Αυτός τουλάχιστον ο «εθνικός διχασμός» έχει λήξει. l Η «διαμάχη» Χατζιδακικών – Θεοδωρακικών έχει λήξει προ πολλού, πριν ακόμη πεθάνει ο Μάνος Χατζιδάκις το 1994. l Και η «διαμάχη» αυτή, που τάραξε νερά –και πολιτικά– στις αρχές του ’60 και που κράτησε χρόνια «εν αγνοία» μεν των άμεσα ενδιαφερομένων, αλλά και με διαφορές απόψεων μεταξύ τους που, παρά την πολυετή φιλία τους, υποδαύλιζαν στην αντίληψη του κοινού μια «αντιπαλότητα», έληξε με την κατά κράτος επικράτηση των Θεοδωρακικών. l Οι λόγοι είναι πολλοί, και μάλλον αυτονόητοι. l Το βέβαιο είναι ότι η «επικράτηση» αυτή δεν έχει να κάνει με την ποιότητα των έργων που άφησαν πίσω τους. l Αυτό, καθώς και τα πραγματικά στοιχεία της μουσικής πράξης καθενός τους δεν έχει κανείς το δικαίωμα να τα παραγνωρίζει ή να στρεβλώνει. l Σπουδαία η συμβολή του Μίκη, αλλά τον θεμέλιο λίθο στο Ελληνικό Τραγούδι που άνθισε το ’60 και σχεδόν ώς το τέλος του αιώνα τον είχε βάλει ο Μάνος Χατζιδάκις πριν εμφανιστεί στο τραγούδι μας ο Μίκης Θεοδωράκης. l Γεγονότα που όχι μόνο τα έζησα, αλλά και τα έψαξα αργότερα, τα μελέτησα και έχω γράψει λεπτομερώς γι’ αυτά – δηλαδή τα γνωρίζω. l
Ως εκ τούτου θεωρώ «πρόχειρες» φράσεις σαν αυτές του καθ’ όλα σεβαστού μου καθηγητή και συγγραφέα Στάθη Καλύβα, με τις οποίες άρχιζε το άρθρο του «Στειρότητα και χειραγώγηση» την περασμένη Κυριακή (20/10) στην «Κ»: «Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν μια μουσική μεγαλοφυΐα. l Πέτυχε κάτι σχεδόν αδιανόητο: μέσα σε τέσσερα μόνο χρόνια (1960-1964), κατάφερε να εφεύρει ένα νέο είδος τραγουδιού, το “έντεχνο” ελληνικό τραγούδι, που απέκτησε τεράστια απήχηση και διάρκεια». l Σπεύδω να πω ότι το περιεχόμενο του άρθρου αυτού όχι μόνο με βρίσκει σύμφωνο, αλλά και το χάρηκα. l Ομως απόλυτες διαπιστώσεις σαν αυτές στην αρχή του κειμένου του στρεβλώνουν την αλήθεια για την άνθιση του τραγουδιού στις αρχές του ’60. l Oχι μόνο διότι 15 χρόνια πριν από την εμφάνιση του Μίκη δρούσε το «φαινόμενο Μάνος Χατζιδάκις», αλλά και διότι σ’ αυτόν οφείλεται εν πολλοίς και η αποσιωπώμενη συνήθως συμβολή του λαϊκού τραγουδιού στην άνθιση αυτή. l
Την περασμένη Τετάρτη 23 Οκτωβρίου ο Μάνος Χατζιδάκις θα έκλεινε τα 99, όπως άλλωστε τα 99 θα έκλεινε και ο Μίκης τον περασμένο Ιούλιο. l Είχαν γεννηθεί και οι δυο το 1925. l Του χρόνου θα γιορτάσουμε τα 100 χρόνια από τη γέννησή τους. l Εμείς, όσοι αγαπήσαμε το έργο και των δυο. l Που τα σεβόμαστε εξίσου, γιατί τα αναγνωρίζουμε ως σπουδαία έργα, ασχέτως του «πού κλίνει» περισσότερο το μουσικό μας γούστο ή η επήρεια του μύθου καθενός τους. l Εμείς, όλοι. l Οχι όμως και αυτοί που θα έπρεπε πρώτοι, l αυτοί που οφείλουν l να αισθάνονται και να φέρονται έτσι, οι «άρχοντες» του υπουργείου Πολιτισμού – η Λίνα Μενδώνη κοντολογίς. l Η οποία έχει ανακοινώσει ότι για την Εκατονταετηρίδα Θεοδωράκη ετοιμάζει πράματα και θάματα για τον επόμενο χρόνο (συναυλίες, εκθέσεις, εκδόσεις κ.ά.), ενώ αγνόησε ηχηρώς το γεγονός ότι την ίδια χρονιά υπάρχει και η Εκατονταετηρίδα Χατζιδάκι. l Oχι πως έχει ανάγκη το έργο ή η μνήμη του Χατζιδάκι επίσημους εορτασμούς, τους οποίους άλλωστε ο ίδιος απεχθανόταν, αλλά διότι και αυτό το «κρούσμα» δείχνει τον ανεπίτρεπτο δρόμο που παίρνει πλέον η στρέβλωση αξιών και ιστορικών γεγονότων. l
Σχετικά με όσα γράφαμε (20/10) για την ντουζίνα συναυλιών Ξαρχάκου σε αρχαιολογικούς χώρους σπανίως ή ποτέ παραχωρούμενους, «κύκλοι» της υπουργού Μενδώνη παρήγγειλαν πως «καμιά δεν χρηματοδότησε το υπουργείο. Ολες τις χρηματοδοτεί ο Μυτιληναίος. Οσον αφορά την παραχώρηση των αρχαιολογικών χώρων, ακολουθείται η τυπική διαδικασία αδειοδότησης από τις κατά τόπους εφορείες». l Οι οποίες συμφώνησαν όλες ομού κι ομόφωνα.