Η Ελλάδα έζησε τη λαϊκιστική στιγμή της το 2015, όταν εκατομμύρια απελπισμένοι πίστεψαν ότι τα μεγάλα προβλήματα λύνονται με απλή επίδειξη πολιτικής βούλησης. Ευτυχώς η χώρα είναι μικρή, τα αποτελέσματα της παράκρουσης έγιναν αμέσως ορατά και ανακρούσαμε πρύμναν.
Οι ΗΠΑ πάλι είναι μεγάλη χώρα και έχει πολλές αντίρροπες στον λαϊκισμό δομές. Δεν αναφερόμαστε στα θεσμικά αντίβαρα, που αν αναλάβει ο Ντόναλντ Τραμπ θα επιχειρήσει να τα ξεδοντιάσει, «να ελέγξει τους αρμούς της εξουσίας», κατά πως έλεγαν οι δικοί μας λαϊκιστές. Ηδη στα φερέφωνα του MAGA (Make America Great Again) συζητάνε ότι θα καταργήσουν την ανεξαρτησία του υπουργείου Δικαιοσύνης και του FBI. Το πολιτικοοικονομικό σύστημα των ΗΠΑ είναι έτσι διαρθρωμένο που καθυστερεί τη ζημιά κάθε λαϊκιστή. Οι επιμέρους πολιτείες έχουν μεγάλη ανεξαρτησία, η οικονομία δεν έχει τα δικά μας χάλια, οι οικονομικοί παράγοντες είναι ισχυροί. Μια πιθανή επικράτηση του Τραμπ θα δημιουργήσει αρχικώς επιχειρηματική αισιοδοξία. Θα φουσκώσει τις ήδη διογκωμένες κεφαλαιαγορές, αλλά, προϊόντος του χρόνου, θα μειώσει έτι περαιτέρω την αγοραστική δύναμη των πολιτών και λόγω δασμών (που θα κάνει τα πολλά εισαγόμενα ακριβά) και επειδή θα πριμοδοτηθεί περισσότερο ο χρηματοοικονομικός τομέας εις βάρος της παραγωγής. Αυτό σημαίνει διόγκωση των προβλημάτων που ήδη έχει η οικονομία και αν δεν συμβεί κάτι πολύ άσχημο, θα κληθούν οι Δημοκρατικοί να αντιμετωπίσουν τη βαθιά κρίση. Ετσι δεν γίνεται πάντα στην Ιστορία;
Υπάρχουν όμως και άλλα κοινά στοιχεία στην ελληνική και αμερικανική λαϊκιστική εμπειρία. Εδώ, την περίοδο 2010-2015 ήταν πολλοί εκείνοι που ένιωθαν ότι μετείχαν σε μια νέα εποποιία της Αντίστασης, πολεμώντας Γερμανούς και γερμανοτσολιάδες. Κάπως έτσι εμφανίζονται και οι MAGA στις μίνι συνεντεύξεις που κάνει ο δημοσιογράφος Τζόρνταν Kλέπερ για την εκπομπή «The Daily Show». Ο δημοσιογράφος τρέχει τα τελευταία οκτώ χρόνια στις συγκεντρώσεις του Τραμπ προσπαθώντας να καταλάβει γιατί τόσοι άνθρωποι υποστηρίζουν, με τόσο φανατισμό, έναν πολιτικό που (στην καλύτερη περίπτωση) είναι ασυνάρτητος.
Νίκη του Τραμπ θα σημάνει διόγκωση των προβλημάτων που ήδη έχει η οικονομία και αν δεν συμβεί κάτι πολύ άσχημο, θα κληθούν οι Δημοκρατικοί να αντιμετωπίσουν τη βαθιά κρίση.
Οι απαντήσεις είναι ιλαροτραγικές, αλλά τα συμπεράσματα του δημοσιογράφου στην τελευταία εκπομπή (29.10.2024) έχουν ενδιαφέρον. Εκτός όλων των άλλων, που έχουν αναλυθεί εκτενώς, ανέφερε ότι οι πολλοί φανατικοί του κινήματος πιστεύουν πως μετέχουν σε κάτι μεγάλο, ότι συνδιαμορφώνουν την Ιστορία. Δεν νιώθουν ότι είναι η πλέμπα, που κοιτούν αφ’ υψηλού οι κατά κανόνα εγγράμματοι Δημοκρατικοί. Εχουν έναν ηγέτη απλοϊκό και γι’ αυτό καταλαβαίνουν τι λέει («θα αποξηράνουμε τον βάλτο της Ουάσιγκτον»), δίνει σάρκα και οστά στα προβλήματά τους στοχοποιώντας τους μετανάστες, και τους έχει διαρκώς σε εγρήγορση («fight, fight, fight…», «never surrender») για να μην προλαβαίνουν να σκεφτούν για ποιο πράγμα «πολεμούν» και «ποτέ δεν θα παραδοθούν».
Αντιθέτως, εκείνοι που μπορεί πράγματι να θέλουν το καλό τους τούς υποτιμούν ή, έστω, δεν τους θέλουν στα πόδια τους όταν σχεδιάζουν το «καλό» της χώρας, της κοινωνίας, της ανθρωπότητας. Είναι πολύ απασχολημένοι σε συνέδρια, γκαλά και αναλύουν το μέλλον του «γουοκισμού». Δεν έχουν χρόνο για «κουβεντούλες στο τζάκι» (fireside chats), τις ραδιοφωνικές εκπομπές που έκανε ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ την περίοδο 1933-1944, όπου εξηγούσε την οικονομική κρίση, τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, το Νιου Ντιλ, την αναμόρφωση του δικαστικού συστήματος κ.ά.
Το πρώτο εξάμηνο του 2015, ο απαισιόδοξος της παρέας έλεγε πως «τίποτε δεν μπορεί να σταματήσει μια χώρα που θέλει να αυτοκτονήσει». Δικαιώθηκε προς στιγμήν, την ημέρα του δημοψηφίσματος, αλλά ευτυχώς ο κ. Αλέξης Τσίπρας έκανε την «kolotoumpa». Περιμένουμε να δούμε τι θα κάνουν οι Αμερικανοί την επόμενη εβδομάδα.