Η Ελλάδα των 100 εκατομμυρίων τουριστών

Η Ελλάδα των 100 εκατομμυρίων τουριστών

5' 26" χρόνος ανάγνωσης

Πριν από τρία χρόνια, καθώς ο κόσμος αργά αργά επέστρεφε σε μια υποψία κανονικότητας και γινόταν αντιληπτό ότι σταδιακά ο τουρισμός στη χώρα μας θα επέστρεφε στα νούμερα-ρεκόρ του 2019, έγραφα σε αυτόν εδώ το χώρο ότι οι προοπτικές της ενδέχεται να είναι για πολύ παραπάνω. “Η Ελλάδα των 50 εκατομμυρίων τουριστών” ήταν ο τίτλος του άρθρου. Έκτοτε, βεβαίως, συνέβησαν διάφορα. Πλέον είμαστε η Ελλάδα των 36+ εκατομμυρίων τουριστών, και οι προκλήσεις, τα προβλήματα και οι δυσκολίες που προκύπτουν από τη ραγδαία μα αναμενόμενη ανάπτυξη του τουρισμού (στην Ελλάδα και παγκοσμίως) είναι ένα θέμα που συζητιέται στο δημόσιο διάλογο. Την εβδομάδα που πέρασε η Καθημερινή διοργάνωσε ένα διήμερο συνέδριο για το θέμα στην αχανή τεχνική βάση της Aegean στο αεροδρόμιο της Αθήνας, ανάμεσα στα αεροπλάνα που επιδιορθώνονταν, στο πλαίσιο του Re-imagine Tourism, μιας ευρύτερης πρωτοβουλίας για την βαθύτερη μελέτη αυτού ακριβώς του φαινομένου. Στο συνέδριο συζητήθηκαν σχεδόν όλα τα θέματα που απασχολούν τον κλάδο (και την κοινωνία, που επηρεάζεται άμεσα ή έμμεσα από τον κλάδο), από το πρόβλημα του υπερτουρισμού σε κάποιες περιοχές και της επάρκειας των υποδομών, μέχρι το χωροταξικό και τις αντιδράσεις των τοπικών πληθυσμών. Όσες και όσοι παρακολούθησαμε τις ομιλίες είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα. Και βγήκαν κάποια χρήσιμα συμπεράσματα.

Πρώτα απ’ όλα, αυτό που κράτησα εγώ είναι πως το φαινόμενο της τουριστικής ανάπτυξης είναι ένα φαινόμενο που το υποτιμούμε. Ναι, το υποτιμούμε. Η Ελλάδα είναι ήδη ο 9ος δημοφιλέστερος τουριστικός προορισμός στον κόσμο και, καθώς ο αριθμός των ανθρώπων που ταξιδεύουν σε άλλες χώρες για διακοπές συνεχίζει να αυξάνεται, θα συνεχίζει να προσελκύει ολοένα και περισσότερους εδώ. Κάτι που άκουσα από τον CEO της Fraport και δεν ήξερα, μάλιστα, είναι ότι ο λόγος που σήμερα έρχονται στην Ελλάδα όσοι τουρίστες έρχονται είναι το ότι δεν υπάρχουν αρκετές πτήσεις. Κανονικά θα έπρεπε να έρχονται περισσότεροι. Και ο λόγος που δεν υπάρχουν αρκετές πτήσεις είναι ότι δεν κατασκευάζονται αρκετά γρήγορα αεροπλάνα και μηχανές για τα αεροπλάνα από την αντίστοιχη βιομηχανία. Μόνο δύο εταιρείες φτιάχνουν μεγάλα επιβατικά αεροπλάνα (και η μία, η Boeing, αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα), και ελάχιστες φτιάχνουν κινητήρες γι’ αυτά τα αεροπλάνα. Η ζήτηση υπάρχει, ολοένα και περισσότεροι ξένοι ψάχνουν διακοπές στην Ελλάδα (και στους άλλους δημοφιλείς προορισμούς) στο ίντερνετ, οι επιχειρηματίες του τουρισμού φτιάχνουν νέες κλίνες, τα AirBnB πολλαπλασιάζονται αντίστοιχα, τα αεροδρόμια αναβαθμίζονται παράλληλα (τα ελληνικά με αξιοθαύμαστα αντανακλαστικά, πιο αποτελεσματικά από ό,τι συμβαίνει αλλού) αλλά το μπούκωμα, το “bottleneck”, λέει, είναι στις μεταφορές -δεν υπάρχουν αρκετά αεροπλάνα για να αγοράσουν ή να μισθώσουν οι αεροπορικές εταιρείες για να τους φέρουν. Κι όσο αυτό το πρόβλημα λύνεται, θα έρχονται ολοένα και περισσότεροι. Εμείς αντιμετωπίζουμε το θέμα του “υπερτουρισμού” στατικά -ότι φέτος είχε μποτιλιαρίσματα στην Πάρο, άρα και του χρόνου θα έχουμε μποτιλιαρίσματα στην Πάρο. Δεν είναι έτσι. Το φαινόμενο είναι δυναμικό και, αν δεν υπάρξουν απρόοπτα (πόλεμοι, πανδημίες) θα γίνεται εντονότερο χρόνο με το χρόνο.

Αλλά πόσοι “χωράνε” σε μια μεσαίου μεγέθους χώρα όπως η δική μας; Μήπως έρχονται ήδη υπερβολικά πολλές και πολλοί, περισσότεροι από όσους μπορούμε να αντέξουμε; Μήπως σύντομα θα είναι τόσο πολλοί που, σταδιακά, και η ίδια η εμπειρία τους θα γίνεται χειρότερη, με αποτέλεσμα η εικόνα της χώρας ως προορισμού να υποστεί φθορά; Στην καλύτερη ομιλία του συνεδρίου ο πρωθυπουργός του Μπουτάν, μιας μικρής χώρας ανάμεσα στο Θιβέτ και την Ινδία, πέρα από τους διθυράμβους για την Ελλάδα -την οποία επισκεπτόταν για πρώτη φορά- και για το πώς ένιωσε όταν ανέβηκε στο ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, μας εξήγησε ότι αυτοί έχουν θέσει αυστηρούς περιορισμούς στο πώς έρχεται κάποιος για τουρισμό στη χώρα του. Μεταξύ άλλων, βάζουν τους τουρίστες να πληρώνουν ένα τέλος $100 για κάθε μέρα που μένουν στο Μπουτάν, και τους υποχρεώνουν να έχουν κλείσει τα πάντα (διαμονή, μεταφορές, οδηγούς) εκ των προτέρων ηλεκτρονικά. Έτσι έχουν περιορίσει τον αριθμό των επισκεπτών τους σε 170.000 το χρόνο, με προοπτική να τους αφήσουν να αυξηθούν μέχρι 300.000 -και τέλος. Τόσους θέλουν. Δεδομένου ότι ενδιαφέρονται πάρα πολύ για την προστασία του φυσικού και του πολιτιστικού πλούτου της χώρας τους, βάζουν όρια.

Η δικιά μας χώρα, βεβαίως, πολύ πιο ανοιχτή και με διαφορετική γεωγραφική θέση, ιστορία και κουλτούρα φιλοξενίας, θα προσεγγίσει το θέμα αλλιώς. Αλλά το πρόβλημα παραμένει παρόμοιο.

Ο περιφερειάρχης Νοτίου Αιγαίου σε μια δικιά του τοποθέτηση το έθεσε γλαφυρά: το Κουφονήσι, λέει, χρειάζεται υποδομές για να καλύπτει τις ανάγκες ενός πληθυσμού 7.000 ανθρώπων -γιατί τόσοι άνθρωποι ζουν στο νησί από τα μέσα Ιουλίου μέχρι τα τέλη του Αυγούστου, και κυκλοφορούν στους δρόμους του, τραβάνε τα καζανάκια του και πετάνε τα σκουπίδια τους στους κάδους του. Δεν φτάνουν οι υποδομές για τα 350 άτομα, που είναι ο μόνιμος πληθυσμός του. Με αυτή τη λογική, η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα 10,3 εκατομμυρίων κατοίκων αλλά 12,5 εκατομμυρίων -τόσοι μένουν ταυτόχρονα εδώ και να χρησιμοποιούν τις υποδομές της ταυτόχρονα μέχρι σήμερα, ένα νούμερο που προκύπτει αν υπολογίσει κανείς όλα τα κρεβάτια των ξενοδοχείων και των AirBnb που είναι διαθέσιμα σε ολόκληρη τη χώρα το καλοκαίρι. Ένα νούμερο που, βεβαίως, επίσης θα αυξάνεται χρόνο με το χρόνο.

Από όλα αυτά, το συμπέρασμα έβγαινε αβίαστα: το “πρόβλημα”, βασικά, είναι μόνο ένα. Οι λύσεις στη διαχείριση του τουρισμού στην όμορφη και δημοφιλή μας χώρα τελικά συμπυκνώνονται σε ένα πράγμα μόνο: την λειτουργία του κράτους. Το πρόβλημα της διαχείρισης των τουριστικών ροών έχει να κάνει με την ικανότητα του ελληνικού κράτους να βάζει τους κανόνες, να ορίζει με διαφάνεια και ευελιξία το τι μπορεί να χτιστεί πού και πώς. Το ζύγισμα των μικροσυμφερόντων επιχειρηματιών και ντόπιων ιδιοκτητών με την προστασία του περιβάλλοντος και του φυσικού πλούτου της χώρας είναι δουλειά του κράτους (της κυβέρνησης και της τοπικής αυτοδιοίκησης). Και τι γίνεται με τις άλλες εξωτερικότητες, με το “χαμένο ελληνικό καλοκαίρι”, την ολοένα και μικρότερη δυνατότητα των Ελλήνων και των Ελληνίδων να μπορούν να πάνε διακοπές σε μια χώρα που πλημμυρίζει με πλουσιότερους ξένους; Μόνο η οικονομική ανάπτυξη λύνει αυτό το πρόβλημα. Καλύτεροι μισθοί, υψηλότερα εισοδήματα, αναβάθμιση της ζωής των πολιτών αυτής της χώρας, για να μπορούν κι αυτοί να είναι τουρίστες στο μέρος όπου όλοι οι άλλοι πολίτες του κόσμου θέλουν να έρθουν.

Στη δικιά του ομιλία στο συνέδριο, ο Έλληνας πρωθυπουργός έδειξε ότι τα ξέρει όλα αυτά. Αλλά από τη γνώση και την κουβέντα στα συνέδρια μέχρι τη νομοθέτηση, την εφαρμογή και την υλοποίηση, πολιτικών μάλιστα που είναι δύσκολες, πατάνε κάλους, ενοχλούν συμφέροντα και χρειάζονται προσεκτικό σχεδιασμό, επαγγελματισμό, νηφαλιότητα και αταλάντευτη πολιτική βούληση, η απόσταση είναι πολύ μεγάλη. Κι όσο καθυστερούν οι λύσεις από το κράτος, κι όσο τα νούμερα των αφίξεων αυξάνονται, η γκρίνια θα διογκώνεται και μια μεγάλη ευκαιρία θα συνεχίζει να φαντάζει ολοένα και περισσότερο ως πρόβλημα και βάρος.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT