«Εδώ παπάς, εκεί παπάς…»

2' 6" χρόνος ανάγνωσης

Λέγαμε χθες, με αφορμή το βιβλίο «Το εγχειρίδιο του καλού απατεώνα. Η εξέλιξη των “παστρικοχέρηδων” μέσα από τον ελληνικό Τύπο (1832-1940)» (εκδ. IWrite) του αθηναιογράφου Θωμά Σιταρά, σε ποιο βαθμό η παραβατικότητα θέριευε στους πέριξ της Ομόνοιας δρόμους.

Λέγαμε επίσης ότι η κατάσταση αυτή παραμένει ίδια, έστω και αν η πόλη ολόκληρη (και ειδικά η ίδια η Ομόνοια) έχει υποστεί μεταμορφώσεις, αν όχι και μεταλλάξεις. Ο Σιταράς στο βιβλίο του κάνει ειδική μνεία για τους λεγόμενους «παπατζήδες». Κάποτε ήταν μια καθημερινότητα στους αθηναϊκούς δρόμους και ειδικά σε αυτή την τόσο κεντρική πλατεία της πρωτεύουσας.

Ωστόσο, τους παπατζήδες ναι μεν δεν τους βρίσκεις σε αφθονία, όμως δεν είναι είδος προς εξαφάνιση. Ο γράφων, δεν πάνε πολλά χρόνια, που έπεσε πάνω σε τραπεζάκι παπατζήδων, και ένα πλήθος περίεργων γύρω τους, στο πεζοδρόμιο του «Ρεξ».

Το «Εδώ ο παπάς, εκεί ο παπάς, πού είναι ο παπάς;» είναι πασίγνωστη φράση – και διαχρονική. Ας δούμε όμως, με πηγή μας το βιβλίο του Θ. Σιταρά, πώς δρούσαν κατά τη χρονική περίοδο που ερευνά το πόνημά του.

Η εφημερίδα «Ελληνικό Μέλλον», λοιπόν, δημοσιεύει το 1939 ρεπορτάζ μετά διαλόγου μεταξύ ενός αστυνομικού και ενός αφελούς επαρχιώτη, περαστικού από την Αθήνα, ο οποίος πέφτει θύμα παπατζή. «Ακουγα, κύριε αστυνόμε, που έλεγε σε δυο άλλους: “Πού είνε ο παπάς; Πού είνε ο παπάς;!” και ανακάτευε κάτι χαρτιά. Εγώ τον έβλεπα τον “παπά” και τους το έλεγα. Αυτοί όμως δεν μ’ άκουγαν και διαρκώς έχαναν!». «Εχασαν πολλά; ηρώτησεν ο κ. υπαστυνόμος». «Ισαμε πεντακόσιες δραχμές!».

Ο επαρχιώτης αποφασίζει να παίξει και αυτός. Στην αρχή κερδίζει τριακόσιες δραχμές, μετά όμως τον «πιάνει μια “γκίνια” και φτάνει να χάσει ίσαμε δεκαεννέα χιλιάδες δραχμές «στο άψε-σβύσε». Δεκαεννιά χιλιάδες δραχμές το 1939 είναι ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό. Και τώρα ο επαρχιώτης δεν μπορεί να πάει στην ιδιαίτερη πατρίδα του ξανά. «Δεν είνε για τον “παπά”, κύριε αστυνόμε, αλλά για την κοροϊδία που θα μου πατήσουν εκεί! Ξέρετε τι τραβάει κανείς, όταν πάη στην Αθήνα και πάθη καμμιά τέτοια βρωμοδουλειά; Μην τα ρωτάς, κύριε αστυνόμε μου. Γίνεται νούμερο σ’ όλο το χωριό!..».

Το βιβλίο περιλαμβάνει πλήθος φωτογραφιών της εποχής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον μου προκάλεσε εκείνη της εισόδου ενός κεντρικού κτιρίου της Αστυνομίας Πόλεων (για να ξεχωρίζει από τη Χωροφυλακή…) από την εφημερίδα «Ακρόπολις» του 1939. Για την ακρίβεια, πρόκειται για φωτογραφία του Τμήματος Γενικής Ασφαλείας. «Φόβος και τρόμος όλων των παρανόμων», σχολιάζει στη λεζάντα ο συγγραφέας.

Εύστοχο σχόλιο· μιλάμε για εποχές κατά τις οποίες οι παράνομοι υπέφεραν στα κελιά. Αυτό πάντως δεν τους εμπόδιζε να συνεχίζουν τη δράση τους, όπως ο περίφημος «τρομοκράτης των εμπορικών καταστημάτων». Η συνέχεια αύριο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT