερκυραίο φιλόσοφο και πολιτικό Πέτρο Βράιλα Αρμένη (1872) και τον Ν. Κοντόπουλο (1889), μνημονεύει δε, στο λήμμα «μεταπολιτευτικός», και τη χρήση της «μεταπολιτεύσεως» από την εφημερίδα «Ακρόπολη» το 1898.

Τον 19ο αιώνα και τον 20ό, έως το γενέθλιο έτος της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, η λέξη «μεταπολίτευση» σήμαινε την αλλαγή πολιτεύματος. Με αυτή τη σημασία άλλωστε καταγράφεται στο προπολεμικό Λεξικό Δημητράκου. Στα πενήντα χρόνια της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας μας όμως, που σίγουρα δεν αριστεύει, είναι πάντως η καλύτερη σε δύο αιώνες εθνικού βίου, η διαπάλη για το νόημα ορισμένων επίδικων όρων αποτυπώθηκε και στα λεξικά. Ετσι, ενώ το Λεξικό Τριανταφυλλίδη και το Λεξικό Κριαρά δίνουν τον όρο «μεταπολίτευση» μόνο με τη σημασία της αλλαγής πολιτεύματος, το Λεξικό Μπαμπινιώτη και το Λεξικό της Ακαδημίας, συμφωνώντας και με την επίσημη ή κυρίαρχη πολιτική ρητορική, καταγράφουν και δεύτερη σημασία της λέξης: «αποκατάσταση της δημοκρατίας». Το 1974 όμως ήταν τομή, όχι «παλινόρθωση». Συνεχίζουμε λοιπόν την επόμενη Κυριακή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT