Είναι σαν φοιτητικές εκλογές, μόνο λίγο χειρότερα. Στις φοιτητικές εκλογές, το αλαλούμ για το ποιος κέρδισε πού κρατάει μία, το πολύ δύο ημέρες. Στον ΣΥΡΙΖΑ, η διχογνωμία για το ποιας πλευράς οι σύνεδροι πλειοψηφούν θα έχει πολλούς κύκλους. Σε μια κορύφωση της γραφειοκρατικής επινοητικότητας που το «μαγαζί» έχει επιδείξει για να απαλλαγεί από τον εκλεγμένο πρόεδρό του, συστάθηκε μέχρι και «Επιτροπή Νομιμοποίησης Συνέδρων». Δηλαδή, συνέδρων των οποίων η εκλογή δεν αρκεί για τη συμμετοχή τους στο συνέδριο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ζει έτσι την τελευταία του διάσπαση. Τελευταία, γιατί ύστερα από αυτή, δεν θα έχει μείνει τίποτε για να διασπαστεί. Η διάσπαση προκύπτει από το γεγονός ότι, πλέον, οι κομματικές πτέρυγες δεν συμφωνούν καν στους κανόνες του παιχνιδιού. Η μία δεν αναγνωρίζει τη νομιμότητα της άλλης.
Οι περιλάλητες «καταστατικές διαδικασίες» δεν οδηγούν σε εκτόνωση, αλλά σε παροξυσμό. Η πλευρά της ονομαζόμενης «πλειοψηφίας» επιχειρεί να διορθώσει άνωθεν την περυσινή εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη «από τα κάτω». Δεν υπάρχει κανονικός –βλέπε και δημοκρατικός– τρόπος για να συντελεστεί αυτή η διόρθωση. Στην περυσινή ανορθογραφία είχαν, άλλωστε, συντελέσει πολλοί από εκείνους που σήμερα εμφανίζονται ως διορθωτές.
Οταν η μία συνιστώσα δεν αναγνωρίζει τη νομιμότητα της άλλης.
Λένε πως πια δεν έχει σημασία τι θα γίνει στον ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα έχει ήδη εξοβελίσει τον εαυτό του στο περιθώριο. Ωστόσο, όσο υπάρχουν σφραγίδα, διεύθυνση και ΑΦΜ, ο φορέας –έστω και σαν οργανωτικό κέλυφος– έχει σημασία. Εχει όλες τις λογιστικές προϋποθέσεις για να υποδεχτεί ένα νέο πολιτικό εγχείρημα – ή το εγχείρημα μιας παλινόρθωσης.
Οποιος δοκιμάσει να καλύψει το κενό του ΣΥΡΙΖΑ εκτός ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να ξεκινήσει από το μηδέν σε όλα τα επίπεδα – οργανωτικό, οικονομικό, στελεχικό. Αρα το κέλυφος μετράει.
Η τύχη του ΣΥΡΙΖΑ αφορά και τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς. Αν η εξελισσόμενη διάσπασή του εκδηλωθεί και στην κοινοβουλευτική ομάδα του, το ΠΑΣΟΚ είναι πιθανόν να υπεισέλθει –και τυπικά– στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το ενδεχόμενο αυτό δεν θα επηρεάσει μόνο τη σειρά με την οποία θα μιλούν οι αρχηγοί στη Βουλή. Θα θέσει τον δεύτερο ενώπιον και ενός στρατηγικού διλήμματος: Ποιος και πώς θα καλύψει το ακροατήριο του 18% που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε πάρει στις εκλογές του 2023; Θα αφήσει το ΠΑΣΟΚ όλους αυτούς τους δυσαρεστημένους –σίγουρα αντιμητσοτακικούς– ψηφοφόρους να διασπαρούν στα σχήματα της ακραίας διαμαρτυρίας; Δεν πρέπει να δοκιμάσει να τους «εκφράσει»;
Η εξαέρωση του δεύτερου κόμματος είναι πιθανό να εξωθήσει το ΠΑΣΟΚ σε αυτήν την τροχιά: Αντί να ανταγωνίζεται το πρώτο κόμμα για να αποσπάσει μέρος του μεγάλου ακροατηρίου, να στραφεί προς το μικρό ακροατήριο που μένει ακάλυπτο. Αντί να δοκιμάσει να πείσει τους πολλούς, να προσπαθήσει να εκπροσωπήσει τους λίγους.