Φωτιές, τραύμα και αυτενέργεια

3' 54" χρόνος ανάγνωσης

Ολοι ξέρουμε ότι έχουμε περισσότερες φωτιές το καλοκαίρι στην Ελλάδα, κανείς μας όμως δεν μπορεί να προβλέψει αν φέτος θα καεί το σπίτι του ή η γειτονιά που μεγάλωσε. Οσο συχνότερες όμως γίνονται οι φωτιές και όσο περισσότερο πλέον φτάνουν και μέσα στην πόλη, τόσο περισσότερο έχει κανείς την αίσθηση ότι υποχρεώθηκε σε ένα κακόβουλο παιχνίδι. «Είμαι σε ένα γκέιμ, είμαι να πιάσω φωτιά και έχει χαλάσει η κονσόλα, δεν μπορώ να ξεφύγω», θυμάμαι το συγκλονιστικό επαναλαμβανόμενο όνειρο νέου ασθενούς μου που έζησε τις φωτιές να πλησιάζουν το σπίτι του. Το εφιαλτικό εδώ δεν είναι μόνο η άμεση απειλή του θανάτου, αλλά η αβεβαιότητα της έκβασης και το ότι το αποτέλεσμα βρίσκεται εντελώς εκτός ελέγχου σου, δεν έχεις κανέναν αυτοκαθορισμό. Αυτό που ισχύει εν μέρει για όλους μας, ισχύει ακόμη παραπάνω για τα παιδιά που έχουν πραγματικά μηδενική επίδραση σε όλη την αλυσίδα γεγονότων που οδηγεί στη φωτιά.

Το τραύμα, όρος φθαρμένος μεν από την αλόγιστη πολυχρησία του, ταιριάζει εδώ: ο φόβος ότι μπορεί να καείς εσύ ή οι αγαπημένοι σου, η αβεβαιότητα, η αίσθηση της ανημπόριας να καθορίσεις την τύχη σου και η επαναληψιμότητα/χρονιότητα («κάθε καλοκαίρι τα ίδια και χειρότερα») της καταστροφής είναι οι συνθήκες του τραύματος.

Μετά τις φωτιές της περασμένης εβδομάδας κάποιοι –ειδικά εκείνοι που κινδύνευσαν άμεσα– θα αναπτύξουν κάποια χαρακτηριστικά συμπτώματα επαναβίωσης του τραυματικού γεγονότος: δεν θα σταματήσουν να τους επισκέπτονται δηλαδή ξανά και ξανά οι εικόνες της καταστροφής, ζωηρές και ανεμπόδιστες, στο ξύπνιο ή στα όνειρά τους, μαζί με διαρκή αναστάτωση, θυμό και φόβο ότι θα τους ξανασυμβεί.

Γι’ αυτό είναι σημαντικό μετά το συμβάν να παρακολουθούμε στενά και προσεκτικά εκείνους που εκτέθηκαν στο τραύμα. Στους περισσότερους αυτά τα συμπτώματα θα φύγουν από μόνα τους μέσα σε μέρες ή εβδομάδες. Σε εκείνους που τα συμπτώματα αυτά όμως επιμένουν έντονα επί ένα μήνα, χρειάζεται παρέμβαση. Σε πρώτη φάση η παρέμβαση αυτή είναι προληπτική, σκοπεύει δηλαδή να προφυλάξει το άτομο από το να αναπτύξει μετατραυματική διαταραχή (PTSD). Πρέπει να χορηγούνται συγκεκριμένες επιστημονικά τεκμηριωμένες παρεμβάσεις, πρωτίστως η γνωσιακή και συμπεριφορική θεραπεία εστιασμένη στο τραύμα (trauma-focused CBT). Αυτές χορηγούνται από ειδικά εκπαιδευμένους θεραπευτές ακολουθώντας οδηγίες και εγχειρίδια. Στα παιδιά και τους εφήβους, οι προληπτικές αυτές παρεμβάσεις μπορούν να γίνουν σε ομάδες, στους ενηλίκους ατομικά. Σε εκείνους που τα συμπτώματα επιμένουν για εβδομάδες ακόμη, χορηγείται πλέον ατομική θεραπεία σε αυτή τη μορφή. Πρέπει να τονίσουμε εδώ ότι πολλές καλοπροαίρετες παρεμβάσεις π.χ. υπό τη μορφή συζητήσεων με επαγγελματίες ψυχικής υγείας (π.χ. το debriefing) μπορούν να βλάψουν χειροτερεύοντας το τραύμα και πρέπει να σταματήσουν.

Πρέπει να θυμόμαστε ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα αναπτύξουν μετατραυματική διαταραχή και δεν θα χρειαστούν κάποια παρέμβαση, παρά το ότι μπορεί να έχουν έντονα συμπτώματα στην αρχή. Επίσης πρέπει να θυμόμαστε ότι τα φάρμακα σπάνια έχουν θέση στη θεραπεία του τραύματος για τα παιδιά και τους εφήβους. Για τους ενηλίκους βλέπουμε συχνά το λάθος στη χώρα μας να χορηγούνται αγχολυτικά για την πρόληψη των επιπτώσεων του τραύματος: αυτό δεν έχει επιστημονική τεκμηρίωση και μπορεί να βλάψει. Οπου χρειάζονται φάρμακα πρέπει να συνταγογραφούνται μόνο τα ενδεδειγμένα και με φειδώ από ψυχιάτρους.

Από κρατικής πλευράς, είναι σημαντικό και για ψυχολογικούς λόγους να υπάρχει ένα ξεκάθαρο κρατικό σχέδιο μετακαταστροφικής δράσης. Πρώτιστο ρόλο εκεί έχει η επίλυση των πρακτικών προβλημάτων: στέγαση, σίτιση και όλα τα ζητήματα ασφαλείας (π.χ. μη επανέκθεση στη φωτιά) και υποστήριξης των παιδιών (π.χ. μεταφορά σε καινούργια σχολεία). Μέρος του σχεδίου μετακαταστροφικής δράσης πρέπει να είναι η διευκόλυνση της πρόσβασης σε άρτιες υπηρεσίες ψυχικής υγείας για εκείνους που το χρειάζονται.

Οσο σημαντικά είναι τα παραπάνω εξίσου λάθος είναι να ψυχολογικοποιούμε την καταστροφή, να ξεχνάμε το αντικειμενικό της υπόβαθρο εστιάζοντας μόνο στο (σημαντικό) υποκειμενικό. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στο να παραγνωρισθούν τα αίτια της καταστροφής και να μην κάνουμε όσα μπορούμε για να μην ξανασυμβεί. Ο θυμός για τις επαναλαμβανόμενες φωτιές δεν χρήζει απαραιτήτως θεραπείας· είναι κατανοητός και συχνά χρήσιμος κατά της απόγνωσης. Η ανθεκτικότητα του ανθρώπου περνάει μέσα από την αυτενέργειά του, από το ότι μπορεί (και αισθάνεται ότι μπορεί) να επιδράσει στο περιβάλλον του και να αποκαταστήσει τη ζωή του. Θα δράσει αποκαθιστώντας τα υλικά (π.χ. «θα τα ξαναφτιάξουμε»), αλλά και τα ηθικά, βρίσκοντας ποιος και τι φταίει και αλλάζοντάς τα. Αυτά επιτυγχάνονται συχνά μέσα από τη συλλογική δράση: οι πληγές πολλές φορές δρουν συγκολλητικά στις κοινότητες των ανθρώπων και γίνονται πηγές ανθεκτικότητας. Το να δράσει κανείς ως ενεργός πολίτης που ενημερώνεται αντικειμενικά, κρίνει, επικρίνει και χρησιμοποιεί ό,τι μέσα έχει στη διάθεσή του για να αλλάξει τα πράγματα προς το καλύτερο. Αυτό είναι ίσως, σε επίπεδο κοινωνίας, ό,τι καλύτερο μπορεί να κάνει για τη δική του υγεία και αυτήν των συμπολιτών του.

*Ο κ. Αργύρης Στριγγάρης είναι καθηγητής Ψυχιατρικής Παιδιών και Εφήβων στο ΕΚΠΑ και στο University College London (UCL) όπου είναι και αντιπρύτανης (Pro-Vice-Provost) για θέματα Ψυχικής Υγείας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT