Είναι ο τραμπισμός μεταδοτικός;

4' 14" χρόνος ανάγνωσης

Στις περισσότερες συζητήσεις για τις αμερικανικές εκλογές τίθενται κάποια ερωτήματα. Ποιος είναι ο πιθανότερος νικητής; Πώς εξηγείται η ανθεκτικότητα του Ντόναλντ Τραμπ; Πόσο βαθιά είναι η πόλωση στις ΗΠΑ; Τι θα σημαίνει η εκλογή του κάθε υποψηφίου για την Ελλάδα;

Σε ό,τι αφορά τον πιθανότερο νικητή, κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη. Ολες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι στις κρίσιμες πολιτείες η διαφορά μεταξύ των δύο υποψηφίων κυμαίνεται στο όριο του στατιστικού σφάλματος.

Το γεγονός ότι στις δύο προηγούμενες προεδρικές εκλογές οι δημοσκοπήσεις είχαν υποτιμήσει τη δυναμική του Ντόναλντ Τραμπ, θεωρούν ότι αυτό είναι καλός οιωνός για τον τέως πρόεδρο, ο οποίος σήμερα βρίσκεται σε καλύτερο σημείο από ό,τι πριν από 4 χρόνια.

Οι εταιρείες ερευνών, ωστόσο, ισχυρίζονται ότι έχουν πλέον διορθώσει το μεθοδολογικό σφάλμα που υποεκτιμούσε την επιρροή Τραμπ. Κάποιοι μάλιστα λένε ότι πήγαν στο άλλο άκρο, όπως συνέβη στις ενδιάμεσες εκλογές του 2022, όταν οι τραμπικοί υποψήφιοι για το Κογκρέσο πήγαν χειρότερα από όσο προέβλεπαν οι δημοσκοπήσεις! Επειδή κανείς δεν μπορεί να ξέρει αν οι μετρήσεις αδικούν ξανά τον Τραμπ ή αν αυτή τη φορά τον ενισχύουν επειδή «κάηκαν στον χυλό», ας μείνουμε στο ότι κάθε πρόβλεψη μοιάζει επισφαλής.

Σε κάθε περίπτωση, η ανθεκτικότητα του Ντόναλντ Τραμπ είναι πρωτόγνωρη για σύγχρονο πολιτικό. Το 2016 είχε πει σε μια συνέντευξή του ότι «αν πυροβολήσω κάποιον στην 5η Λεωφόρο δεν θα χάσω ούτε μία ψήφο». Παρά την υπερβολή της, μοιάζει κοντά στην πραγματικότητα. Μετά τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου, την αποδοκιμασία από αρκετούς πρώην στενούς συνεργάτες του, τις δικαστικές καταδίκες του, κανείς δεν πίστευε ότι θα επιβιώσει και θα διεκδικεί εκ νέου την προεδρία.

Αυτό ασφαλώς σχετίζεται με τις επικοινωνιακές ικανότητες και τον δυναμισμό που εκπέμπει. Με το ότι μιλάει στοχευμένα για ζητήματα που απασχολούν ευρέως, όπως η οικονομία και η μετανάστευση. Σχετίζεται ασφαλώς και με τις αδυναμίες των αντιπάλων του. Κυρίως, όμως, με το ότι κατάφερε να χτίσει ισχυρές ταυτίσεις με ανθρώπους που ένιωθαν αποκλεισμένοι από το «σύστημα». Που ένιωθαν ότι δεν ακούγονται. Που αισθάνονταν ανασφαλείς σε έναν κόσμο που αλλάζει είτε οικονομικά είτε πολιτιστικά. Για τους ψηφοφόρους αυτούς ο Τραμπ δεν ήταν απλώς κάποιος που μιλούσε και σκεφτόταν όπως εκείνοι. Hταν κάποιος πλούσιος και ισχυρός που μιλούσε και σκεφτόταν όπως εκείνοι. Αυτό τους κολάκευε και απενοχοποιούσε τις δικές τους αντιλήψεις. Παράδοξο μεν, δεδομένου του κοινωνικοοικονομικού στάτους του Τραμπ, απολύτως κατανοητό όμως ψυχολογικά και σίγουρα λειτουργικό εκλογικά.

Επόμενο βήμα ήταν η απόλυτη κυριαρχία εντός του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Ο Τραμπ δεν ήταν αρεστός στην ελίτ του κόμματος. Επιβλήθηκε όμως. Δεν αρκέστηκε στις παραδοσιακά χαλαρές εσωτερικές δομές των κομμάτων στις ΗΠΑ, αλλά επεδίωξε την απόλυτη υποταγή όλων. Οσοι αντιστάθηκαν αντιμετώπισαν στις προκριματικές εκλογές αντίπαλο στηριζόμενο και χρηματοδοτούμενο από τον Τραμπ και οι περισσότεροι έχασαν τις έδρες τους. Με αποτέλεσμα η συντριπτική πλειονότητα, εκούσα άκουσα, να στοιχηθεί τελικά πίσω του.

Το κρίσιμο δεν είναι να ξορκίζει κάποιος το οποιοδήποτε πιθανό αποτέλεσμα, αλλά να προετοιμαστεί στρατηγικά γι’ αυτό.

Η πόλωση και σ’ αυτές τις εκλογές είναι ιδιαίτερα έντονη. Η κοινωνία των ΗΠΑ είναι βαθιά διχασμένη και ο διχασμός αυτός είναι πολλαπλά διακριτός. Η προσωπικότητα του Τραμπ αναμφίβολα ενισχύει την πόλωση, αλλά δεν είναι ο μόνος που την τροφοδοτεί. Στις μομφές για την ακραία ρητορική και ενέργειες του Τραμπ και των υποστηρικτών του, αντιτάσσεται η απόπειρα δολοφονίας του ως απόδειξη ότι ακραίοι υπάρχουν παντού. Οι υπερβολές της πολιτικής ορθότητας, επίσης. Της πολιτικής των ταυτοτήτων, της cancel culture, οι μορφές λογοκρισίας στα ΜΜΕ ή στο Διαδίκτυο, που ενοχλούν πολλούς μετριοπαθείς πολίτες, με αποτέλεσμα το «επίσημο» Δημοκρατικό Κόμμα να παίρνει πλέον κάποιες αποστάσεις.

Η συζήτηση για το ποια είναι η δράση και ποια η αντίδραση μοιάζει ατελέσφορη. Το μείζον είναι ότι η ένταση αυτή είναι επικίνδυνη για τη συνοχή της παλαιότερης σύγχρονης δημοκρατίας.

Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές παρενέργειες στα καθ’ ημάς από τις εκλογές στις ΗΠΑ, αυτές αφορούν κυρίως το πολιτικό πλαίσιο. Στις διμερείς σχέσεις όποιος κι αν εκλεγεί οι αλλαγές θα είναι μικρές. Ο προσανατολισμός της Ελλάδος είναι δεδομένος. Η χρησιμότητα της Αλεξανδρούπολης, της Σούδας, οι συμμαχίες στον ενεργειακό χάρτη, το ίδιο. Η αντιμετώπιση της Ελλάδας από τις ΗΠΑ ως σταθερής και αξιόπιστης συμμαχικής χώρας δεν θα αλλάξει.

Αυτό όμως είναι η πρώτη ανάγνωση, όχι η μόνη.

Στις αρχές της περασμένης δεκαετίας, στον απόηχο της οικονομικής κρίσης, η Ελλάδα έζησε μια περίοδο ακραίας πολιτικής πόλωσης και ριζοσπαστικοποίησης, που δοκίμασε τα όρια του πολιτικού συστήματος, αλλά και της κοινωνικής συνοχής. Ενα ενδεχόμενο για το οποίο θα πρέπει να προετοιμαστούν αρκετοί στην Ελλάδα –όσο κι αν οι συνθήκες έχουν αλλάξει– είναι το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών να λειτουργήσει ως καταλύτης (ή πειρασμός) για την αναβίωση ενός νέου, «θολού» ριζοσπαστισμού, που θα κλονίσει περαιτέρω τον δείκτη πολιτικής και θεσμικής εμπιστοσύνης, με πιθανές πολιτικές και οικονομικές παρενέργειες.

Επιπλέον, το αποτέλεσμα στις ΗΠΑ μπορεί να επηρεάσει όχι μόνο τις γεωπολιτικές εξελίξεις, αλλά και τις τάσεις στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Να ενισχύσει πολιτικά πρόσωπα, ατζέντες ή ρητορικές. Αλλά και να λειτουργήσει ως καταλύτης εξελίξεων στο εσωτερικό της Ε.Ε. επιταχύνοντας κάποιες αλλαγές.

Σε κάθε περίπτωση, το κρίσιμο δεν είναι να ξορκίζει κάποιος το οποιοδήποτε πιθανό αποτέλεσμα, αλλά να προετοιμαστεί στρατηγικά γι’ αυτό. Εξάλλου, σε κάθε πιθανή εξέλιξη εκτός από κινδύνους κρύβονται και ευκαιρίες.

*Ο κ. Ευτύχης Βαρδουλάκης είναι σύμβουλος στρατηγικής και επικοινωνίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT