Η επιλογή νέου αρχηγού

3' 8" χρόνος ανάγνωσης

Πώς επιλέγει νέο αρχηγό ένα πολιτικό κόμμα; Αυτό το γενικό ερώτημα μοιάζει κατεξοχήν επίκαιρο σήμερα.

Στο ξεκίνημα ενός κόμματος, δεν υπάρχει συνήθως τέτοιο ζήτημα. Ως αυτονόητος αρχηγός αναγνωρίζεται ο πολιτικός γύρω από τον οποίο συγκροτείται ο αρχικός κομματικός πυρήνας – είτε είναι αυτός χαρισματικός ηγέτης είτε όχι. Τι γίνεται όμως μετά; Τι γίνεται όταν χρειαστεί να βρεθεί διάδοχος, προκειμένου να επιβιώσει το κόμμα;

Αν επρόκειτο για χαρισματικό ηγέτη, έχω εξηγήσει άλλοτε («Το πρόβλημα της χαρισματικής διαδοχής», «Κ» 24.10.21) ότι το πρόβλημα είναι από τη φύση του ανεπίλυτο. Αν ο χαρισματικός ηγέτης είναι μοναδικός, όπως πιστεύουν οι οπαδοί του, λογικά είναι και ανεπανάληπτος. Δεν μπορεί να έχει αληθινό, δηλαδή ισοδύναμο, διάδοχο. Η προσφυγή στο υποτιθέμενο «οικογενειακό» χάρισμα επιχειρήθηκε για τη διαδοχή δύο χαρισματικών ηγετών –του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κωνσταντίνου Καραμανλή– αλλά έχει πια εξαντληθεί, όπως φαίνεται. Μένει λοιπόν να δούμε το ζήτημα της διαδοχής γενικά.

Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις τυπικές διαδικασίες. Η πρώτη και αρχαιότερη είναι η εκλογή του νέου αρχηγού από την κοινοβουλευτική ομάδα. Ταιριάζει στην αρχική φάση συγκρότησης κομμάτων εντός του κοινοβουλίου. Το κόμμα τότε είναι οι βουλευτές. Αξίζει εδώ να αναφερθεί ότι για πρώτη φορά το 1899 οι βουλευτές του «Τρικουπικού» κόμματος, αντί να διαλυθούν μετά τον θάνατο του αρχηγού τους (όπως συνέβαινε μέχρι τότε), εξέλεξαν ως διάδοχό του τον Γεώργιο Θεοτόκη.

Για κόμματα εξωκοινοβουλευτικής προέλευσης και για μαζικά κόμματα γενικότερα, η τυπική διαδικασία εκλογής νέου αρχηγού δεν περιορίζεται βέβαια στους βουλευτές. Μετέχουν όλα τα μέλη, είτε εκλέγοντας αντιπροσώπους για το αρμόδιο κομματικό συνέδριο, είτε και απευθείας, σε εσωκομματικό δημοψήφισμα.

Η τρίτη τυπική διαδικασία εμφανίστηκε σχετικά πρόσφατα στη χώρα μας και μοιάζει να είναι αμερικανικής έμπνευσης, έχοντας ως πρότυπο τις εκεί «προκριματικές εκλογές» (primaries). Επιτρέπει τη συμμετοχή όχι μόνο των τακτικών κομματικών μελών, που έχουν μία πιστοποιημένη προϊστορία ενεργητικής (και οικονομικής) συμβολής στις κομματικές δραστηριότητες, αλλά και όποιου άλλου εμφανιστεί την τελευταία στιγμή ως «φίλος» (κατά δήλωσή του) και πληρώσει κάτι μόνο και μόνο για να ψηφίσει.

Τι μπορεί να περιμένει κανείς από κάθε μία από αυτές τις τυπικές διαδικασίες; Ποια ωφελεί περισσότερο τις μελλοντικές εκλογικές προοπτικές του κόμματος;

Οσο κι αν φαίνεται ξεπερασμένο ή και «αντιδημοκρατικό», μοιάζει προτιμότερη η πρώτη επιλογή: η εκλογή από την κοινοβουλευτική ομάδα. Γιατί; Επειδή οι βουλευτές κατεξοχήν ενδιαφέρονται για τη δική τους επανεκλογή και ορθολογικά θα επιλέξουν εκείνην ή εκείνον που εγγυάται ή, πάντως, υπόσχεται τη μελλοντική εκλογική επικράτηση του κόμματος. Σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα όπως το δικό μας, εκείνον ή εκείνην που κάνει για πρωθυπουργός και μπορεί να πείσει γι’ αυτό το εκλογικό σώμα. Δεν ευσταθεί, άλλωστε, η ένσταση της έλλειψης «δημοκρατικότητας» όταν πρόκειται για βουλευτές που ψηφίστηκαν ως πρόσωπα (με σταυρό προτίμησης ή σε μονοεδρικές περιφέρειες) από αριθμό ψηφοφόρων πολλαπλάσιο εκείνου των εγγεγραμμένων κομματικών μελών. Επιπλέον, οι βουλευτές από τη θέση τους είναι υποχρεωμένοι να βρίσκονται διαρκώς και αδιαλείπτως πιο κοντά στις διαθέσεις των ψηφοφόρων. Είναι κατά συνέπεια σε καλύτερη θέση να σταθμίσουν τις εκλογικές προοπτικές διαφόρων υποψηφίων αρχηγών.

Αντίθετα, τα μέλη και τα στελέχη του κόμματος σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό ζουν σε έναν δικό τους μικρόκοσμο. Από την απήχηση στον κόσμο, τους απασχολούν περισσότερο ζητήματα όπως η ιδεολογική ορθότητα, ανοιχτοί λογαριασμοί από εσωκομματικές έριδες, αντιζηλίες κ.ο.κ.

Τέλος, η πιο αυτοκαταστροφική μέθοδος είναι οπωσδήποτε η τρίτη, αφού επιτρέπει να εκλεγεί αρχηγός κάποιος που δεν είχε πριν καμία σχέση με το κόμμα, χάρη στην ψήφο πολλών που επίσης δεν είχαν πριν καμία σχέση με το κόμμα. Γίνεται έτσι εφικτή η υφαρπαγή του κόμματος από τυχάρπαστους και η οιονεί υπεξαίρεση όσων στοιχείων τού ανήκουν (αρχίζοντας από την κρατική χρηματοδότηση). Αν όλα αυτά ήσαν προβλέψιμα, εκείνο που προξενεί κατάπληξη είναι η ανευθυνότητα αυτών που δεν τα προέβλεψαν όταν υιοθέτησαν αυτή τη διαδικασία εκλογής – και άφησαν να τους υφαρπάσουν το κόμμα οι τυχάρπαστοι.

*Πιο πρόσφατο βιβλίο του καθηγητή Γιώργου Θ. Μαυρογορδάτου είναι το «Εθνική ολοκλήρωση και διχόνοια: Η ελληνική περίπτωση».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT