Ο υπερτουρισμός μας μάρανε

1' 58" χρόνος ανάγνωσης

Οι λέξεις δεν έχουν χάσει εντελώς τη δύναμή τους. Υπάρχουν ακόμη μερικές που έχουν την ικανότητα να διαμορφώνουν την πραγματικότητα την οποία, υποτίθεται, περιγράφουν. Η εβδομάδα του Αυγούστου που πέρασα στο υπέροχο νησί των Κυκλάδων, μου έδωσε την ευκαιρία να αναλογισθώ τη σημασία της λέξης υπερτουρισμός. Η λέξη που κυριάρχησε στο φετινό ελληνικό καλοκαίρι. Δηλώνει ως γνωστόν τον πληθωρισμό τουριστικής προσέλευσης. Και επίσης ως γνωστόν στο φαινόμενο αποδίδονται όλα τα δεινά, η αύξηση του κόστους των καταλυμάτων και της εστίασης, η εμπορική εκμετάλλευση των ακτών και δεν ξέρω τι άλλο. Η λέξη υπερτουρισμός έχει την ίδια δαιμονική απαξία που κάποτε είχε η λέξη καπιταλισμός ή φιλελευθερισμός. Απλώς ως νεολογισμός αθωώνεται επειδή δεν φέρει το ιδεολογικό και πολιτικό βάρος των συνωνύμων του. Ολοι μπορούν να τον υιοθετήσουν και να τον εφαρμόσουν κατά βούληση. Αν βρουν την έρημη περυσινή παραλία γεμάτη κόσμο, αν η κουτσομούρα δεν ήταν νόστιμη. Ο υπερτουρισμός έχει σχεδόν μαγική επίδραση στον τρόπο που βλέπουμε το ελληνικό καλοκαίρι, την πιο ιερή περίοδο της ζωής μας.

Στο νησί όπου πέρασα την εβδομάδα του Αυγούστου δεν προσεγγίζουν κρουαζιερόπλοια. Ομως, σαν πέσει η νύχτα, στην παραλία της χώρας γίνεται το αδιαχώρητο. Υπερτουρισμός θα μου πείτε. Κάτι αντίστοιχο με τη Βαρκελώνη και τη Βενετία; Με μερικές διαφορές που σηματοδοτούν την ιδιοπροσωπεία μας. Στα πεζοδρομημένα δρομάκια του βενετσιάνικου κάστρου κυκλοφορούν δίκυκλα ή και τετράκυκλα, ορισμένα με ταχύτητες αντίστοιχες με το ατίθασο ύφος των υπερήφανων ιππέων τους που σε κοιτούν υποτιμητικά. Η περίμετρος μοιάζει με μια απέραντη έκθεση μεταχειρισμένων αυτοκινήτων. Η πλειονότητα συμπατριώτες μας. Δεν έχω στατιστικά στοιχεία, όμως έχω την εμπειρία. Ελάχιστοι δίνουν προτεραιότητα στους πεζούς, ακόμη κι αν είναι πεζόδρομος. Αρα είναι δικά μας παιδιά. Μία εβδομάδα δεν είδα στολή αστυνομικού. Αν μη τι άλλο δεν αισθάνθηκα ξένος στη χώρα μου.

Ας μη γελιόμαστε. Η χώρα μας δεν πάσχει από υπερτουρισμό, όπως η Βενετία για παράδειγμα. Πάσχει από αδυναμία προσαρμογής στις συνθήκες του τουρισμού που η ελληνική κοινωνία επιθύμησε και δημιούργησε. Και δεν μιλάω μόνον για τις υποδομές του δημόσιου χώρου. Αναφέρομαι στην «υποδομή» της νοοτροπίας μας. Αυτή που επιθυμεί τα κέρδη του τουρισμού, όμως δεν δέχεται να αλλάξει συμπεριφορά από την εποχή του τουρίστα με το σακίδιο και το αντίσκηνο. Ή, επί το ευγενέστερον, στο «Ελληνικό καλοκαίρι», όπως το περιγράφει ο μακαρίτης Λακαριέρ στο υπέροχο βιβλίο του. Αυτό που πρέπει να καταλάβουμε είναι ότι δεν χρειάζεται να γίνουμε Γερμανοί για να σεβόμαστε τον πεζό ή τον πεζόδρομο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT