Η ξεχασμένη επέτειος

2' 22" χρόνος ανάγνωσης

Ενώ όλοι θέλουμε να θυμόμαστε τη 13η Αυγούστου του 2004, την ημέρα της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, κανείς δεν θυμάται την ημέρα που κερδίσαμε τους Αγώνες. Ισως γιατί με τα χρόνια έχει καλλιεργηθεί ένα είδος ψυχολογικής σχάσης που αποσυνδέει την κορυφαία στιγμή του Δημήτρη Παπαϊωάννου από την εποχή της αλλά και από το μέγεθος του εγχειρήματος που αναλαμβάναμε. Καμαρώνουμε για την τελετή έναρξης, αλλά ξεχνάμε το πώς ξεκίνησαν όλα.

Με τα χρόνια έχει καλλιεργηθεί ένα είδος ψυχολογικής σχάσης, που αποσυνδέει την τελετή έναρξης του 2004 από μια εποχή υψηλών εθνικών στόχων και φιλοδοξιών.

Η διεκδίκηση των Αγώνων του 2004 δεν θα είχε κανένα νόημα αν δεν είχε προηγηθεί το κάζο του 1996, όταν περιμέναμε ότι θα μας ανέθεταν τη λεγόμενη «Χρυσή Ολυμπιάδα» ως αυτονόητους οικοδεσπότες του μεγάλου πάρτι για τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την αναβίωση του θεσμού. Χωρίς μετρό ή σύγχρονο αεροδρόμιο και με ένα ανεξήγητο τουπέ που βασιζόταν περισσότερο σε οραματικές διακηρύξεις και λιγότερο στην τεχνοκρατική μας επάρκεια χάσαμε κατά κράτος από την Ατλάντα. Ομως η αίσθηση μιας ιστορικής αδικίας και οι εντελώς ανέμπνευστοι Αγώνες των ΗΠΑ οδήγησαν τη χώρα στην υποβολή εκ νέου υποψηφιότητας για το 2004 αυτή τη φορά. Βρισκόμαστε στο 1997 και κάθε πόλη θέλει να φιλοξενήσει Ολυμπιακούς Αγώνες. Αλλωστε, απέχουμε, μόνο πέντε χρόνια από τη διοργάνωση της Βαρκελώνης που μέχρι σήμερα θεωρείται η κατεξοχήν πόλη που επανασύστησε τον εαυτό της στον κόσμο λόγω των Αγώνων. Ολοι, λοιπόν, ήθελαν να «γίνουν» Βαρκελώνη και η Αθήνα είχε πολύ περισσότερους λόγους για να το θέλει από τις τέσσερις συνδιεκδικήτριές της: τη Ρώμη, τη Στοκχόλμη, το Κέιπ Τάουν και το Μπουένος Αϊρες. Σε κάθε περίπτωση ο πήχυς ήταν πολύ ψηλά και μας είχε γίνει ξεκάθαρο ότι χωρίς σοβαρή προετοιμασία και με νέα θορυβώδη επίκληση στο συναίσθημα δεν θα είχαμε καμία τύχη. Το φαβορί ήταν η Ρώμη κι εμείς ήμασταν το αουτσάιντερ. Καθώς οι Αγώνες του 2000 είχαν ανατεθεί στο Σίδνεϊ, ήταν η σειρά της Ευρώπης να τους υποδεχθεί ξανά. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά την πρώτη ψηφοφορία προηγήθηκαν οι τρεις ευρωπαϊκές υποψηφιότητες: η Αθήνα (32 ψήφους), η Ρώμη (23) και η Στοκχόλμη (20). Φυσικά, εκείνη την ημέρα, την 5η Σεπτεμβρίου του 1997, ουδείς γνώριζε τι ψηφιζόταν σε κάθε γύρο της ερμητικά κλειστής διαδικασίας ανάμεσα στα μέλη της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής· μέχρι που ο αείμνηστος Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ ανακοίνωσε το όνομα της Αθήνας. Αντίθετα με την υποψηφιότητα για το 1996, είχαμε δουλέψει σοβαρά και είχαμε πείσει ότι δεν θέλουμε τους Αγώνες γιατί μας τους χρωστάνε αλλά γιατί τους αξίζουμε. Δεν είναι τυχαίο ότι σε κανέναν γύρο της ψηφοφορίας η Αθήνα δεν έχασε το προβάδισμά της. Πάντα το διεύρυνε για να φτάσουμε στην τελική αναμέτρηση με τη Ρώμη και το εντυπωσιακό 66-41.

Φαίνεται ότι η ιδιοσυγκρασία μας χρειάζεται τους μεγάλους στόχους για να προχωράμε μπροστά. Σήμερα, η παντελής έλλειψη ευδιάκριτων εθνικών στόχων είναι ένα πρόσθετο πρόβλημα δίπλα σε όλα τα άλλα.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT