Παράπονο και γκρίνια

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Παράπονο και γκρίνια-1
Το «προοδευτικό» παράπονο για την ήττα Γερουλάνου και Διαμαντοπούλου είναι κατανοητό, αλλά την ίδια ώρα αβάσιμο.

Στον απόηχο του πρώτου, καθοριστικού γύρου των εσωκομματικών εκλογών του ΠΑΣΟΚ επικρατεί ένα υψιπετές παράπονο: η παράταξη έχασε μια μεγάλη ευκαιρία, λένε πολλοί, χωρίς απαραιτήτως να ανήκουν σε αυτή· το παράπονο άλλωστε έχει χαρακτηριστικά υπερκομματικής πολιτικής ανησυχίας «για το καλό του τόπου». Η Αννα Διαμαντοπούλου και ο Παύλος Γερουλάνος, συνεχίζουν οι παραπονούμενοι, διαθέτουν μοντέρνα πολιτική αύρα και νέες ιδέες, και θα μπορούσαν να απεγκλωβίσουν το ΠΑΣΟΚ από την παλαιοκομματική του λούμπα, δίνοντάς του τον προσανατολισμό που έχει ανάγκη προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του σύγχρονου κεντρώου κόσμου. Δεν είναι μόνο το περιεχόμενο του προγραμματικού τους λόγου, όμως, που τους καθιστά σημαντικούς· είναι και το ότι δείχνουν πρωθυπουργήσιμοι. Σε αντίθεση με όλους όσοι στάθηκαν κατά καιρούς απέναντι από τον Κυριάκο Μητσοτάκη ως πολιτικοί αρχηγοί, αυτοί οι δύο πληρούν τα κριτήρια γνώσης και κύρους, ώστε να τον κοντράρουν όχι ως επιθετικοί προβοκάτορες, αλλά επί ίσοις όροις. Τώρα που η προοπτική της ποιοτικής αναβάθμισης χάθηκε, τι θα κάνει το ΠΑΣΟΚ;

Δυσαρέσκεια με αιτία

Η απογοήτευση δεν είναι αβάσιμη. Οσο κι αν η δυσαρέσκεια απέναντι στο ανδρουλακικό πρότυπο ηγέτη αποδίδεται από κάποιους σε αθέμιτο ελιτισμό ή σε αισθητικοποίηση της πολιτικής (παραδόξως, τα ίδια άτομα δεν είχαν πρόβλημα να διαγνώσουν γνωστικές και πολιτισμικές ανεπάρκειες στον Αλέξη Τσίπρα), στην πραγματικότητα έχει πολιτικό περιεχόμενο: δεν είναι παράλογο να αξιώνει κανείς από τον πρόεδρο του κόμματος που στηρίζει να γνωρίζει αγγλικά, να μπορεί να συνομιλήσει με ξένους ηγέτες, να ξέρει πώς λειτουργεί η οικονομία, να έχει εργασιακή εμπειρία και άποψη για την αγορά, να έχει αντίληψη του κόσμου που εκτείνεται πέρα από την εγχώρια και την ευρωπαϊκή γραφειοκρατία. Ο Νίκος Ανδρουλάκης κατάφερε να θωρακίσει το κόμμα του από τον καταστροφικό τυφώνα του αριστερού λαϊκισμού, απέφυγε ανίερες συμμαχίες στις οποίες άλλοι θα είχαν ενδώσει πρόθυμα, ανέβασε τα ποσοστά του ΠΑΣΟΚ, όμως από καλός διαχειριστής δεν κατάφερε να εξελιχθεί σε οραματιστή· η αξιοπιστία του πρόσφερε ασφάλεια, αλλά όχι έμπνευση.

Η καρδιά της παράταξης

Και όμως, ανεξάρτητα από το πού θα οδηγήσουν οι συσχετισμοί της δεύτερης Κυριακής, η πρώτη Κυριακή έδειξε ότι, στην πλειοψηφία τους, οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ Ανδρουλάκη θέλουν. Τι προτείνουν, λοιπόν, οι κήρυκες της «χαμένης ευκαιρίας»; Εντατικά σεμινάρια επιμόρφωσης; Να πιάσουμε έναν έναν τους εκλογείς του ΠΑΣΟΚ για να τους εξηγήσουμε ότι πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να εξελίξουν τις προεδρικές τους προδιαγραφές; Το πρόβλημα με όσους δεν λένε να ξεπεράσουν το όνειρο ενός ιδεατού Κέντρου, που θα συνδυάζει σοσιαλδημοκρατία και φιλελευθερισμό σε ένα κοκτέιλ φανταστικής ιδεολογικής σύνθεσης και αποτελεσματικότητας, είναι ότι ξεχνούν πως τίποτα δεν γεννιέται εν κενώ. Είτε στη Ν.Δ. του Μητσοτάκη είτε στο ΠΑΣΟΚ του νέου προέδρου, κάθε απόπειρα σχηματισμού ενός προοδευτικού κεντρώου μετώπου θα βαρύνεται από τις λαϊκές καταβολές καθενός από τα δύο κόμματα. Δεν γίνεται ούτε ΠΑΣΟΚ χωρίς ΠΑΣΟΚ ούτε Ν.Δ. χωρίς Ν.Δ.

Θέμα ομοιότητας

Η απήχηση Ανδρουλάκη στην παραδοσιοκρατούμενη περιφέρεια, σε αντιδιαστολή με τα μειωμένα ποσοστά του στην Αττική, απηχεί την πυρηνική λαϊκότητα του ΠΑΣΟΚ. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ πρέπει να θυμίζει ΠΑΣΟΚ, όσο τουλάχιστον παραμένουν περισσότεροι αυτοί που προτιμούν την ηγεσία της συναισθηματικής ταύτισης από την ηγεσία του προηγμένου πολιτικού προτύπου. Πάντως, η ηγεσία μειωμένης αποδοχής, όπως έδειξε και το πρόσφατο παράδειγμα Κασσελάκη, δεν αποτελεί βιώσιμη επιλογή. Σε τελική ανάλυση, πώς ακριβώς φαντάζονται οι διαμαρτυρόμενοι ότι θα λειτουργούσε η προεδρία Γερουλάνου ή Διαμαντοπούλου σε ένα κόμμα που η βάση του προτιμά άλλον; «Αν δεν κατέβαινε η Διαμαντοπούλου, ο Γερουλάνος ίσως περνούσε στον δεύτερο γύρο και ίσως κέρδιζε τον Ανδρουλάκη», λένε. Πολλά «ίσως» στη σειρά. Ακόμη όμως και αν τα αλλεπάλληλα ενδεχόμενα ευοδώνονταν, πόσο επιτυχώς θα έλεγχε το κόμμα ένας πολιτικός που του μοιάζει τόσο λίγο;

Εκπαιδεύοντας το κόμμα

Ισχύει, βέβαια, και το άλλο: ένας καλός πρόεδρος εκπαιδεύει το κόμμα και τους ψηφοφόρους του· φέρνει την αλλαγή εμμέσως. Σήμερα, για παράδειγμα, συζητάμε με πάθος για την ετερογένεια της Ν.Δ. και αναλύουμε την ιδεολογική απόσταση των στρατοπέδων εντός της, αλλά ξεχνάμε πόσο παράταιρη, ανήκουστη πιθανόν, θα ήταν πριν από δέκα χρόνια μια εσωκομματική συζήτηση για τη νομοθετική προάσπιση των ΛΟΑΤΚΙ δικαιωμάτων. Ο Μητσοτάκης φιλελευθεροποίησε τη Ν.Δ., με λίγα λόγια, ακόμη κι αν η στρατηγική του βρίσκει προσκόμματα μέχρι σήμερα. Με τον ίδιο τρόπο, μια πιο τεχνοκρατική ηγεσία θα μπορούσε να εκμοντερνίσει το ΠΑΣΟΚ, έστω κι αν στην αρχή ξένιζε. Η αποτυχία Γερουλάνου και Διαμαντοπούλου, ωστόσο, δεν έχει να κάνει μόνο με το αντιδημοφιλές πολιτικό προφίλ τους· ώς ένα βαθμό είναι ζήτημα προσωπικό: ο Παύλος Γερουλάνος δεν είχε ποτέ δυναμική νικητή, ενώ η Αννα Διαμαντοπούλου ήταν σχεδόν απίθανο μετά από τόσα χρόνια αποχής να πείσει την κομματική βάση ότι δεν έφυγε ποτέ. Ισως το ΠΑΣΟΚ να μην έχασε την ευκαιρία που λέγεται πως έχασε· μπορεί απλώς να μη συνάντησε την ευκαιρία αυτή ακόμη.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT