Η καταστροφή ως μοίρα

3' 13" χρόνος ανάγνωσης

Τι γλυκός που ήταν αυτός ο βόμβος. Ο τράκτορας μούγκριζε «έμφορτος» –όπως το λέει η αργκό της Πολιτικής Προστασίας– στον ουρανό. Περιπολούσε την επομένη της καταστροφής και ο ήχος του λειτουργούσε παρηγορητικά. Η αεροπορία αυτού του εν ειρήνη πολέμου ήταν από πάνω και φύλαγε. Στον ίδιο ουρανό που μια νύχτα πριν λογχιζόταν από την απόκοσμη λάμψη της λαίμαργης φλόγας.

Ετσι μιλάμε πια για τη ρουτίνα της καταστροφής: με τα ξόρκια μιας μελό εσχατολογίας. Μιλάμε για την κλιματική κρίση σαν να ήταν μια ουρανόπεμπτη Αποκάλυψη – μια αναπόφευκτη μοίρα που επιδέχεται μόνο παθητική άμυνα. Μόνο πυρόσβεση. Το «περιβάλλον» έχει περιπέσει σε μια στατική κυριολεξία: Είναι η εξωτερική πραγματικότητα που απλώς μας «περιβάλλει» – φθίνει και ξεραίνεται, καίγεται και μας κυκλώνει, χωρίς εμείς να συμβιώνουμε με αυτό. Χωρίς να αισθανόμαστε πια ότι μπορούμε να το διαμορφώσουμε. Ο,τι του κάναμε, του κάναμε. Και τώρα, «μοιραία», μας εκδικείται.

Δεν αρθρώνεται στην Ελλάδα δημόσιος λόγος που να μιλάει για το περιβάλλον σαν κάτι που μπορεί να το αλλάξουν η πολιτική και οι πολίτες. Η πολιτική, όπως λένε, δεν μπορεί να μιλάει για το τέλος του κόσμου. Είναι καταδικασμένη να μιλάει για το τέλος του μήνα. Οποτε δοκίμασε να κινηθεί στον ορίζοντα του μεσοπρόθεσμου μέλλοντος –να σχεδιάσει μια πράσινη μετάβαση– βρέθηκε αντιμέτωπη με τις αντιστάσεις του παρόντος. Ο λογαριασμός του ρεύματος στο τέλος του μήνα καθορίζει την πολιτική στην κυκλοθυμική δημοκρατία. Οχι η ανάγκη για ένα μεταλιγνιτικό μέλλον. Η τουριστική σεζόν μετράει στην πολιτική. Οχι η ανάγκη προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος που καθιστά τον τόπο τουριστικώς περιζήτητο. Το φρόνημα για τις θαλάσσιες ζώνες μετράει στην εξωτερική πολιτική. Οχι η οικονομικά ατελέσφορη και η οικολογικά αδιέξοδη προοπτική της εξόρυξης υποθαλάσσιων κοιτασμάτων – για τη χίμαιρα των οποίων είμαστε διατεθειμένοι να δαπανούμε δισ. σε όπλα.

Μα, τι σχέση έχουν αυτά με τις φωτιές; Η αιτιακή αλυσίδα που συνδέει τις ενέργειές μας –τις «πολιτικές» μας– με τη συμπεριφορά του περιβάλλοντος δεν μας είναι πια ορατή. «Τα αντικείμενα που παράγουμε και οι επιπτώσεις που προκαλούν είναι τόσο γιγαντιαίες και σαρωτικές που δεν τις αναγνωρίζουμε σαν δικές μας. Ο κόσμος έχει σταματήσει να είναι ο κόσμος μας: είναι υπερβολικά μεγάλος για μας και εμείς πιο μικροί από τους εαυτούς μας» («Ο Διαφωτισμός στην εποχή του εμβίου», Corine Pelluchon, εκδόσεις Πόλις).

Την επομένη της καταστροφής, ο προβληματισμός αυτός για το περιβάλλον ενοχοποιείται ως αποπροσανατολιστικός. Οποιος δοκιμάζει να τον εκφράσει κατηγορείται ότι πάει να αθωώσει την (εκάστοτε) κυβέρνηση για την αποτυχία της να προστατεύσει ζωές και περιουσίες. Ομως, καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να προστατεύει πια τις ζωές και τις περιουσίες αν δεν εντάξει την προστασία αυτή στον ορίζοντα μιας πολιτικής για το κλίμα με συμμέτοχους τους πολίτες. Δεν φταίνε, βέβαια, οι πολίτες που καίγονται. Αλλά (όπως πάλι λέει η Pelluchon) μπορούν να μάθουν να νιώθουν υπεύθυνοι γι’ αυτό για το οποίο δεν είναι ένοχοι.

Ο λόγος για αυτή την ευθύνη –την ευθύνη απέναντι στις επόμενες γενιές– είναι στην Ελλάδα πολιτικά ορφανός. Δεν είναι τυχαίο ότι η πολιτική οικολογία δεν υπάρχει καν στον χάρτη – είναι απωθημένη στο περιθώριο. Η πολιτική έτσι αυτοακυρώνεται. Αντιμετωπίζει τον κύκλο της καταστροφής ως «επιχειρησιακή» και όχι υπαρξιακή πρόκληση. Και εμπεδώνει τη μοιρολατρία. Τι να κάνουμε; Φωτιές είχαμε και θα έχουμε. Καήκαμε και θα ξανακαούμε.

Τσιτσιπόδειο

Από κάποια ηλικία και μετά, δεν φταίει ο μπαμπάς στην εξέδρα. Φταις εσύ που εξακολουθείς να παίζεις στο γήπεδό του.

Ενσυναισθήσεις

Τι να κάνεις; Να μην εμφανιστείς; Θα σε πουν άνιωθο. Να εμφανιστείς; Θα πουν ότι πας να δρέψεις προσοχή από τον ανθρώπινο πόνο. Τι πρέπει να κάνει, λοιπόν, ο πολιτικός; Δεν πρέπει να δείξει ότι διαθέτει το πιο περιζήτητο επικοινωνιακό προϊόν της πολιτικής μόδας – να εκπέμψει «ενσυναίσθηση»; Αυτή η πίεση που ασκεί το ενσυναισθησιόμετρο οδηγεί σε θεατρικές βαναυσότητες που καθιστούν την καταστροφή ακόμη πιο αλγεινή. Σαν να μην αρκούσε ο πραγματικός πόνος. Πρέπει κανείς να υποστεί και τον περφόρμερ της πολιτικής που χρησιμοποιεί την τέφρα ως σκηνικό – το καμένο σπίτι ως ινσταγκραμικό φόντο καταγγελτικής κοινοτοπίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT