Οι εκλογές στις ΗΠΑ σε εννέα ημέρες έχουν αναδείξει τις καταστροφικές συνέπειες της μακρόχρονης απαξίωσης των «παραδοσιακών» μέσων ενημέρωσης. Η Κάμαλα Χάρις και ο Ντόναλντ Τραμπ είναι τελείως διαφορετικοί άνθρωποι, με διαφορετικές πολιτικές, και η χώρα θα είναι πολύ διαφορετική μετά τις εκλογές, ανάλογα με τον νικητή. Εάν οι ψηφοφόροι (ή, μάλλον, οι αρμόδιοι εκλέκτορες) επιλέξουν την αντιπρόεδρο του Τζο Μπάιντεν, η χώρα θα συνεχίσει όπως σήμερα, με τα προβλήματά της και τις ανεπαρκείς λύσεις που προτείνονται. Θα είναι, όμως, ακόμη η Αμερική που γνωρίζουμε. Εάν εκλεγεί ο Ντόναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ και ο κόσμος θα αντιμετωπίσουν απρόβλεπτες καταστάσεις, καθώς ο τέως πρόεδρος είναι επικεφαλής κινήματος που σκοπεύει στον ακραίο περιορισμό δικαιωμάτων και στην ανατροπή του πολιτικού πολιτισμού της χώρας. Το ότι οι μισοί ψηφοφόροι δεν πτοούνται από τις πράξεις και τα λόγια του Τραμπ (με κορυφαία την υποκίνηση της κατάληψης του Καπιτωλίου από οπαδούς του την 6η Ιανουαρίου του 2021) δείχνει ότι ή δεν πιστεύουν όσα βλέπουν ή τον θέλουν ακριβώς όπως είναι, για να «πονέσουν» τους εχθρούς του(ς). Τα κοινωνικά δίκτυα και τα μέσα ενημέρωσης που στηρίζουν ανοικτά τον Τραμπ συμβάλλουν στη διαμόρφωση μιας πραγματικότητας όπου ο Τραμπ είναι και αθώο θύμα των αντιπάλων του και υπεράνθρωπος που θα τους κατατροπώσει.
Τώρα πια είναι οι τραπεζίτες, οι οπαδοί, τα ρομπότ και οι δισεκατομ- μυριούχοι που αποφασίζουν τι αποτελεί είδηση και ποιος θα τη μεταδώσει.
Η απουσία αξιόπιστου Τύπου βρήκε το αποκορύφωμά της (πραγματικό και συμβολικό) στην απόφαση του εκδότη της θρυλικής Washington Post, προχθές, η εφημερίδα να μην υποστηρίξει συγκεκριμένο υποψήφιο σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση. Δεν διέφυγε την προσοχή κανενός ότι ιδιοκτήτης της εφημερίδας που αποκάλυψε το σκάνδαλο Watergate είναι ο Τζεφ Μπέζος, ιδρυτής της Amazon. Δεν είναι μόνο οι στρατοί των οπαδών και των ρομπότ στο Διαδίκτυο που μάχονται υπέρ του Τραμπ στον χώρο του Τύπου. Είναι και δισεκατομμυριούχοι ιδιοκτήτες, όπως ο Ρούπερτ Μέρντοχ (με το δίκτυο Fox), όπως ο Ιλον Μασκ με τις τεράστιες χρηματικές δωρεές και τα ψέματα που διαδίδει στο (ιδιοκτησίας του) Χ, όπως ο Μπέζος με την κυνική «ουδετερότητά» του. (Ο Μπιλ Γκέιτς και άλλοι δισεκατομμυριούχοι στηρίζουν τη Χάρις, όμως δεν μεταδίδουν ψέματα όπως οι Μασκ, Μέρντοχ κ.ά.) Πριν από μερικά χρόνια (το 2019), όταν επενδυτικές εταιρείες αγόραζαν (και έκλειναν) τοπικές εφημερίδες σε όλη τη χώρα, ο αναλυτής Κεν Ντόκτορ της Columbia Journalism Review σχολίασε: «Την ώρα που οι τοπικές ειδήσεις είναι πιο αναγκαίες από ποτέ, είναι οι τραπεζίτες που αποφασίζουν τι αποτελεί είδηση και ποιος θα τη μεταδώσει». Τώρα αποφασίζουν και οι οπαδοί, τα ρομπότ και οι δισεκατομμυριούχοι. Αλλά όχι μόνο.
Νέα, εκρηκτική παράμετρος στην υπόθεση είναι η εμπλοκή ξένων κρατών. «Η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν έχουν προετοιμαστεί καλύτερα απ’ ό,τι πριν από τέσσερα χρόνια ώστε να πλημμυρίσουν το Διαδίκτυο με παραπληροφόρηση αφού κλείσουν οι κάλπες την ημέρα των εκλογών, σύμφωνα με εκτίμηση αξιωματούχων των υπηρεσιών πληροφοριών», έγραψε η ψηφιακή εφημερίδα Axios. Η άρνηση του Τραμπ να αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020 και το κίνημα αμφισβήτησης που προκάλεσε ενθάρρυναν αντιπάλους των ΗΠΑ να προκαλέσουν ακόμη μεγαλύτερη αμφισβήτηση της δημοκρατικής διαδικασίας φέτος. Ηδη, τα δύο τρίτα των Ρεπουμπλικανών ψηφοφόρων πιστεύουν ότι ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2020. Ηδη, το Διαδίκτυο κατακλύζεται από φήμες, ψέματα και θεωρίες συνωμοσίας για την ψηφοφορία που άρχισε πριν από λίγες ημέρες. Θα είναι εξαιρετικά δύσκολη η διαχείριση της κατάστασης μετά τις εκλογές. Μόνο αξιόπιστα μέσα ενημέρωσης θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα. Ομως, ως κλάδος, εξουδετερώθηκαν νωρίς.