ΗΠΑ, εκλογές χωρίς προηγούμενο

4' 3" χρόνος ανάγνωσης

Οι επερχόμενες αμερικανικές προεδρικές εκλογές της 5ης Νοεμβρίου δεν είναι απλώς ένα εσωτερικό θέμα των ΗΠΑ, παρότι έχει γραφεί ότι πρόκειται για «εσωτερικό Ψυχρό Πόλεμο» (Financial Times, 16 Οκτωβρίου 2024). Οι εκλογές αυτές αφορούν όλον τον κόσμο, περισσότερο από αντίστοιχες προγενέστερες εκλογές. Το παγκόσμιο ενδιαφέρον για τις αμερικανικές εκλογές δεν προκύπτει μόνον εξαιτίας της οικονομικής, τεχνολογικής και στρατιωτικής πρωτοκαθεδρίας των ΗΠΑ στο διεθνές σύστημα. Το αυξημένο ενδιαφέρον απορρέει επίσης, αφενός, από την ταυτότητα των διεκδικητών της προεδρίας και, αφετέρου, από το αντιδιαμετρικό πολιτικό προφίλ τους. Η Χάρις, αν εκλεγεί, θα είναι η πρώτη γυναίκα, και μάλιστα μειονοτικής καταγωγής, πρόεδρος των ΗΠΑ. Ο Τραμπ είναι το πρότυπο του Αγγλοσάξονα, πάμπλουτου Αμερικανού, με ανύπαρκτες κοινωνικές, ίσως ούτε δημοκρατικές, ευαισθησίες. Από μια άποψη, θα φαινόταν αδύνατο τέτοιος υποψήφιος να εκλεγεί σε σύγχρονη δυτική δημοκρατία, αλλά εκείνος το έχει πετύχει ήδη μία φορά.

Οι λόγοι που οι επερχόμενες εκλογές είναι και κρίσιμες και αμφίρροπες είναι πολλοί, οικονομικοί και άλλοι. Η Χάρις δεν μπορεί να ελπίσει, απαραιτήτως, σε ανταμοιβή των ψηφοφόρων για τις συγκριτικά καλές επιδόσεις της αμερικανικής οικονομίας στη διάρκεια της αντιπροεδρίας της. Οχι μόνο στη διάρκεια της κυβέρνησης των Δημοκρατικών, αλλά στη διάρκεια των τελευταίων 15 ετών, συγκριτικά με άλλες ισχυρές δυτικές οικονομίες, η αμερικανική οικονομία είχε υψηλότερη οικονομική μεγέθυνση και παραγωγικότητα. Υπερείχε ως προς την έρευνα και την καινοτομία, την ίδρυση νέων μεγάλων επιχειρήσεων ιδίως στην ψηφιακή οικονομία και στις ιδιωτικές επενδύσεις. Παρά τα ασύλληπτα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων και τις επιδεινούμενες εισοδηματικές ανισότητες, ακόμη και οι μισθοί βελτιώθηκαν ήδη επί προεδρίας Τραμπ και ιδίως επί προεδρίας Μπάιντεν. Προσφάτως ο πληθωρισμός μειώθηκε. Στον βαθμό που ισχύει η θεωρία της «αναδρομικής ψήφου» (retrospective voting), είναι πολύ πιθανό ψηφοφόροι να τιμωρήσουν το εκάστοτε κυβερνών κόμμα, εφόσον στη διάρκεια της κυβερνητικής θητείας του, η οικονομία παρήκμασε. Δεν είναι εξίσου πιθανό ότι θα επιβραβεύσουν το κόμμα (π.χ. το Δημοκρατικό) η θητεία του οποίου συνοδεύτηκε από σχετική οικονομική ακμή.

H Χάρις ελπίζει στις ψήφους των οικονομικά ασθενέστερων ομάδων, καθώς υπόσχεται να μειώσει τις ανισότητες, μεταξύ άλλων, αυξάνοντας τον ανώτατο φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις στο 28% (από 21% που είναι σήμερα). Ο Τραμπ υπόσχεται να τον μειώσει στο 15% (The Economist, 11 Οκτωβρίου 2024). Θα πρέπει όμως να βρει τρόπο να διαχειριστεί το υψηλό δημόσιο χρέος (120% του ΑΕΠ). Ο ίδιος θέλει να επιβάλει δασμούς ύψους 20% σε όλες τις εισαγωγές στις ΗΠΑ, ενώ η αντίπαλός του εστιάζει σε επιδοτήσεις προς τις βιομηχανικές επιχειρήσεις.

Τυχόν νίκη του Τραμπ επί της Χάρις θα σημάνει την έναρξη μιας περιόδου αστάθειας στην αμερικανική εσωτερική και εξωτερική πολιτική.

Αν κερδίσει η Χάρις, αυτό μάλλον δεν θα οφείλεται σε οικονομικούς λόγους. Μάλλον θα οφείλεται σε φόβους των ψηφοφόρων για την αστάθεια που ο Τραμπ μπορεί να προκαλέσει στην τυχόν δεύτερη προεδρική θητεία του. Τυχόν νίκη του Τραμπ επί της Χάρις θα σημάνει την έναρξη μιας περιόδου αστάθειας στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Αντίθετα με την πρώτη θητεία του, ο Τραμπ στις αποφάσεις του δεν θα εξισορροπηθεί εύκολα από παλιά, έμπειρα στελέχη της ομοσπονδιακής διοίκησης των ΗΠΑ. Εκείνος είχε διώξει πολλά στελέχη, ενώ άλλα έφυγαν μόνα τους. Ο Τραμπ θα πρέπει να διανύσει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στις υπερφίαλες προεκλογικές εξαγγελίες του και στα πραγματικά μέτρα δημόσιας πολιτικής του. Για παράδειγμα, ο Τραμπ δεν μπορεί να διαχειριστεί το μεταναστευτικό ζήτημα με τους όρους που διακήρυξε, ότι δηλαδή «οι ΗΠΑ έχουν κατακτηθεί από τους μετανάστες» (11 Οκτωβρίου 2024). Υστερα, παρά την έκδηλη υποστήριξη πολλών επιχειρηματιών της Σίλικον Βάλεϊ και της αμυντικής βιομηχανίας προς τον Τραμπ (The New York Review of Books, 29 Αυγούστου 2024), εκείνος δεν μπορεί να ευνοήσει αποκλειστικά αυτό το τμήμα του «στρατιωτικο-βιομηχανικού πλέγματος». Θα πρέπει να φροντίσει και άλλες επιχειρήσεις σε αποβιομηχανοποιημένες ζώνες.

Στις διεθνείς σχέσεις, παρά τη σχετική δήλωσή του, είναι αδύνατο ο Τραμπ να λύσει το ουκρανικό ζήτημα μέσα σε «24 ώρες», με συμφωνία μεταξύ των εμπολέμων. Εκτός εάν ως πρόεδρος σταματήσει ακαριαία οποιαδήποτε βοήθεια προς τους Ουκρανούς, με προβλέψιμο αποτέλεσμα για τον νικητή του πολέμου Ρωσίας – Ουκρανίας. Παρότι ο Τραμπ δεν θα απέρριπτε την ιδέα η Νότια Κορέα να αναπτύξει δικά της πυρηνικά όπλα, ώστε οι ΗΠΑ να περιορίσουν τη στρατιωτική παρουσία τους σε εκείνη τη χώρα, είναι αμφίβολο ότι θα παραγνώριζε τους κινδύνους από τη διάδοση πυρηνικών όπλων στη νοτιοανατολική Ασία. Τέλος, ο Τραμπ θα ήθελε να δώσει την έγκρισή του στο Ισραήλ να κάνει οτιδήποτε θέλει με τους Παλαιστινίους. Αλλά είναι αδύνατο τέτοια «λευκή επιταγή» να δοθεί, χωρίς να συνυπολογιστεί η αντίδραση του Ιράν.

Κανένας από τους δύο υποψηφίους, Τραμπ και Χάρις, δεν φαίνεται να έχει ευκρινές σταθερό προβάδισμα στις δημοσκοπήσεις. Και στο παρελθόν στις ΗΠΑ υπήρχαν αμφίρροπες προεδρικές εκλογές (π.χ. το 2000). Ομως τα αντιδιαμετρικά πολιτικά προφίλ των υποψηφίων και, κυρίως, οι απρόβλεπτες συνέπειες της τυχόν επανόδου του Τραμπ στην προεδρία, σε πλήθος τομέων πολιτικής, ίσως καθιστούν τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου χωρίς προηγούμενο.

*Ο κ. Δημήτρης Α. Σωτηρόπουλος είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης του ΕΚΠΑ και ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT