«Ρίξε μαύρη πέτρα πίσω σου»

2' 3" χρόνος ανάγνωσης

Το μοιραίο πρωινό της 13ης Αυγούστου του 1922, ο Δημήτρης Κιουσόπουλος υπηρετεί στο Αφιόν Καραχισάρ. Ολα μοιάζουν ήσυχα, παγωμένα, εδώ και σχεδόν έναν ολόκληρο χρόνο.

«Ξαφνικά στις 13 Αυγούστου, τα χαράματα, άρχισε γερό κανονίδι απάνω στο Καλεντζίκ Νταγ», γράφει στο χρονικό που έγραψε το 1972 και εκδόθηκε πρόσφατα, «Η φυγή. Ενας στρατιώτης αφηγείται» (πρόλογος: Κωνσταντίνα Ε. Μπότσιου, εκδ. Παπαδόπουλος). Εως εκείνη την ημέρα, ο Κιουσόπουλος υπηρετεί σε «μη μάχιμο σώμα», αλλά τότε καλείται να φύγει μαζί με άλλους για την πρώτη γραμμή, καθώς «η μάχη εμαίνετο επάνω στα υψώματα του Αφιόν και το κανόνι αδιάκοπα χτυπούσε, χωρίς σταματημό».

Η πορεία προς τη γραμμή των πρόσω θα είναι ανηφορική και «όχι προ παντός με γενναία καρδιά», γράφει με ειλικρίνεια. «Ανεβαίναμε μονοπάτια και ατραπούς κατευθυνόμενοι προς τα πάνω χωρίς κανέναν οδηγό – μονάχα τον κρότο του κανονιού που κάθε τόσο τη νύχτα εξακολουθούσε να ακούγεται. Στον δρόμο συναντούσαμε τραυματίες που κατέβαιναν ή μόνοι τους ή μεταφερόμενοι σε φορεία. Ολοι τους παραπονιούνταν: “Μας έκαψε με το κανόνι”». Ωστόσο, ο Κιουσόπουλος παρατηρεί πως το φρόνημα παραμένει υψηλό. Μαζί με τη μονάδα του διατάσσεται να περάσει τη νύχτα στη δεύτερη γραμμή.

Γράφει: «Το φεγγάρι που είχε βγη –αυγουστιάτικο φεγγάρι–, φώτιζε παντού το απέραντο τοπίο που μια νεκρική σιγή απλωνόταν σ’ όλη την έκτασή του. Ημαστε σε μια πλαγιά βουνού και απέναντί μας μπρος και στα δεξιά, πολύ ψηλότερα από μας, αντικρύζαμε δύο ελλειψοειδείς ορεινούς όγκους, που αμέσως μας κατατόπισαν γι’ αυτούς, που τους χώριζε μια βαθιά χαράδρα, ότι εκεί βρισκόταν η πρώτη γραμμή του πυρός, εκεί γινόταν η μάχη. Αν ειπώ ότι ανυπομονούσαμε όλοι πότε να βρεθούμε μια ώρα αρχύτερα εκεί, θα καταλαβαίνετε ασφαλώς ότι θα σας πω ψέματα. Είναι όμως μερικές στιγμές που το παίρνεις απόφαση και συμβιβάζεσαι πια με τις περιστάσεις και τίποτα άλλο δεν σου έρχεται στο νου αλλά πώς να φανής αξιοπρεπής κάνοντας το καθήκον σου».

Το πρωί της 14ης Αυγούστου, ο Κιουσόπουλος και οι συνάδελφοί του διατάσσονται να πάρουν όσα φυσίγγια μπορούν, ενώ βλέπουν μουλάρια και εκατοντάδες στρατιώτες να κατηφορίζουν οπισθοχωρώντας. Σχεδόν ταυτόχρονα δέχονται καταιγιστικά πυρά πολυβόλων.

«Τη στιγμή εκείνη παριστάμεθα όλοι μάρτυρες μιας καταρρεύσεως του μετώπου μας… ενός τρομαχτικού συμβάντος που θα γινόταν η αρχή μιας τελειωτικής ήττας και της ολοκληρωτικής καταρρεύσεως του μετώπου μας».

Το απόγευμα δίνεται διαταγή οι Ελληνες να συμπτυχθούν στη δεύτερη γραμμή: «Τουμλού Μπουνάρ κ.λπ. κι άρχισε η πορεία προς τα πίσω, ένας ανθυπασπιστής, Ιωάννου τον λέγαν, με πλησίασε και, για ν’ ανταλλάξουμε τις απόψεις μας, όπως φανταζόμουν: “φεύγουμε”, μου είπε, “ρίξε μαύρη πέτρα πίσω σου”».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT